Αναρτήσεις

Φέρτε με στο νυν της αστραπής

Εικόνα
Φέρτε με  στις πλατείες των ονείρων, στις συλλαβές των νερών,  στις εξάψεις των χρωμάτων- Φέρτε με  στο νυν της αστραπής στο φλας  των ανέμων- φέρτε με στο αγώγιμο φως του λόγου, στην εύκολη δυσκολία του ανταγωνισμού,  στην υπερβατική φαντασία, στο μικρό θέατρο  των ιδεών- φέρτε με κοντά στην απουσία στον θεό που όλο και συμπληρώνεται από κοσμοθεωρία βαρβάτη- Φέρτε με  στην θρησκεία των γιασεμιών, στην οδοντόληκτη μουσική του αρχαίου ναού- Κάτω απ’ τους κίονες,  ντυμένος  υπερούσιο φεγγάρι αφήστε να γίνω  μύστης των αφανών να καρφωθεί η λαλιά μου στην φλούδα του δέντρου τότε που μόλις ψιχαλίζει και όλα στην γη τα σκεπάζει  ένα χαρούμενο πνεύμα που είσαι εσύ και εγώ..

Σου χαρίζονται λόγια

Εικόνα
Να δεις τον πλούτο της σφήγκας να γδέρνεται απ’ τον βοριά πάνω στα βράχια και να αναιρείται ο τίτλος κάθε ιδιοκτησίας σου. Άλλωστε τι ωφελεί; Σπάζουν τρυφερά τα αμύγδαλα και η γλύκα τους σε σένα που αποδοκιμάστηκες απ’ τους πολλούς, χορηγείται. Σου χαρίζονται λόγια που θα τα καταλάβουν οι άλλοι μόνο στην σιωπή που μεγαλώνει σαν καΐκι ορθόπλωρο κι όταν η κάμαρά τους θα ναυάγησε μες την ψυχή.. Θέλει ορθοδοξία της υποταγής στο ταπεινό και στο απέριττο να πας στου πόντου τα ιριδίσματα. Φωταγωγούνται τα μέσα σου κι όταν ο θύτης γίνεται με την σειρά του θύμα το ποίημα σου χαρίζεται και ως τον ουρανό ανάβει τα φώτα του. Οι πιο αγνές καρδιές μ’ ένα κλωνάρι του βασιλικού στ’ αυτί έζησαν και πορεύτηκαν. Τώρα στην οικουμένη πια νυχτώνει. Πρέπει να ετοιμαστούμε για καινούρια μουσική. Νέα αυτιά για νέο ολοκάθαρο ήχο. Νέες ιδέες για την πράξη του θανάτου. Νέα ματιά για ολοκαίνουρια ζωγραφική.

Μακρινίτσα

Εικόνα
Τι να πούμε τι, φυσάει αγωνίες η μέρα· Ξύπνησα πιο νωρίς κι απ’ τον ορίζοντα· Στολίζω τα μάτια μου με ουράνιο σκοτάδι· Στον Βόλο των αστεριών το μυστήριο αλλάζει Του χρόνου τις διδαχές· Η Μακρινίτσα σαν ένα αναμμένο περιδέραιο στο στέρνο Του βουνού με καλεί να πλησιάσω κοντά της. Αυτό που αποφασίζω με ακολουθεί. Στέλνω την αισιοδοξία μου μες την ορμέμφυτη χαρά της αστραπής Και εγκολπώνομαι λογάκια ρόδινα που κραταιά αχούνε. Σε μια χοάνη σκέψης όπου όλα απορροφούνται τα φώτα Της ανάμνησης εκεί στο ήσυχο μπαλκόνι που πίνω τον καφέ μου πριν ακόμα φέξει η μέρα Συντελείται ρίζα το ποίημα. Θέλω να πλησιάσω τα νοήματα με την ακρίβεια που κόβει ένα νυστέρι. Ακριβοδίκαια να σταθώ μέσα στην μοναχική μου φιλοσοφική σκιά.. Βόλος 3.2.2013

Από το βλέμμα μου φεύγουν πουλιά

Εικόνα
Από το βλέμμα μου φεύγουν πουλιά που υψιπετούν ακλουθώντας το κατόπι την μοίρα. Τα βλέφαρα αγαπούνε την ρέμβη και την καταχωρούν στην καρδιά. Πούπουλα έγνοιας αφήνουν την κίτρινη αιθέρια γύρη να περιφέρεται στο περιβολάκι των λέξεων. Μεσημεριάζει. Ωραία μεσημεριάζει! Ο καφές έστρεψε τα γεγονότα προς την διαλεύκανση. Από τους τίτλους των εφημερίδων επισταμένως απουσιάζει η αλήθεια. Νόμιμη ζοφερή φυλακή. Ο χαρτοκόπτης κόβει τις σελίδες στα παλιά βιβλία Όπως και η καρδιά μου ζει σε παν-ιώνιο πάθος και αιολική προσευχή.

Συμπυκνώνονται οι προθέσεις μου

Συμπυκνώνονται οι προθέσεις μου- σαν μια γάτα Που νιαουρίζει      ζητώντας έτοιμο φαγητό. Εικόνες του μυαλού, της ημέρας εικόνες: το παιδί Που παίζει πλάι στην λίμνη με την μπάλα του Και η ηλικιωμένη που θα κλάψει βλέποντας ξανά τον ήλιο. Μια δροσερή φλογέρα που απλώνει τον σκοπό της μουσικής Επάνω στον καθρέφτη Θρονιάζονται ματιές σαν ημίτονα Που ανασκευάζουν την άποψη της πραγματικότητας Μια κιβωτός που φυλάει τα σύμβολα Της χαράς    συνοδεύεται από την ταξιαρχία των συννεφένιων στρατιωτών Στο χαοτικό πρωινό Ο νους μου τέμνει την απώλεια Σθεναρά Ζεύγη πουλιών πετούν χαμηλά Επιδιώκουν τον έρωτα προσγειωμένο Ανατέλλει έντονη θλίψη Σε λεξιλόγια που δεν ξέρω να πω Οι λέξεις πιάνουν φωτιά Και μ’ απειλούνε..

ανάμεσά μας ζούνε κάτι αμίλητα παιδιά

Ανάμεσά μας ζούνε κάτι αμίλητα παιδιά που ονειρεύονται ανταύγειες φωτεινές όταν πέφτει η νύχτα κάτι παιδιά που δεν φοβούνται τις χειροβομβίδες κάτι παιδιά που ξέρουν την ορθογραφία των ουρανών μας αλλιώς. Πατρίδα τους είναι το μακρινό νέο φεγγάρι λούζονται μες της λίμνης το νερό και ανθίζουν την τραγωδία της ζωής μας αφοπλίζουνε και γράφουν νέους νόμους και άλλα δροσερά τραγούδια οικουμενικά. Όταν ερωτεύονται τα μεσημέρια απομένουν γυμνά σαν ποιήματα που μόλις απ' τον άνεμο θ' απαγγελθούν. Τα ζηλεύει ο χρόνος- έχουνε φτιάξει ένα σκαρί που πλέει στην αιωνιότητα και όταν η φτωχή μας μοίρα υπερφαλαγγίζει το κουράγιο εκείνα νανουρίζονται κάτω απ' τ' άστρα με τα παραμύθια των μανάδων τους που φτιάχνουν μπόλια του έρωτα να τους γλυκάνουν την ψυχή..

Θανάσης Αθανάσιος- Οχεία

Εικόνα

Οι αριθμοί τελείωσαν ή υπήρξαν πολύ θλιβεροί.

Χοροπηδούνε επί του πιεστηρίου κεφαλαία γράμματα και ζητούν μια φροντίδα αποτοξίνωσης. Οι αριθμοί τελείωσαν ή υπήρξαν πολύ θλιβεροί. Χαμήλωσε και άλλο ο ουρανός. Οι λέξεις έγιναν μαστίγιο που χτυπά την ράχη της νεκρής ιδεολογίας. Ο ποιητής ξαφνιάστηκε να μην αντιπροσωπεύει πια τίποτα αφού του αφαιρέθηκε η καρδιά. Οι καιροί θέλησαν τόλμη και ο φουκαράς δεν είχε. Μπορεί σε άλλες εποχές να γεννηθούν μυαλά φωτεινά που δεν φοβούνται κανέναν και εκτινάσσουν την δικαιοσύνη σε ύψος ορατό και που την γεύονται όλοι. Τότε θα σκιστεί το παραπέτασμα και θα προβάλουν ευαγγελιστές που θα ζητούν μια Βίβλο οικουμενικής ευθυδικίας..

Μελτεμάκι του Αυγούστου ανεβάζει την θάλασσα ως την έκπληξη!

Μελτεμάκι του Αυγούστου ανεβάζει την θάλασσα ως την έκπληξη! Συντονισμένη με τον ήλιο θάλασσα Νησί φρέσκων κυμάτων και απέθαντης γαλήνης Τεντωμένο μες το Αιγαίο σαν καρπός που ωρίμασε Τέμνεται από τα κοπίδια των ανέμων. Ρήσεις πελάγου κάνουνε τρωτό το σώμα του Στο κούτελο του περπατά ο πετροκάβουρας Νυσταλέος γυμνοπόδης μπερμπάντης. Πανέτοιμες παραλίες για ανέτοιμους λουόμενους αποδίδουν τιμές δροσιάς στο μαυρισμένο σώμα της κοπέλας με το τατουάζ του αδίστακτου σκορπιού λιγάκι πάνω απ’ το μπικίνι. Για το γυμνασμένο σώμα της γράφουνε ραψωδία οι κοιλιακοί. Η άμμος καίει. Το νερό ζώνει το σώμα μου και οι αισθήσεις όλες σαν χορδές μιας λύρας Παίζουν μουσική βαθυκύανη και μ’ ήλιο φλομωμένη. Η Κως γιορτάζει αμετροέπεια των επιφωνημάτων!

Η Ευρώπη ξερνά το τσιγγούνικο χρήμα της

Λείπει η χαρά των ματιών, κάτι ρακένδυτοι ψαχουλεύουν μέσα στην μπόχα των σκουπιδοτενεκέδων η κοινωνία απέτυχε- μην ακούς τι λένε οι πολιτικοί αγκιτάτορες- σήψη μυρίζει· μια κατάθλιψη επεκτατική περιφέρεται κι όλο το κλίμα προδίδει εφιαλτική Γερμανία. Η Ευρώπη ξερνά το τσιγγούνικο χρήμα της- δεν χωνεύει αυτό που έτσι κι αλλιώς δεν της περισσεύει αλέθει την ασχήμια της μες τις μυλόπετρες του άρρωστου πολιτισμού. Ιδέες κανιβαλίζει και πάει πάλι πίσω στην προ ανθρώπου ιστορία. Τα νάιλον μαλλιά της ανεμίζουν στον σκυθρωπό αέρα η πλαστική συνείδηση της αφομοιώνει τα πάντα αργά Στις προγραφές της οι λαοί του Νότου ανυποψίαστα θύματα.. Α κι είχα πιστέψει στην Άνοιξη στην πανδαισία των λουλουδιών, στην ηθική του μέλλοντος! Πάνω σε στίχους είχα εναποθέσει τις ελπίδες μου. Ερωμενέστερος όλων. Είχα συγκροτήσει από ένα τίποτα όλα τα αγαθά μου- Είχα βαφτίσει Ελλάδα την τσεκουράτη αλήθεια μου. Τώρα τα παιδιά ζητούν τον αυριανό κόσμο τους δεν το

Κύριε, σ' αναζητώ

Εικόνα
Κύριε, σ' αναζητώ στ' αστέρια, στον ουρανό σε ψάχνω να σε βρω να σε γνωρίσω, να σ' αγαπώ. Σε βλέπω στην κάθε ψυχή που δακρύζει και πονά που διψάει, που πεινά που υποφέρει στης αμαρτίας τη φυλακή. Σε βλέπω στα μάτια των παιδιών στα χρώματα των λουλουδιών στης φύσης την αρμονία στης δημιουργίας τη σοφία. Σε βλέπω στην ευωδία των Αγίων στην αντοχή των μαρτύρων στην εγκράτεια των ασκητών στην υπακοή των μοναχών. Σε βλέπω σε μια φάτνη ταπεινή στην κάθε αγνή ψυχή σε βλέπω πάνω στο σταυρό να θυσιάζεσαι για κάθε αμαρτωλό. 18/12/11 elenitheof

Καλά Χριστούγεννα

Εικόνα
Προσευχή στο νεογέννητο Χριστό Ονειρεύομαι, επιθυμώ στα ουράνια να πετώ με της ταπεινοφροσύνης τα φτερά με τα μάτια καθαρά το φως της δόξας σου να δω να σε δοξολογώ. Της μετάνοιας το δάκρυ δώρο σου προσφέρω ακριβό για ν' ανθίσει η αγάπη μέσα στης καρδιάς τη φάτνη μ' ένα μοναδικό σκοπό η ψυχή να μοιάσει στο Θεό. elenitheof 17/12/2011

Θυμήσου

Εικόνα
Θυμήσου Πως τα φέρνει ο χρόνος και μαλώσαμε ξανά και σε μια ξαφνική στιγμή ενώνει πάλι τις ψυχές. Κλείνω τα μάτια και ονειρεύομαι πως τίποτα δεν άλλαξε με μας οι κρίκοι απλώς τραντάχτηκαν,δεν έσπασαν κι η θλίψη σκέπασε τα βλέμματα λίγο ακόμη μοναχά,και θα ναι όλα όπως παλιά. Είμαι εδώ και περιμένω το φως στα μάτια να ανατείλει και η ελπίδα τα όνειρα να ξαναχτίσει. Θυμήσου τα βλέμματα πως μιλούν σαν συναντιούνται στα δύσκολα και μια αγκαλιά ζεστή που λυτρώνει κάθε πόνο σαγαπάω φιλαράκι μου αυτό να το θυμάσαι και τίποτα εμάς τους δυό δεν θα χωρίσει. Είμαστε δυνατοί απλώς δεν το γνωρίζουμε κι απ'τις αναποδιές πίνουμε νερό κι αλάτι ποτίζουμε τις πληγές με ursus και smirnoff να ψηθούν να γιάνουν με το χρόνο και απ'το μηδέν σαν πρώτα συνεχίζουμε. Μην με ξεχνάς, δεν σε ξεχνώ ούτε κι εγώ κάπου κάπου στέλνε κανένα μύνημα να γνωρίζω ότι είσαι καλά κι αν κάτι χρειαστείς ή χρειαστώ πάλι οι παλάμες να θυμάσαι πως θα ενωθούν σαν μια γροθιά. Θυμήσου τι λέγαμε στα στέκια που αράζαμε μέσα

Η ΚΥΡΙΑΚΗ..

Υπό την σκέψη της, μικρές συλλαβές, αγνώστου περιεχομένου, και ακλόνητες ακόμη κι αν συμβεί ο θάνατος, ακολουθούσαν μια πορεία ζωής, καθώς εκείνη ήτανε μια γλαφυρή απεικόνιση νεραΐδας, που έσωσε σε μια στιγμή καλή του ο καιρός. Από την φούστα της, που ανέμιζε σαν μια γιορτή χρωμάτων, ξέφευγε ένα πουλί και τίναζε επηρμένο τα φτερά του, για να σηκωθεί όλη η σκόνη του ορίζοντα. Ξέπλεκα τα μαλλιά της, μελαχρινά, στο φως της μέρας, έκαναν πιο Κυριακή την Κυριακή . καταλάβαινε ακόμη και κείνα που δεν έλεγα. Έτσι είχε άλλη σημασία η γλώσσα. Τα δάχτυλα της έψαυαν τον παλιό πέτρινο τοίχο του σπιτιού που με φαντασία κατοίκησα να δουν εάν είμαι ακόμη μέσα. Μα εγώ ήμουν παντού γιατί δεν ήμουν πουθενά. Έριχνα δίχτυα και δεν έπιανα κανένα ψάρι ή όστρακο. Απλά συναγωνιζόμουν την θάλασσα. Έμπαινε μέσα στα μανίκια μου και έσκιζε τα πουκάμισα της φτώχιας. Ώσπου, μια μέρα που άξιζα έναν ήλιο και μου δόθηκε αγκάθι πόνου, απ’ των ανθρώπων τα φουσάτα ξέκοψα γοργά γοργά- κι ήρθα κο

Τι Αύγουστος και κείνος στο σπίτι της θείας

Στα πενήντα μας τέρμα οι αγάπες και οι Αντίλλες κουφαμάρα, λουμπάγκο, στριμάδα και βίδες ένας Αύγουστος ήταν κι αυτός σαν τους άλλους που σε ξέρω που σε είδα, οι ευχές είναι γι' άλλους.

William Blake

-The road of excess leds to the palace of wisdom. -Prudence is a rich,ugly maid courted by Incapacity. -He who desires but acts not, breeds pestilence. -A fool sees not the same tree that a wise man sees. -The hours of folly are measured by the clock, but of wisdom, no clock can measure. -If the fool would persist in his folly he would become wise. -The tygers of wrath are wiser than the horses of instruction. -When thou seest an Eagle, thou seest a portion of Genius, lift up thy head! -Prayers plow not! Praises reap not! Joys laugh not! Sorrows weep not! -Where man is not, nature is barren. -Opposition is true Friendship. -I tell you, no virtue can exist without breaking these ten commandments. Jesus was all virtue, and acted from impulse, not from rules. -One Law for the Lion & Ox is Oppression. -For every thing that lives is Holy. ( The Marriage of Heaven and Hell, 1790-1793 ) -Degrade first the Arts if you'd Mankind Degrade. -Empire follows Art & Not Vice Versa as Engli

Εγώ θέλησα έναν οίκο ευτυχίας

Όταν η ποίηση είναι ο τρόπος μου Το χρέος που νιώθω να έχω είναι να μείνει θερμή τόσο η γλώσσα Που δεν μπορώ κι εγώ αλήθεια να πω. Λυπούμαι που η ιστορία είναι σκοτάδι Στις μέρες μας. Εγώ θέλησα έναν οίκο ευτυχίας Που να έχουν αντικλείδι για την πόρτα του όλοι..

Ποίηση είναι η ευωχία που ποτέ σωστά δεν μεταφράστηκε.

Η μέρα είναι θρυλική παρουσία πάνω από τους ανοιχτούς ροδώνες. Είναι ερμητική και φερέγγυα- κρατιέται από τον ερωτικό μίσχο της επερχόμενης άνοιξης Και χαιρετά τα σμήνη των πουλιών. Τα φορέματα των λουλουδιών είναι εμπριμέ φαντασιώσεις Ενός γήινου μάγου. Τα δέντρα καμώνονται ακμαίους βιολιτζήδες Που δεν ξεχνούν αποπού γίνεται επική η μουσική. Πεσιμιστές φιλόσοφοι φέρουν μια σκέψη σκαιά εντός του δεκαπεντασύλλαβου του βροχερού Μαρτίου. Κατέχει τον χορό των εντυπώσεων ο διψασμένος για έρωτα άνεμος. Τα φρεσκοπλυμένα φύλλα σχεδόν χασμούριονται μπροστά στον λαμπερό καθρέφτη της συνήθειας των καλοτονισμένων στιγμών. Όποιος επικοινωνεί με την ομορφιά επικοινωνεί με την ιστορία των φώτων. Χαμογελά απόλυτα σοφός και σάμπως λυτρωμένος Ανάμεσα στις σκέψεις του που φυτρώνουν περιώνυμες να σημαδέψουν το χάος. Ποίηση είναι η ευωχία που ποτέ σωστά δεν μεταφράστηκε. Όπως να κοιτάζω τα όμορφα μάτια σου και να μην μπορώ με μια λέξη σωστή να τα πω. Βλέπεις ακριβοδίκαιη είνα

21 γραμμάρια

Εικόνα
Κλυδωνίζονται τα είδωλα… Δεξιά – ζερβά… Κοινό σύστημα μέτρησης… Επι-κοινωνία με σήματα στάχτης… Συν-αλλαγή μεθυσμένων ασθενών Με προπληρωμένη κατάθεση νοσούσας ψυχής… Εγκάρσιες τομές που φορέθηκαν αυτοθέλητα… Λαβές πάλης σε πρότυπα αρχετυπικών συνευρέσεων… Κινούνται λαθραία σε παρόδους τυχαίων συναπαντημάτων… Ερωτοτροπούν τη νύχτα… Ξεσκίζουν τη σάρκα της ηδονής που λειψά γεύτηκαν… Ξαποσταίνουν αναπνέοντας δροσοσταλίδες νυχτερινής άνοιας… Φωτοσυνθέτουν δυο στιγμές μετά… Τη λύπη τους… Θέλουν… Μα δεν μπορούν… να θέλουν… Στρίμωξαν τις πεθυμιές σε ρωγμές βίαια αποσπασμένων βράχων... Χειμέρια νάρκη μπολιασμένη με κοκκινόχωμα…     Κολυμπά η πένα στο μελάνι... Μαύρο μείγμα σαδιστικών γλωσσικών εξάρσεων... Συλλαβές ηδονής και οδύνης... Περιπλέκονται χαράσσοντας το χαρτί…. Ξεσκίζουν τη σάρκα του, χωρίς αιδώ… Χαμογελάνε ειρωνικά γλείφοντας τις πληγές του… Δέντρα που έσπερναν ζωή κλείστηκαν σε συρτάρια… Αυτοθέλητα πάλι… Συνειδητά… τα πάντα που χαρίστηκαν στο τίποτα… Περνά ο καιρός… χωρίς να πάρει

Το θύμα

Εικόνα
Καθρέπτη, καθρεπτάκι μου πότε ήμουν πιο ωραίος; υπήρξα και πιο γελαστό παιδί, γεμάτο αγάπη ποιος ήμουν και που πήγαινα, τώρα που να σου λέω; ποιος είμαι και που πάω, δε θυμάμαι, που να ξέρω! το μόνο που ζητούσα σ’ όλη μου τη ζωή να μην γευτώ το ολότελα, το τίποτα, το “φταίω” να μην υπάρξω θύμα της για μια μπουκιά ψωμί να έχω στην αγκάλη μου λατρεία για προσκεφάλι να γεύομαι τα κάλλη της και τη χαρά μαζί στα πόδια της ν’ απλώνω ο,τι μου ‘δωκε η πλάση.. ..γι’ αυτό κι απογοητεύτηκα πολύ ! και δες με πως κατάντησα, σαν άρρωστο σπουργίτι που πέταγε αμέριμνο ζητώντας συνταγή να πάρει λίγο δύναμη απ’ τους χυμούς, τα πάθη το έτερόν του ήμισυ νομίζοντας θα βρει κι αφού συμφωνηθήκανε τα πάντα για ν’ αρχίσουν κουμπάροι μπήκαν τα πουλιά και ο παπάς, γατί παρήγγειλαν τα στέφανα από χρυσό κριάρι ξεχείλισε κι η μαγιονέζα απ’ το ψωμί.. "quelle dommage" ..αλλάξανε τα πάντα, εν μια ριπή ασύμφορου και υπέρμετρου αστιγματισμού εντός ενός καυγά γεμάτου με υπερφίαλη ζάλη.. και χύθηκε ολωσδιόλου το