ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΕΝΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ
ΑΔΥΝΑΜΙΑ: η απτή πραγματικότητά του ασήμαντου.
ΑΛΑΤΙ: ούτε ένα κύμα δικαιοσύνη, μέσα σ’ αυτή την ένοχη υγρασία.
ΑΝΘΡΩΠΟΣ: ζώο ή κραυγή;
ΑΝΟΙΞΗ: οργή του δειλινού.
ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ: ούτε ένα βήμα αυλή.
ΑΠΟΓΕΥΜΑ: κάπου μακριά, ένα δέντρο σαλεύει με τ’ αρχαία του φύλλα μιαν ακατόρθωτη ψυχή.
ΑΠΟΣΠΕΡΙΤΗΣ: μια φλούδα φεγγάρι εργατικό.
ΑΠΟΣΤΑΣΗ: το μάκρος που επιστρέφει άνθρωπος, για να τελειώσει τόπος.
ΑΡΝΗΣΗ: κάτι αμάθητο χιονίζει ανάμεσά μας.
ΒΡΑΧΟΣ: τετράποδο όνειρο.
ΓΑΤΑ: ένας πόθος σχεδόν γλώσσα.
ΓΕΡΑΚΙ: η φτερούγα ενός απόκρημνου θανάτου.
ΓΛΩΣΣΑ: μια αγκαλιά υγρή απελπισία.
ΔΑΚΡΥ: ανήλικο κραυγής.
ΔΑΧΤΥΛΑ: δέκα λαγκάδια αηδόνια σκοτεινά.
ΔΕΝΤΡΟ: η ζωή μπορεί να περιμένει ωσότου δάσος.
ΔΕΡΜΑ: ό,τι ανήμπορο στο θράσος του ανέμου.
ΔΡΟΣΙΑ: ένα φύλλο παγωνιά.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ: η ζωή σαν αλάτι σε πληγή.
ΕΛΙΑ: μαύρος καρπός, χυμός καθηλωμένος σε τέσσαρων ανέμων φυλακή.
ΕΠΙΘΥΜΙΑ: καρδιά σαν πέτρα ακαριαία σε λιθοβολισμό.
ΕΡΓΑΤΗΣ: δυο βήματα ερπετό.
ΕΡΩΤΑΣ: είκοσι τέσσερα φεγγάρια ξάγρυπνες αυλές.
ΕΦΙΑΛΤΗΣ: σε λίγο ξημερώνει συνήθεια κι ανία.
ΘΑΝΑΤΟΣ: βαθιά πληγή˙ φτάνει ένα δέντρο για ν’ ανοίξει.
ΙΣΤΟΡΙΑ: ο άγγελος που ξαφνικά ξυπνάει πνιγμένος όταν κοιμάται ο άνθρωπος.
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ: σφαγή του άμαχου μεσημεριού
ΚΑΡΠΟΣ: το φωτεινό πέρα ενός φύλλου.
ΚΑΡΤΕΡΙΑ: ταραχή φύλλου που λέει ψυχή ακόμη κι όταν η άπνοια σωπαίνει σάρκα ιδρωμένη.
ΚΕΡΑΣΙΑ: μια απόγνωση βουνό που προσπερνάει.
ΚΗΠΟΣ: η λάσπη που καραδοκεί άμμος η επιθυμία.
ΚΟΡΥΦΗ: ένα ελάφι φως.
ΚΡΑΥΓΗ: πώς λέει στον άνεμο το φύλλο «αντέχω»;
ΛΑΧΑΝΙΑΣΜΑ: όλο το πράσινο της απόγνωσης.
ΛΥΓΜΟΣ: έρχεται νύχτα πορφυρή, σκοτάδι φλόγα.
ΜΑΤΙ: ένα φιτίλι ελευθερία.
ΜΕΡΑ: σάρκα πικρή, χυμός αλμυρός, κι ούτ’ ένα κουκούτσι γαλήνη.
ΜΕΣΗΜΕΡΙ: αυτή η γαλήνη λέγεται ερπετό κι αυτή η σιωπή γεράκι.
ΜΟΝΑΞΙΑ: η μοναξιά του πλάσματος που δεν μπορεί να δώσει στη μοναξιά του ούτ’ ένα δάκρυ.
ΝΕΡΟ: ένα ποτάμι δίψα.
ΟΜΙΧΛΗ: σχεδόν σιωπή ξεπαγιασμένη.
ΟΜΟΡΦΙΑ: η μοχθηρή διαφάνεια της τελειότητας.
ΟΝ: η πληγή που τρέχει ανθρώπινη ιστορία.
ΟΝΕΙΡΟ: άλλο σκοτάδι ο κάμπος καθενός.
ΟΡΓΗ: θάμνο απειλεί η πέτρα.
ΟΡΜΗ: άλογο αδημονεί ο βράχος.
ΟΥΡΑΝΟΣ: εκεί που αγγίζει σάρκα η ανάστροφη της γης.
ΠΑΓΩΝΙΑ: αιφνίδιος άνθρωπος,
σ’ έναν αρχαίο κόσμο ανθρώπων.
ΠΑΘΟΣ: φύσημα οχιάς σε ξυράφι.
ΠΑΙΔΙ: μια ανάσα αθανασία.
ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ: ό,τι προλάβουμε τη νύχτα που ξυπνάει θεός βρικόλακας λυκάνθρωπο τον κόσμο.
ΠΑΡΑΜΥΘΙ: το ξυλάλογο της προσδοκίας.
ΠΕΙΝΑ: αύριο ζεστό και μαλακό σαν πρωινό καρβέλι.
ΠΕΛΑΓΟ: ένας αδίστακτος βυθός ανηφορίζει
με φύλλα κάτασπρα προς τον καρπό του γαλανού θανάτου.
ΠΕΝΘΟΣ: ό,τι κρύσταλλο απ’ το δάκρυ.
ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ: η σιωπή με γρήγορες κινήσεις.
ΠΟΘΟΣ: η ζωή βρέχει ακούραστα μια νύχτα ως το πρωί, και το πρωί διψάμε.
ΠΟΛΗ: δυο ανάσες μουχλιασμένα υπόγεια σύρριζα στην απελπισία.
ΠΟΤΑΜΙ: μια πατρίδα σκοτεινή, άβολη, ξένη, αρχαία, αιματηρή.
ΠΡΟΣΩΠΟ: υπάλληλος ενός τραγικού θεού που αποφεύγει την κατάρρευση, πεθαίνοντας αργά.
ΣΗΜΑΣΙΑ:όλοι μαζί, για το ίδιο αιφνίδιο σκοτάδι.
ΣΙΔΕΡΟ: ο λάκκος που χορταίνει την ξύλινη φιλοδοξία.
ΣΚΙΑ: συντάσσονται ένα-γύρο τα βουνά με σκοτεινές προθέσεις.
ΣΚΟΤΑΔΙ: δυο βράχια δρόμος προς το φως.
ΣΠΙΤΙ: παιδιά που πελεκούν το χρόνο με φωνές εργατικές.
ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΑ: μια συγκατάβαση εξαίσια θαλπωρή.
ΤΡΙΖΟΝΙ: δέκα δάχτυλα κομματιασμένος ύπνος.
ΦΑΜΙΛΙΑ: ένα σκυλί γαλήνη σπιτική.
ΧΕΡΙ: δέκα δάχτυλα θηλασμένη νηνεμία.
ΧΙΟΝΙ: λευκό σαν πρόσχαρη αγκαλιά.
ΧΥΜΟΣ: η πάλη των χεριών και των φιλιών.
ΧΩΜΑ: μια χαίτη που γεννήθηκε νωθρή, αλλ’ ονειρεύεται συχνά τον άνεμο στην πέτρινη καρδιά της.
ΨΥΧΗ: το φίδι σέρνεται ανάπηρη κραυγή που λέει την ερημιά του κόσμου σκόνη.
ΩΡΙΜΟΤΗΤΑ: μια πρώιμη πείρα που γυρίζει φρίκη με τα χρόνια.
Γιώργος Μπλάνας
ΑΔΥΝΑΜΙΑ: η απτή πραγματικότητά του ασήμαντου.
ΑΛΑΤΙ: ούτε ένα κύμα δικαιοσύνη, μέσα σ’ αυτή την ένοχη υγρασία.
ΑΝΘΡΩΠΟΣ: ζώο ή κραυγή;
ΑΝΟΙΞΗ: οργή του δειλινού.
ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ: ούτε ένα βήμα αυλή.
ΑΠΟΓΕΥΜΑ: κάπου μακριά, ένα δέντρο σαλεύει με τ’ αρχαία του φύλλα μιαν ακατόρθωτη ψυχή.
ΑΠΟΣΠΕΡΙΤΗΣ: μια φλούδα φεγγάρι εργατικό.
ΑΠΟΣΤΑΣΗ: το μάκρος που επιστρέφει άνθρωπος, για να τελειώσει τόπος.
ΑΡΝΗΣΗ: κάτι αμάθητο χιονίζει ανάμεσά μας.
ΒΡΑΧΟΣ: τετράποδο όνειρο.
ΓΑΤΑ: ένας πόθος σχεδόν γλώσσα.
ΓΕΡΑΚΙ: η φτερούγα ενός απόκρημνου θανάτου.
ΓΛΩΣΣΑ: μια αγκαλιά υγρή απελπισία.
ΔΑΚΡΥ: ανήλικο κραυγής.
ΔΑΧΤΥΛΑ: δέκα λαγκάδια αηδόνια σκοτεινά.
ΔΕΝΤΡΟ: η ζωή μπορεί να περιμένει ωσότου δάσος.
ΔΕΡΜΑ: ό,τι ανήμπορο στο θράσος του ανέμου.
ΔΡΟΣΙΑ: ένα φύλλο παγωνιά.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ: η ζωή σαν αλάτι σε πληγή.
ΕΛΙΑ: μαύρος καρπός, χυμός καθηλωμένος σε τέσσαρων ανέμων φυλακή.
ΕΠΙΘΥΜΙΑ: καρδιά σαν πέτρα ακαριαία σε λιθοβολισμό.
ΕΡΓΑΤΗΣ: δυο βήματα ερπετό.
ΕΡΩΤΑΣ: είκοσι τέσσερα φεγγάρια ξάγρυπνες αυλές.
ΕΦΙΑΛΤΗΣ: σε λίγο ξημερώνει συνήθεια κι ανία.
ΘΑΝΑΤΟΣ: βαθιά πληγή˙ φτάνει ένα δέντρο για ν’ ανοίξει.
ΙΣΤΟΡΙΑ: ο άγγελος που ξαφνικά ξυπνάει πνιγμένος όταν κοιμάται ο άνθρωπος.
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ: σφαγή του άμαχου μεσημεριού
ΚΑΡΠΟΣ: το φωτεινό πέρα ενός φύλλου.
ΚΑΡΤΕΡΙΑ: ταραχή φύλλου που λέει ψυχή ακόμη κι όταν η άπνοια σωπαίνει σάρκα ιδρωμένη.
ΚΕΡΑΣΙΑ: μια απόγνωση βουνό που προσπερνάει.
ΚΗΠΟΣ: η λάσπη που καραδοκεί άμμος η επιθυμία.
ΚΟΡΥΦΗ: ένα ελάφι φως.
ΚΡΑΥΓΗ: πώς λέει στον άνεμο το φύλλο «αντέχω»;
ΛΑΧΑΝΙΑΣΜΑ: όλο το πράσινο της απόγνωσης.
ΛΥΓΜΟΣ: έρχεται νύχτα πορφυρή, σκοτάδι φλόγα.
ΜΑΤΙ: ένα φιτίλι ελευθερία.
ΜΕΡΑ: σάρκα πικρή, χυμός αλμυρός, κι ούτ’ ένα κουκούτσι γαλήνη.
ΜΕΣΗΜΕΡΙ: αυτή η γαλήνη λέγεται ερπετό κι αυτή η σιωπή γεράκι.
ΜΟΝΑΞΙΑ: η μοναξιά του πλάσματος που δεν μπορεί να δώσει στη μοναξιά του ούτ’ ένα δάκρυ.
ΝΕΡΟ: ένα ποτάμι δίψα.
ΟΜΙΧΛΗ: σχεδόν σιωπή ξεπαγιασμένη.
ΟΜΟΡΦΙΑ: η μοχθηρή διαφάνεια της τελειότητας.
ΟΝ: η πληγή που τρέχει ανθρώπινη ιστορία.
ΟΝΕΙΡΟ: άλλο σκοτάδι ο κάμπος καθενός.
ΟΡΓΗ: θάμνο απειλεί η πέτρα.
ΟΡΜΗ: άλογο αδημονεί ο βράχος.
ΟΥΡΑΝΟΣ: εκεί που αγγίζει σάρκα η ανάστροφη της γης.
ΠΑΓΩΝΙΑ: αιφνίδιος άνθρωπος,
σ’ έναν αρχαίο κόσμο ανθρώπων.
ΠΑΘΟΣ: φύσημα οχιάς σε ξυράφι.
ΠΑΙΔΙ: μια ανάσα αθανασία.
ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ: ό,τι προλάβουμε τη νύχτα που ξυπνάει θεός βρικόλακας λυκάνθρωπο τον κόσμο.
ΠΑΡΑΜΥΘΙ: το ξυλάλογο της προσδοκίας.
ΠΕΙΝΑ: αύριο ζεστό και μαλακό σαν πρωινό καρβέλι.
ΠΕΛΑΓΟ: ένας αδίστακτος βυθός ανηφορίζει
με φύλλα κάτασπρα προς τον καρπό του γαλανού θανάτου.
ΠΕΝΘΟΣ: ό,τι κρύσταλλο απ’ το δάκρυ.
ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ: η σιωπή με γρήγορες κινήσεις.
ΠΟΘΟΣ: η ζωή βρέχει ακούραστα μια νύχτα ως το πρωί, και το πρωί διψάμε.
ΠΟΛΗ: δυο ανάσες μουχλιασμένα υπόγεια σύρριζα στην απελπισία.
ΠΟΤΑΜΙ: μια πατρίδα σκοτεινή, άβολη, ξένη, αρχαία, αιματηρή.
ΠΡΟΣΩΠΟ: υπάλληλος ενός τραγικού θεού που αποφεύγει την κατάρρευση, πεθαίνοντας αργά.
ΣΗΜΑΣΙΑ:όλοι μαζί, για το ίδιο αιφνίδιο σκοτάδι.
ΣΙΔΕΡΟ: ο λάκκος που χορταίνει την ξύλινη φιλοδοξία.
ΣΚΙΑ: συντάσσονται ένα-γύρο τα βουνά με σκοτεινές προθέσεις.
ΣΚΟΤΑΔΙ: δυο βράχια δρόμος προς το φως.
ΣΠΙΤΙ: παιδιά που πελεκούν το χρόνο με φωνές εργατικές.
ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΑ: μια συγκατάβαση εξαίσια θαλπωρή.
ΤΡΙΖΟΝΙ: δέκα δάχτυλα κομματιασμένος ύπνος.
ΦΑΜΙΛΙΑ: ένα σκυλί γαλήνη σπιτική.
ΧΕΡΙ: δέκα δάχτυλα θηλασμένη νηνεμία.
ΧΙΟΝΙ: λευκό σαν πρόσχαρη αγκαλιά.
ΧΥΜΟΣ: η πάλη των χεριών και των φιλιών.
ΧΩΜΑ: μια χαίτη που γεννήθηκε νωθρή, αλλ’ ονειρεύεται συχνά τον άνεμο στην πέτρινη καρδιά της.
ΨΥΧΗ: το φίδι σέρνεται ανάπηρη κραυγή που λέει την ερημιά του κόσμου σκόνη.
ΩΡΙΜΟΤΗΤΑ: μια πρώιμη πείρα που γυρίζει φρίκη με τα χρόνια.
Γιώργος Μπλάνας
Πάντως το Blog σου είναι καλό, πολύ καλό, σχεδόν αριστουργηματικό
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιώργος Μπλάνας
Βαθύτατο κείμενο για μελέτη κύριε Μπλάνα, ανούσιο το σχόλιο του επισκέπτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα σέβη μου!