Τέσσερις λογουργοί εικαστικώς δραματουργούν



''Επαναπρόσληψις σεροτονίνης''



Πασχάλης Κατσίκας
Ομολογία  Ή μονολογία

Ξεχείλωσε τις αξίες
όπως το σώμα που το ταΐζεις χοληστερίνη
καλοθρεμένε μικροαστέ
με τα προεξέχοντα
αδρανή κατά τα άλλα ξύγκια
να πάλλονται
μόνον εμπρός στον κίνδυνο
της παραμικρής αλλαγής

- και η μιζέρια έχει τη γοητεία της

Βούλιαξε ανέμελα
με τον αντίχειρα στο κουμπί
κρύψε το μικροσκοπικό σου ήθος
στις ιδρωμένες πτυχές
Άσε τους λιπόσαρκους
που είναι σε κρίση -μη δίαιτα
τ' ατροφικά να υψώσουν μέλη
είναι λαφρύτεροι
με γραμμωμένες αξίες
απαλλαγμένες από εμφράγματα

~~

''Χρόνου φείδου αμφιδεξιότητες''



Γιώργος Σ. Κόκκινος
Νεκρή περίοδος

Σ’ έψαξα σε σκοτεινά δωμάτια μαγεμένα
μέσα σε καπνούς και ξόρκια των Νεράιδων
ζήλεψα να δω τα μάτια σου γερμένα
πάνω στα φτερά ενός κύκνου των Τυράννων

μαύρα, καστανά ή γαλάζια τι με μέλλει;
ό,τι προσκυνώ ψυχή μου δε με θέλει
κι έχω απ’ τη νιότη ετούτη τη συνήθεια
φτιάχνει ο νους μου τρύπια παραμύθια

σ’ έψαξα σε μουχλιασμένα υπόγεια κλειδωμένα
‘κει που ρέει η λάβα, οι φλόγες των Καιάδων
χρόνια και καιρούς με σκόρπια απωθημένα
ίχνη από μαστίγια κι όπλα των Κενταύρων

πόθησα να δω τα μάτια σου υγραμένα
σ’ άδειες φυλακές του ονείρου παραβάτες
θειάφι και ασβέστης λόγια πληγωμένα
τα ‘καμε να κλάψουν ο ιππότης του Θερβάντες

μαύρα, καστανά ή γαλάζια τι με μέλλει;
ό,τι προσκυνώ ψυχή μου, δε με θέλει
κι έχω απ’ τη νιότη ετούτη τη συνήθεια
φτιάχνει ο νους μου τρύπια παραμύθια

~~

''Το πέρας σύντομης επίσκεψης''

Χρύσα Παπαδημητρίου
Σπίτι φάντασμα 

Στο σπίτι με τα κόκκινα παράθυρα οι γρίλιες έτριζαν απ' την αλμύρα όπως τα πολυκαιρισμένα καΐκια που επέστρεφαν αξημέρωτα απ' τα παραγάδια. 
Η απογευματινή ηχώ από το τόπι ασταμάτητα έσκαζε στη βεράντα σαν μαστίγιο, όπως και το τσαφ-τσαφ απ' το σκοινάκι των παιδιών που πηδούσαν την καμάρα. - "Ακρίστε! Ακρίστε!", φώναζε οποίος ήταν η σειρά του. 
Το ντουλάπι απ' το μπουφέ της γιαγιάς ολημερίς ανοιγόκλεινε σαν αυλαία. Φλιτζανάκια και μπολ παγωτού σε φυστικί και σομόν αποχρώσεις ακούραστα παρήλαυναν στο τζάμι του φερ-φορζέ.
Η ντιβανοκασέλα ρουφούσε αλάτι κι ιδρώτα απ' τα σώματα και μια μυρωδιά τριμμένης ντομάτας συνέχιζε να πλανάται στον αέρα ακόμα κι όταν ακούγονταν μονάχα ροχαλητά. Κάποτε έσφαξαν μια κότα μέσα στο μπάνιο. Νόμισα ότι το αίμα της έμεινε κολλημένο για πάντα στα πλακάκια, όπου ένα κορίτσι με μπικίνι και ξανθιές κοτσίδες έπαιζε μ' έναν κάβουρα . Πλενόμασταν όλα τα παιδιά μαζί. Κι ήταν σαν να 'τρεχε το αίμα της κότας, έτρεχε κι έπεφτε στο σιφόνι μαζί με το σαπούνι . Τ' απογεύματα ξεκολλούσαμε τα σαλιγκάρια απ' τα πεύκα και τους ρίχναμε νερό να βγάλουν τις κεραίες τους. Ύστερα φτιάχναμε κολιέδες με πευκοβελόνες. Κι όταν βράδιαζε αφήναμε τα κουνούπια να μας τσιμπούν στα γόνατα, αφημένοι στο γαργάλημα της προβοσκίδας τους. Οι μεγάλοι έπιναν μπύρες και τραγουδούσαν με κιθάρες. Εμείς μαζεύαμε τα μπουκάλια απ' τις Sprite στα περβάζια των παραθύρων, ποιος ήπιε τις περισσότερες. Και το πρωί τρέχαμε στον φούρναρη που ερχόταν απ' την πόλη με το φορτηγάκι να προλάβουμε καυτή τυρόπιτα. Το σπίτι με τα κόκκινα παράθυρα ήρθε ο καιρός και γκρεμίστηκε. Οι γυναίκες εξακολουθούν να σκουπίζουν το εκκλησάκι απέναντι. Και δεν θυμούνται ότι αυτός ο λάκκος αντίκρυ όπου αδειάζουν τα φαράσια τους είναι το μνήμα μιας οικίας. Μόνο το διπλανό λιμανάκι ανακαλεί την παλαιά αντανάκλαση κατά το λιόγερμα, παρέα με το παιδικό μας μυαλό· πινέλο λες με κόκκινη μπογιά καθαρίζει ακόμα τις γρίλιες απ' την αλμύρα κι αγναντεύει πέρα απ' τα κεραμίδια τα διψασμένα πεύκα, λουσμένα κι αυτά στην ανάμνηση μιας ανταύγειας από καιρό θαμμένης...

~~

''Μια καλώς συγκερασμένη νήσος''


...και κάτι για όλους αυτούς που έχουν την λανθασμένη αίσθηση , πως το che 
αποτελεί μέρος του ονόματος του !!
Δεν είναι τίποτε παραπάνω από το δικό μας κλητικό ‘’ρε’’!*

Παναγιώτης Αντωνόπουλος
Ρε* , o Che
(Legenda o Duente)

9 / 10 / 18

Σε τραγουδάνε χείλη , άσμα ασμάτων
γιατί (ε)δίδαξες τι θε να πει παλληκαριά 
Σε μοιρολόγησαν οι μοίρες αθανάτων
κι ένας λαός , που χάρισες του , λευτεριά 

Αδύναμοι σε ψιθυρίζουν Comandante 
Σε μνημονεύουν companeros της Revolution 
Παράδεισος σου , πόλεμος como arte
ολ´ η ζωή σου , του κόσμου αγαπημένο ένα cancion 

Συμβολική η όψη σου , ενός εντίμου αγώνα
σ´ όλα τα μήκη και τα πλάτη είν´ γνωστή 
Ξεδίψαγες με Mate , της άρνησης θαμώνα 
Tango χόρεψες με τον θάνατο , σε ξηρού ακμή 

Το βλέμμα σου αγγελικό , τιμωρού μοιραίου
μελλοθανάτων προσμονές , ωσαύτως γαλουχεί
Οι πράξεις σου μηνύματα !! Δόσεις αναγκαίου 
Αδικημένων της ζωής , γιατρεύουν την πληγή 

Γύπες μισθοφόροι σε πέτυχαν , ρε Γιεβάρα 
Χωρίς να καταλάβουνε , σε αξίωσαν Χριστό 
Από το Rosario έως την Santa Clara
το αίμα σου (ε)ξόδεψες , για άγιο , ένα σκοπό 

Δεν κλαίει για σένανε , θρύλε , η Αργεντίνα.
κι ο κόσμος όλος την οικτίρει , την φτώχεια 
Γόνος δικτατορίας και άθλιου πλούτου
έδωσες στους ανθρώπους , με αίμα ‘’ιδανικά‘’

Τώρα στον κόρφο της ιστορίας , πλαγιασμένος
παράδειγμα για μίμηση , σε κάθε ιδαλγό
A la Higuera έδυσες , ανθρώπινα προδομένος 
O che , ή ρε , Duende o Leyenda !Guevara σε τιμώ 

Μάιος 1964 ! Είχα την τιμή να μου σφίξει το χέρι
όπως και ο Fidel , στο Cienfuegos Del Cuba !

~~

''Αλμαδοβαρίζουσα ζωγραφική''



Όλες οι φωτογραφίες της ανάρτησης 
αποτελούν εικαστική δημιουργία του ζωγράφου Δημήτρη Γκιόκα

Παναγιώτης Αντωνόπουλος - Χρύσα Παπαδημητρίου - 
Πασχάλης Κατσίκας - Γιώργος Σ. Κόκκινος
για την Πορφυράδα © Οκτώβριος 2019 

Σχόλια