Burada





Burada

Οι μυγδαλιές ανθίσανε στο περιβόλι του τρελού
και μια παλινωδία εύρωστη πλανάται πάνω απ’ την πόλη
σα μια συχνοουρία κάλπικη σ΄ ένα σπιρτόκουτο μέσα
λες και οι ήχοι που παράγονται
είναι ένα συνεχές φσσσς…
κι ένα θρόισμα των φύλλων

τώρα, που είναι Άνοιξη και γέμισαν οι δρόμοι μ΄ ανθισμένες μυγδαλιές
φυσάει καιρό με πεπραγμένα γνώριμα και γίνανε ανθόσπαρτοι οι δρόμοι
χρόνια μετρούμενα σαν τις πετριές σε ένα κομπολόι
και σαν τους χτύπους των λεπτοδεικτών
τα αλλεπάλληλα τικ-τακ…
που τα πουλάνε οι εμπόροι κι ευθύς ξανά δε θα μας έρθουν

φύγανε βλέπεις όλοι έτσι απ’ τη ζωή μου
κι εγώ ξεγλίστρησα και το΄ σκασα απ’ τη δική τους
για να μην έχουμε να επαναλαμβάνουμε τα αυτονόητα και τα εκούσια
παρά για να΄ χουμε για κάτι να μιλάμε ως το μέλλον
αλληλένδετα και με το παρελθόν μας

όλα μια ζωντανή αλληλουχία
κι όταν φεύγουν τα δάκρυα κι ανθίσεις τότε με πιο ξεκάθαρο μυαλό θα επιθυμήσεις
τις περασμένες Άνοιξες, τις πασχαλιές, τις ανθισμένες μυγδαλιές και τ΄ αγιοκλήματα
θα επιθυμήσεις περασμένες αγκαλιές
που σ΄ άφηκαν πάνω στο δέρμα ένα tattoo με θραύσματα αγάπης
και μέσα στον εγκέφαλο, ερωτικά σκιρτήματα κωδικοποιημένα

…και αποχαυνωμένα λόγια στο τασάκι, που τα κάπνισες

burada, εδώ κυλάει η ζωή
σαν γάργαρο νερό και τρέχει στο αυλάκι
κι ακούγονται οι συνειρμοί σαν μουσικές με ήχο στερεοφωνικό και δυνατά τα μπάσα
ο δίσκος έφτασε στο τέλος του να παίζει ΄προβατάκια΄
και να που πλησιάζει ο χάροντας από μακριά ν΄ αλλάξει την πλευρά

δε θα ΄ναι ονειρικό το τέλος όπως το φινάλε στις ταινίες
ίσως να μοιάζει με ταινία πορνό όπου σφαδάζει μια πουτάνα
ιδανικά θα έλεγα πως θα χαθούμε…
αφού σε κάθε έναν μας ταιριάζει κι ένας θάνατος

αστράκια έβλεπα στον ύπνο μου και φαρσοκωμωδίες
βρε, δεν ξεκίμνησε καλά ετούτη η Άνοιξη
ζωάκια τρέχανε ολούθε να σωθούνε κι εγώ σε μια πιρόγα διάβαζα Μαγιακόφσκι
΄.. τη σκέψη σας που ονειρεύεται πάνω στο πλαδαρό μυαλό σας
σάμπως ξιγκόθρεφτος λακές σ' ένα ντιβάνι λιγδιασμένο, εγώ θα την τσιγκλάω
επάνω στο ματόβρεχτο κομμάτι της καρδιάς μου
φαρμακερός κι αγροίκος πάντα ως να χορτάσω χλευασμό
εγώ δεν έχω ουδέ μιαν άσπρη τρίχα στην ψυχή μου κι ουδέ σταγόνα γεροντίστικης ευγένειας
με την τραχιά κραυγή μου κεραυνώνοντας τον κόσμο, ωραίος τραβάω, τραβάω..΄*

ένας μ΄ ένα τουφέκι κυνήγαγε τον Φλίπερ
κατούραγαν μια δεκαριά νοματαίοι σε μια απόχη
γιατί είναι δόλωμα καλό, στα Σόδομα, μου είπαν
και πέντε καλικάντζαροι εστήσανε χορό

φυσάει καιρό ανάμνηση, ροδόνερο κι αστάρι
μυρίζει η μπογιά φρεσκοβαμμένο χωρισμό
χτυπάει η καμπάνα, δες, μας κάναν πηγαδάκι
στον ουρανό αστράφτει και παντρεύουν το θεριό
Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει, γι’ αλλού ταξίδι ήθελα να πάω, το ξέρει το χωριό
μα σε κηδεία βρέθηκα και ξέμεινα εδώ…

burada, εδώ κυλάει η ζωή
σαν γάργαρο νερό και τρέχει στο αυλάκι
οι μυγδαλιές ανθίσανε στο περιβόλι του τρελού
και μια συχνοουρία μ΄ έπιασε απόψε
λέω να σβήσω λόγια αθεράπευτα που τα κάπνισα..

Γιώργος_Κ (*οι στίχοι Μαγιακόφσκι από το Σύννεφο με παντελόνια σε μτφ. Γ.Ρίτσου)

Σχόλια