Σώστε το κόκκινο τριαντάφυλλο απ’ το θάνατο!


Πάντοτε φοβόμουν το μαύρο
μα λάτρευα το κόκκινο
του έρωτα και της αγάπης

κι όταν κάποιες στιγμές με ρωτούσαν
ποιο χρώμα σου έρχεται στο μυαλό;
απαντούσα «το κόκκινο»
σαν τα κόκκινα τριαντάφυλλα

έτσι όπως τα θαύμαζα
τυλιγμένα σε μια ανθοδέσμη, φρεσκοκομμένα
μ’ ένα ροζ φιογκάκι, στο περιτύλιγμα

ενώ εσύ αγαπημένη
βρισκόσουν επάνω σε δεκάδες βιβλία
που μιλούσαν για σχέσεις και έρωτες κι αγάπες

μα γνώρισες τόσο, το κόκκινο
το γέννησες, το ‘μαθες, το φορούσες
το αγάπησες, το ζωγράφισες, το ‘νιωσες
και τ’ άφησες πάνω στα χείλη του, να σε θυμάται

κι όταν κάποια στιγμή το νοστάλγησες
το γεύτηκες πάλι, στα ξένα τα χείλη

έτσι όπως σου ανοίγουν
μια πόρτα για να περάσεις
και πριν πατήσεις το έδαφος
σου στρώνουνε κόκκινο χαλί

ύστερα σ’ αφήνουν να δοκιμάσεις
όλα τα παράνομα, στο θεωρείο σου
σου επιτρέπουν να απολαύσεις
μέχρι τον απαγορευμένο καρπό

αγόρασα ένα τριαντάφυλλο, να στο χαρίσω
μα μαράθηκε στο γυάλινο βάζο
και μαύρισε
- να το ‘βλεπες πως ξεράθηκε -

σκλήρυνε, πέτρωσε, πάγωσε, νέκρωσε
κι ύστερα πέθανε
- «το κόκκινο» φώναζα!
σώστε το κόκκινο τριαντάφυλλο -

πάντοτε φοβόμουν το μαύρο
και το ‘βλεπα χρόνια στο πρόσωπο
να κυκλώνει, τις νύχτες, τα μάτια
να τα τσούζει, να δακρύζουν

έπιανα το μολύβι μου, να σου γράψω
κι όταν κάτι με πλήγωνε, πέθαινα
μα ύστερα ξαναγεννιόμουν

«το κόκκινο» φώναζα!
σώστε το κόκκινο τριαντάφυλλο, απ’ το θάνατο.


γιώργος_κ
Από την ποιητική συλλογή « Ωμέγα »

Σχόλια