Αντώνης Χαριστός - Μια κριτική αναφορά στο Φυγεῖν ἐστί του Γιώργου Σ. Κόκκινου


Αντώνης Χαριστός - Μια κριτική αναφορά στο ‘’Φυγεῖν ἐστί’’ του Γιώργου Σ. Κόκκινου

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

Φυγεῖν ἐστί - Αύγουστος 2018 (ιδιωτική έκδοση)

- απ’ το σκοτάδι γεννιέται το φως κι από τον ήλιο το χάδι -
κι όταν έρχονται δύσκολες μέρες
δώσε μου το χέρι σου για να ‘χω να βλέπω...
‘’Διάττοντες έρωτες’’ (σελ.40)

Φυγεῖν ἐστί
Ποιητική συλλογή, Αθήνα 2018 (διαδικτυακή έκδοση)

     Η ποιητική συλλογή του Γιώργου Κόκκινου με τίτλο «Φυγεῖν ἐστί» διακλαδώνεται σε πολλαπλά νοηματικά επίπεδα κάθε ένα εκ των οποίων διαθέτει την αυτοτέλεια της έκφρασης όχι όμως και την ανεξαρτησία της επιλογής ως προς την αποτύπωση ιδιαίτερων χαρακτήρων και προσωπείων απ’ τα οποία η ταυτότητα του ποιητού αποκτά θετικό πρόσημο στην κατακλείδα της ερμηνείας. Διότι, στην ποίηση του Γιώργου Κόκκινου δεν προέχει η ανάγκη ερμηνείας εικόνων και γεγονότων αλλά η διάταξή των σύμφωνα με τα προτεταμένα αξιακά δεδομένα τα οποία τίθενται σε διαρκή επαναξιολόγηση. Μία διεργασία η οποία με τη σειρά της δεν αφήνεται έρμαιο στην τύχη του χρόνου και των στιγμών που εκείνος ορίζει αλλά καθρεφτίζεται στις βιωμένες εμπειρίες του δημιουργού, εμπειρίες μέσα απ’ τις οποίες τα καλυπτόμενα, από εξωτερικούς παράγοντες, δρώμενα της καθημερινότητας μετασχηματίζονται σε γνώμονες ζωής. Τα επάλληλα επίπεδα μετατοπίζονται από τον θάνατο στη ζωή, από την αγάπη στον έρωτα, από την κοινωνική αδικία στην ματαιότητα της ανατροπής, τέλος, από το χρόνο στο χώρο. Πρόκειται για αντιθετικά ζεύγη τα οποία συγκρούονται και συμφιλιώνουν μέσα απ’ την διαλεκτική σχέση θέσης-άρνησης. Η τελευταία αυτή σχέση μοιάζει να καθορίζει τα συνθετικά υλικά του αποτελέσματος, ωστόσο, δεν το προσδιορίζει στις κατευθύνσεις τις οποίες θα λάβει παρά μόνο οριοθετεί το πλαίσιο στο οποίο ο ποιητής κινείται με ευχέρεια βηματισμού υπό το φόβο της συνείδησης. Πράγματι, ο τελευταίος λειτουργεί ανασταλτικά όσον αφορά την ολοκληρωτική αποδέσμευση της επιθυμίας στα πλαίσια του λόγου. Εξαιτίας αυτού, ο ποιητικός λόγος μετέρχεται έντασης και επιθετικών λεκτικών σχημάτων με σκοπό να υπερβεί οριστικά όλα όσα οι περιορισμοί και οι κανόνες ευγενείας (υποκριτικοί στην πλειοψηφία των) καταλήγουν να ακρωτηριάζουν την βούληση για ζωή.
   «Κι αν φταίω που σ’ αγάπησα κι ακόμα σ’ αγαπώ/συγχώρα με/μα έμαθα ν’ αφήνομαι ολόκληρος εγώ/και να ‘χω μιαν απαίτηση παρέα να ζωή/να παίρνω όσα κέρδισα με κόπο χωρίς να ‘ναι χαρισμένα/ούτε ένα» (σελ. 6). Το πρώτο επίπεδο μας συστήνεται με κεντρικό άξονα τον διαψευσμένο έρωτα. Τον έρωτα που μετεβλήθη σε αγάπη και από το τέλμα αυτού προήλθε η αποξένωση των συμβαλλόμενων μερών. Το αρχικό σκίρτημα της ολοκληρωτικής παράδοσης άνευ όρων και ορίων στην απόλαυση των προϊόντων αυτού κινητοποιεί την πνευματική, συναισθηματική και σαρκική δημιουργία έχοντας τοποθετήσει στο κάδρο το «εγώ» όχι ως αλαζονική μορφή ιεραρχίας, στην οποία το βασικό αντικείμενο δεν είναι ο έρωτας αλλά το πρόσωπο. Αντίθετα, το «εγώ» στην συγκεκριμένη περίπτωση έχει δοθεί εξ ολοκλήρου στην αθωότητα των στιγμών και συντριμμένο καθώς εξέρχεται απ’ αυτές παρατηρεί την ατομική ήττα την οποία έχει υποστεί δίχως, ωστόσο, να εγκαταλείπει την πρώτη αίσθηση μαγείας και έλξης. Ο ποιητής, με τον διακριτό του ρόλο και όχι το ηττημένο εκ  του έρωτος υποκείμενο, λαμβάνοντας αποστάσεις από τα τεκταινόμενα πλέον επαναφέρει τη μνήμη στο σημείο τομής, το χώρο. Στο επίπεδο αυτό διαπλέκονται αλληλοσυγκρουόμενες καταστάσεις ακριβώς επειδή ο ίδιος βιώνει την απόρριψη των επιθυμιών ως απόρριψη της ζωής. Θα έμοιαζε με συνώνυμο μίας ερωτογενούς απολήξεως η άρνηση της ζωής, ωστόσο, ο ποιητής δεν αποστρέφεται την τελευταία. Τολμά και καταγράφει όλα όσα σκιαγραφούν την εικονοποιία μίας επανένταξης, όχι στο κοινωνικό σύνολο αλλά στην αυτογνωσία της υπαρξιακής προοπτικής εκτός αυτού. Οι αποστάσεις τις οποίες σχηματοποιεί δεν είναι αποστάσεις φυγής αλλά διαστολή μίας νέου τύπου ηθικής την οποία επιχειρεί να υπερασπιστεί σε πρόσωπα και γεγονότα τα οποία επενεργούν στις χρονικές επεξεργασίες των βιωμάτων. Με άλλα λόγια το τρίπτυχο έρως-διάψευση-χώρος μορφοποιούνται στο διάβα της ατομικής ιστορίας έως ότου οδηγηθούν σε νέο αδιέξοδο και αναζητήσουν εναλλακτικές οδούς ελευθερίας.
   «Τώρα κι αν ζω είμαι νεκρός, μακριά απ’ τη φωνή σου/κι απ’ των χειλιών σου το φιλί, όσο δεν πίνω, σβήνω» (σελ. 9). Στον εν λόγω στίχο επιβεβαιώνεται ο λήθαργος στον οποίο εθελούσια παραδίδεται ο δημιουργός πλέον ως δρών υποκείμενο με συνείδηση των ευθυνών που βαραίνουν τις αποφάσεις του. Εδώ, ο έρως δεν αντιμετωπίζεται ισάξια με το πεδίο στόχευσης αλλά ως προορισμός μίας πορείας συνδεδεμένης στο παρελθόν. Δεν αφήνεται ελεύθερος να επισκεφτεί τις ικανοποιήσεις αυτού αλλά αποκτά νόημα και αξία μέσα από την απώλεια καθώς μόνο σε αυτή απογυμνώνονται όλα όσα το εξωτερικό περιβάλλον μασκαρεύει εντέχνως προκειμένου να καλύψει το εκμαγείο των αισθήσεων, άνευρων και ανέραστων. Ακριβώς σε αυτό το σημείο ο έρως, έχοντας αποβάλλει οριστικά το μανδύα των κοινωνικών «είθισται», μεταμορφώνεται σε ουσιαστικό γνώρισμα της αλήθειας, έστω και διασπασμένο σε πολλαπλές επιφάνειες απ’ τις οποίες αναγνωρίζει μία και μοναδική, τον εαυτό του στην πρότερη αμόλυντη μορφή.
   Απ’ το τρίπτυχο των αλληλεπιδράσεων αυτών ο ποιητής μετακινείται στο τμήμα των αναμνήσεων το οποίο λειτουργεί ως πυξίδα με πορεία ανάγνωσης του παρελθόντος χρόνου. Πλέον, ο χρόνος δεν λογίζεται ως συνισταμένη διαδοχικών μεταβολών με ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα αλλά ως συστολή μίας νιότης η οποία κατέπεσε υπό το βάρος της μνήμης. «σαφέστατα δεν άντεξα γι’ αλαργινό ταξίδι/πονέσανε οι ώμοι μου να κουβαλάω τη νιότη/πληγώθηκαν τα πόδια μου να περπατώ στις μύτες/μην τύχει και ξυπνήσουνε του πρότερου αναμνήσεις» (σελ 23).  Επιστρέφει ο ποιητής στον τόπο αφετηρίας μίας ευοίωνης προέκτασης επιθυμιών καλπάζοντας στις επιταγές επιβίωσης μέσα από την απόρριψη και τα πολλαπλά εμπόδια τα οποία διαρκώς και αδιαλείπτως ορθώνονται ενώπιων του καταρρίπτοντας τα σχέδια για παραμονή στην επιφάνεια των πραγμάτων. Τότε, βυθίζεται σε κύκλους εσωστρέφειας μέσα απ’ τους οποίους αντιπαλεύει όλα όσα η φωτογραφική ανάμνηση επαναφέρει δριμύτερη στο παρόν για να ετεροκαθορίσει από κοινού με την ματαιότητα των αλλεπάλληλων αποτυχιών, σε συλλογικό επίπεδο, (βλ κοινωνική απομόνωση εξαιτίας της μη-αποδοχής των παραδεδεγμένων αληθειών). Αυτού του είδους η εσωστρέφεια είναι εποικοδομητική διότι επιτρέπει στον ποιητή να αναδιπλώσει τα κεκτημένα της αδικίας και να τα μετασχηματίσει σε πρώτη ύλη επαναξιολόγησης της επιθυμίας για ζωή πρώτο πλάνο με τον ίδιο πρωταγωνιστή. Μία ακρόαση η οποία οδηγεί στην αποθέωση της αισιοδοξίας καθώς «ξαφνικά ανοίγει μια πόρτα/και η μορφή του ποιητή πλημμυρίζει το δωμάτιο/-απ’ το σκοτάδι γεννιέται το φως και απ’ τον ήλιο το χάδι-/» (σελ 40). Πλέον, ο ποιητής υπονομεύει τους πυλώνες που μέχρι πρότινος τον καθιστούσαν ανίκανο να οραματιστεί τη ζωή, αναζητώντας απαντήσεις στα συμφραζόμενα αυτής, και αναλαμβάνει εκ του μηδενός την ευθύνη κατασκευής μία νέας αφετηρίας στα συναισθήματα που χρωματίζουν τις λέξεις.

  Αντώνης Χαριστός - 19/05/2020
Προδημοσίευση για τα Εκδοτικά Νέα


- Εκδοτικά Νέα, 4 Ιουνίου 2020, τεύχος 2ο -
Τετράμηνη έκδοση κριτικών αναφορών σε έργα ποιησης και πεζογραφίας της Υπερρεαλιστικής Ομάδας Θεσσαλονικης. Διανέμεται δωρεάν σε βιβλιοπωλεία και βιβλιοθήκες της Θεσσαλονικης

O Αντώνης Χαριστός γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1988. Είναι φιλόλογος, απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ. Ο τελευταίος του μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών αφορούσε το πρόγραμμα «Δημιουργικής Γραφής» του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου. Ακολούθησε διετή κύκλο σπουδών στην δημοσιογραφία, στο Μητροπολιτικό Κολέγιο με ειδίκευση στον τομέα «πολιτικής σύνταξης, αρθρογραφίας και σύγχρονων μέσων». Παρακολούθησε δύο εξαμηνιαία προγράμματα με αντικείμενο την «ψυχιατρική και δικαστική ψυχοπαθολογία» και την «διαπαιδαγώγηση στην παιδική ηλικία» στο ΕΚΠΑ, αντίστοιχα. Ιδρυτικό μέλος της Υπερρεαλιστικής Ομάδας Θεσσαλονίκης από το Μάιο του 2018. Έχει εκδώσει δύο έργα πεζογραφίας: τη νουβέλα «Τέσσερις ανάσες ελευθερίας» (εκδ Άλλωστε, Αθήνα, 2016) και το μυθιστόρημα «Μέρες νηστείας» (εκδ Ρώμη, Θεσσαλονίκη, 2018). Παράλληλα έχει εκδώσει τα θεωρητικά έργα «Μανιφέστο Ανθρωπιστικής Τέχνης» (εκδ Ρώμη, Θεσσαλονίκη, 2018) και «Υπερρεαλισμός και αυτονόμηση των ιδεών. Για μία νέα κατασκευή της παράδοσης» (εκδ Ρώμη, Θεσσαλονίκη 2019). Έχει επιμεληθεί το σενάριο και τα κείμενα στις ταινίες μικρού μήκους της Υπερρεαλιστικής Ομάδας Θεσσαλονίκης «Επιθυμώ», «Πολφός αίματος» (σκηνοθεσία Νατάσα Χασάκιοϊλη) καθώς και σενάριο-σκηνοθεσία στην ταινία μικρού μήκους «Ομ/φαλλός Κολπορραγίας». Είναι αρχισυντάκτης στο ετήσιο θεωρητικό περιοδικό «Κλίβανος», στο μηνιαίο «Λογοτεχνικό Δελτίο», συλλογική έκδοση πεζογραφικού λόγου και στα «Εκδοτικά Νέα», τετράμηνης έκδοσης κριτικών αναφορών.

Το βιβλίο ‘’Φυγεῖν ἐστί’’του Γιώργου Σ. Κόκκινου
διατίθεται δωρεάν σε ψηφιακό αρχείο
από τα εξής σημεία λήψης:


Σημειώνουμε από τη διεύθυνση του ιστολογίου πως εμφανίζεται ο Θοδωρής Βοριάς υπεύθυνος για την σελιδοποίηση του βιβλίου, ο οποίος ήταν και ο ''εμπνευστής'' αυτής της έκδοσης και χωρίς την δική του προτροπή και βοήθεια, η συλλογή αυτών των κειμένων δεν θα είχε δημιουργηθεί ποτέ. Σημειώνουμε επίσης πως στο βιβλίο εμπεριέχεται ως κατακλείδα επιλογικό σημείωμα από τον Πάτροκλο Χατζηαλεξάνδρου (σελ. 60-62). Θέλουμε επίσης να ευχαριστήσουμε τους χρήστες του Scribd που μεταφόρτωσαν το βιβλίο στον προσωπικό τους λογαριασμό προς διάθεση σε περισσότερους διαδικτυακούς αναγνώστες.

Πορφυράδα © Μάιος 2020

Σχόλια

  1. Ευχαριστώ από την πλευρά μου θερμά τον Αντώνη Χαριστό για την αναφορά του στο έργο μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου