της αγάπης

Μια φορά κι έναν καιρό, που η φύση κείτονταν σ’ ύπνο βαθύ, κι απ’ άκρη σ’ άκρη βασίλευαν η σιγαλιά κι η μαύρη νύχτα, του δάσους τα σκοτάδια και την παγωνιά κατάλυσε με το χορό της μια πυγολαμπίδα. Μικρή, διέγραφε λαμπρό χορό, τρελή, παραδομένη στους ανέμους.

Ένα ζευγάρι μάτια άνοιξαν κι έπειτα κι άλλα, κι άλλα και φώτισαν διάσπαρτα τη σκοτεινιά. Ζεστή πνοή χασμουρητού κι έπειτα κι άλλη, κι άλλη απλώθηκε και έλιωσε την παγωνιά. Κι όπως σκορπισμένα στην πλάση ήταν της νύχτας τα πέπλα παντού, θαρρείς τα μάτια πιάστηκαν στα μαύρα της στολίδια αστραφτερά.Κι ανάσες ενώθηκαν και τύλιξαν θερμή αγκαλιά το άλλοτε κρύο.

«Έρχεται», έγραψε στον αέρα φέγγοντας η πυγολαμπίδα και έπαψε το χορό. Πλάι στην πασχαλίτσα πήγε στάθηκε σ’ ενός ανθόνερου τα πέταλα και καρτερούσε Εκείνη....

Ρίγησαν της λίμνης τα νερά, σείστηκαν τα μισοϋπνωμένα νούφαρα κι ακούστηκε το κράτς το κρούτς, πως γίνεται μια κάμπια χρυσαλλίδα…Σιώπησαν οι αγέρηδες για μιαν αθάνατη στιγμή. Αυτή η στιγμή…όλοι μαζί ύστερα έψαλλαν «ελθέτω» και στη σιωπή βυθίστηκαν.

Εν-δυο, εν-δυο, εν-δυο….

Παραταγμένοι σε άτακτες σειρές, μίσχους αρματωμένοι και καρυδότσουφλα στραβά φορώντας στα κεφάλια, κατέφτασαν οι μεθυσμένοι τοσοδούληδες φρουροί της αγάπης. Κείνοι που μόνο τη γνώριζαν καλά.

«Φυλαχτείτε, κρατηθείτε ή…κριθείτε! Του δάσους ζώα και πτηνά, λουλούδια, δέντρα και νερά, υποδεχθείτε!»

Σαλπίζουν τρεις, σαλπίζουν δυο, σαλπίζουν μια….

Το ακριβό της βήμα αχνοακούεται σε φύλλα κίτρινα παλιού καιρού φτεροπατώντας. Κόβεται η ανάσα των πλασμάτων. Πρώτα το λευκό της χέρι πρόβαλε ραίνοντας τα άνθη της…Κι έπειτα ακέρια, εκεί, στα μάτια τους μπροστά, να την παρουσιάζεται. Κρότοι ηχούν στην πλάση κι είναι οι καρδιές των όντων που γεννούν. Ανάμεσά τους ξάπλωσε κι ομόρφυνε μεμιάς η ζήση. Κι έφτασε αργά το πιο γλυκό ξημέρωμα. Γιατί η αγάπη ξάπλωνε ανάμεσά τους…. Κυρά κι αφέντρα. Θεά μαγεύτρα. Ήρθε όταν κανείς δεν την περίμενε κι όλοι την προσδοκούσαν μήνες, χρόνια...

Άνθισαν, λουλουδιάσαν τα βουνά, τα σύννεφα της πλέξανε στεφάνια. Τα δέντρα την ετάιζαν καρπούς και τα πτηνά υμνούσανε την ομορφιά της. Γεμίσαν οι γενήτορες μωρά στα πόδια της μπροστά, δικό της έργο. Της αγάπης. Κανείς δε ρώτησε να μάθει από πού ήρθε, μήτε αν θα έφευγε ποτέ για άλλους τόπους. Ούτε κανείς να την αγγίξει τόλμησε. Δεν το’ πε , μα δεν το’ θελε, κανείς τα χέρια του να απλώσει. Κι έτσι με την Αγάπη συντροφιά αντρείεψε, θέριεψε η φύση.Πλάι αν κοιμάσαι στη θεά, θεός θαρρείς πως είσαι.

Μα δυο ερωτευμένοι σκίουροι και ένα ελάφι αντάμα, του απομεσήμερου μιαν ώρα, κυριευμένοι από αγωνία μη φύγει όπως ήρθε ξαφνικά, κινούν χρησμό να πάρουν. Σ’ ένα ρυάκι, κάτοικος σοφό και ιερό πουλί, π’ ανθρώποι δεν εμάθαν, δε γνωρίσαν τους έδωσε απάντηση στο ερώτημά τους:

«Να μη ρωτάς όπου είναι η αγάπη».

Και κίνησαν σκυφτά, συλλογισμένα στη φωλιά τους. Μα η αγωνία σύμβουλος κακός, κι αυτά που είναι μηδενίζει και πλουτίζει:

«Πώς να κοιμάσαι πλάι στη θεά κι έπειτα να μην τρέμεις μη σου φύγει;» μονολογούσανε τα ζωντανά.

Μα ο καιρός στέλνει τις μέρες και την αγωνία διώχνουνε στη λήθη.

Κι η αγάπη ανήξερη-γνωρίζοντας τραβάει στα ποτάμια να λουστεί. Όλα τα μάτια σφάλιζαν στη γύμνια της. Όρκος αμίλητος. Ψυχή καμιά στο βάπτισμά της. Μονάχα το άγνωστο στους γνωστικούς πουλί δίχως την εξουσία της μα με τη γνώση ασπίδα τολμά στα νερά πλάι που γδύνεται να πάει να πετάξει. Κι είδε ό,τι είδε και δεν μολόγησε ποτέ.

Μια η θεά, ένα το προσωπείο της που ακούμπησε στη γης. Στα μέσα των φουστανιών της κρέμονταν σάρκες, τα πέλματα λερά απ’ τις αγρύπνιες, στο δέρμα της κρυσταλλωμένα δάκρυα καρφωμένα, στις πλάτες της νύχια μπηγμένα που μάτωσαν να την κρατήσουν και στα λυτά της τα μαλλιά αλλοτινοί απόκοσμοι στεναγμοί που ακόμα την καλούσαν. Δεν το ‘δε το πρόσωπό της, το άγνωστο πετούμενο.

Μα το προσωπείο και τα ενδύματά της σα να μας φαίνονται σε όλους μας ωραία και καλά.

Έτσι καλά όπως έζησαν αυτοί και όσοι δεν είδαν.


ΤΕΛΟΣ


Σχόλια

  1. Χαίρομαι που είσαι κοντά μας και συμπράτεις με τις καταχωρήσεις σου στην Πορφυράδα. Νομίζω πως κατάφερα να διορθώσω το κείμενο όσο μου ήταν δυνατό αυτό. Καλή συνέχεια στην παρέα μας!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Σ' ευχαριστώ για το καλωσόρισμα. Τι διορθώσεις έγιναν;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Καλημέρα! Στην αρχή της κάθε παραγράφου σου, εμφανίζονταν κάποιες προτάσεις που είχαν σχέση με την μορφοποίηση του κειμένου σου. Πρόκειται για συντεταγμένες που χρησιμοποιούνται στη γλώσσα της πληροφορικής. Οπότε και τα έβγαλα για να μην εμφανίζονται ανάμεσα στο κείμενο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου