Ευχαριστώ την χώραν μου ...





Ευχαριστώ την χώραν μου
~~~

Τις ανοικτές τις πλάτες μου κοιτάζω
φτερά δεν μου ΄δωκεν η πλάση
μα σαν φτερούγες αγκαλιάζω το φευγιό μου, με τα χέρια
γνωρίζεις τι θα πει να ζεις στο περιθώριο
απολειφάδι, έρμαιο πεταγμένο αποπαίδι;
γνωρίζεις τι θα πει να ’χεις τη θέληση
αλλά με φόρα να σου κόβουνε τα χέρια;

ευχαριστώ την χώραν μου που με δίδαξε
πως κάθε πλούτος φέρνει σιμά του κι άλλο πλούτο
κι ο κάθε κλέφτης, κάθε ψεύτης που λοιδορεί ένα κομμάτι απ’ το αμπάρι
απομυζάει ένα κομμάτι απ’ το δικό μου
και το δίκιο…

ευχαριστώ την χώρα μου που προσέφερε
τριάντα χρόνια ανεπρόκοπης και ρέμπελης χασούρας
και άλλα δέκα ξέγνοιαστης τεμπελιάς εις το ταμείον ανεργίας
ευχαριστώ λοιπόν που με ορφάνεψε
κι ενώ υπηρέτησα εις τα καθήκοντά μου ως στρατιώτης
από ανθρώπους, φίλους κι εχθρούς με εγκατέλειψε
δημιουργώντας μου μια σχέση αφραγκίας με το γίγνεσθαι

καθότι αι οικονομικοί παράγονται
τοιουτοτρόπως τέμνονται εις μίαν παράλληλο ευθείαν
όταν το τετράγωνο της υποτείνουσας ισούται με το άθροισμα
των τετραγώνων των δύο κάθετων πλευρών

αι εργοδόται φέρθηκαν πούστικα
κωλομπαράδες και γαμιόντουσαν σε κάθε ευκαιρία
καθότι πρώτευεν το κέρδος απ’ τον ανθρώπινο παράγοντα
εις την τσέπη των…
τ΄ αρχίδια μου κουνιόντουσαν δεξιά κι αριστερά
ώσπου στο τέλος εν κατακλείδι συμπέρανα πως οι πολιτικοί τα παίρνουν
δια να κυκλοφορεί ρευστόν στην αγορά
και μέσα στο τσεπάκι μου ας μην βρεθεί ούτε τάλιρον

πως διάολο ξεπέσαμεν εμείς οι ποιηταί ;
που πρώτοι απ’ τους αρχαίους δώκαμε πολιτισμό εις το πλήθος
και θέσαμεν ωσάν παρακαταθήκη, αφήκαμε την πρωτοπόρα λίθο
κι οι επόμενοι αντέγραψαν χωρίς καν δισταγμό
το life style της ζωής ώστε να γίνει μόδα…

βουλιάξαμε εις τα σκατά, αλλά βρε δε βαριέσαι…!
καθότι απωλέσαμε κεκτημένα δικαιώματα
πρηστήκαμε, αφεθήκαμε, βουλιάξαμε σε τέλμα
χαμένη πάει αυτή η γενιά με όλο το συρφετό της
και η Μαγδάλω κλαίγεται ακόμα πλάι στο μνήμα

στον πούτσο μας πενήντα χρόνια ακόμα ανεργίας
χωρίς επίδομα, λεφτά, χωρίς τ΄ αρχίδια μου τα δυο
περμένοντας μια κωλοθέση ακόμα διορισμού στο διαβλητό τους σύστημα
καβάλα παν στην εκκλησιά, καβάλα προσκυνάνε
κι απάνω εις τον κόρφο τους κρεμιέται ένα φουστάνι
καθώς ετούτο σέρνει όλο τον πλούτο της φυλής…

ευχαριστώ την χώραν μου που με κρέμασε
σε μια ντουλάπα ως ρούχο, ξεχασμένο
με ναφθαλίνη με προμήθευε δια να πιστεύω πως φροντίζομαι
καθότι ναφθαλίνες προμηθεύτηκε από έναν ΄άξιο΄ προμηθευτή
κι άλλες ανάγκες πως δεν έχω, με ορμήνευσε

τις ανοικτές τις πλάτες μου κοιτάζω
φτερά δεν μου ΄δωκεν η πλάση
μα σαν φτερούγες αγκαλιάζω το φευγιό μου, με τα χέρια
κι αναφωνώ πως ότι είχα να το πράξω, το δοκίμασα
και πως απαύδησα μ΄ όλο τον παραπάνω οχετό
εώς και πληγώθηκαν τα αισθήματά μου
δι΄ αυτό και πλέον αποσύρθην…

Γιώργος_Κ

Σχόλια