Αναρτήσεις

Τσάι Raspberry ~~~ κάτι δύσκολα Σαββατόβραδα, να, σαν και τούτο... με το που ξυπνήσω, πετάγομαι απ’ ευθείας στο ψυγείο και πέφτω με τα μούτρα, στα γλυκά με τη σοκολάτα άλλοτε πάλι, μεθυσμένοι απ’ τα φιλιά πίναμε παγωμένο τσάι raspberry, με μπόλικα παγάκια μασουλώντας τα, αραγμένοι στους εκεί έξω ατελείωτους καναπέδες της ανεμελιάς... και τίποτα, ποτέ, δεν μας έφτανε να μεθύσουμε πέντε τσιγάρα δρόμος η απόσταση κάτω Κηφισιά - νέα Ερυθραία, με τα πόδια γεμάτες οι τσέπες πάντα, με αντιπυρετικά και φάρμακα για το στομάχι και την πίκρα τρία τσιγάρα δρόμος η απόσταση μέχρι να ξαναρθώ στο σπίτι σου με αυτοκίνητο. Δύσκολα Σαββατόβραδα μας κρατούν φυλακισμένους στις αναμνήσεις... πουλιά έχουνε γίνει οι ελπίδες μας, τις χάσαμε φτερά έχουνε βγάλει τα όνειρά μας και πετάξαν καπνοί, κοίτα! κατάντησαν οι κόποι μας τσιγάρα που φουμάραμε και πάνε... αμέτρητες οι γόπες στο σταχτοδοχείο της αναμονής για έναν καινούργιο κόσμο που ποθήσαμε κι αυτός, στρωμένος με πατημένες υποσχέσεις για το αύριο.

Πελώριο απολιθωμένο καλοκαίρι!

Εικόνα
Διάφανη ιερή γαλήνη του Σαββάτου. Ο Αύγουστος απλώνει τα πλοκάμια του μες την αυγή και η ζωή είναι σεμνή και διατρανώνεται κάτω από τον έναστρο θόλο. Ξύπνημα ήρεμο γλυκό, στην ζέστα του καλοκαιριού που μεγαλώνει. Τα άστρα έπεσαν μέσα στα χέρια μου, όλα ανάβουν και σβήνουνε ευτυχισμένα. Το τριαντάφυλλο με την οξύνοια των μίσχων του γελά αφήνοντας τα πέταλά του να ιερουργούνε. Αδιάκοπα κελαηδίσματα, ορχήστρα μυστική που με τον χρόνο αντιπαραβάλει. Στήσε αυτί και άκου: η μέρα απορρέει από το μηδέν του χρόνου της και ξαφνιάζει ευχάριστα αυτή η αριθμητική των τζιτζικιών που ψάλλουν. Πελώριο απολιθωμένο καλοκαίρι!
Εικόνα
Η δηθενιά του «εγώ» (ή μαύρη πέτρα) ~~~~ Φλαμένκο χορεύουνε απόψε οι αναμνήσεις πάνω σε αλαφιασμένα σύγνεφα φυσάει ακόμα ένα αεράκι δροσερό πάνω στα χείλη μου και πάνω στα μαλλιά μου, σα να με χαϊδεύει - η τελευταία γεύση του φιλιού που θυμίζει προδοσία - ως με προδώσανε πολλοί, αιδώς και κάκιστα ή άλλοι που χρίζαν δικοί μου άνθρωποι, λέει η ίδια η ζωή με πρόδωσε γυρνώντας μου τον κόσμο ανάποδα και από πίσω να μ’ακολουθούν κάτι βαλίτσες ξεχασμένες από κάποια ξενοδοχεία τιγκάρανε με αναμνήσεις και ερωτικά εφόδια που μείνανε κλεισμένα εκεί μέσα να σαπίζουν μαζί με κάτι προφυλακτικά και φάρμακα ληγμένα το δήθεν, το τυχαίο, οι ελπίδες μου, τα βότσαλα βαρύναν απ’ του βαρυσήμαντου φευγιού τα άυλα πρωτεία - και ουδείς μπορεί στερνά να τις σηκώσει - κι εμείς που ξοδευτήκαμε σε ατέρμονες υποσχέσεις σ’ ανηλεείς καθάριους πόθους θέλοντας να πνιγούμε αύριο θα μας λυπούνται που αγαπήσαμε κι απ’ αύριο που θα ‘μαστε στο πεζοδρόμιο ή μετρώντας τα χιλιόμετρα, στο δρόμο για τα ξένα ίσια θα

Είπα να ζήσω λευκά και έγινα θεέ μου κατακόκκινος!

Εικόνα
Συμβαίνω: όπως συμβαίνουν τα πράγματα- συμβαίνω. Έχω μοίρα φθοράς. Κατανοώ και απελπίζομαι. Κι αν Μπορέσω να αυτοχρησιμοποιηθώ προς τέρψιν Εμού του ιδίου Ίσως μείνει ένα ατελέσφορο κάτι Που δεν μου ανήκει Περισσότερο απ' ότι αυτός ο άχροος στίχος Που καλπάζει Στ' αυτιά μου φαιδρά. Είπα να ζήσω λευκά και έγινα θεέ μου κατακόκκινος! 14.8.2010
Εικόνα
ΟΧΙ ~~~ Με συγχωρείτε, λύγισα καθούμενος σε τούτα εδώ τ’ αγκάθια, αποκοιμήθηκα κι αναρωτιέμαι με τη γεύση των δακρύων τι επιτέλους αποκόμισα... - τι γεύτηκα λοιπόν, τι γνώρισα, τι είδα τι έζησα, με τι μαγεύτηκα, τι πήρα, τι μου δώσαν; - γεύτηκα τα πρωτόγνωρα ερωτικά φιλιά που στάζαν υποσχέσεις για παντοτινή αγάπη (και έμαθα να μην πιστεύω ούτε λέξη τους) γνωρίζοντας παράλληλα πως να μοιράζω τον εαυτό μου τον μοίρασα στα τέσσερα, στα δύο, στα οκτώ τον μοίρασα σα το ψωμί σε φέτες κι από λίγο εγώ που με χαλάλησα με τον καιρό με έκοψα, με διέλυσα και με ξανάφτιαξα μαζί σου τις εμπειρίες έζησα, τις κουβαλώ στις πλάτες μου αυτές που με βαρένουνε και τώρα που υποφέρω την εγκατάληψη έμαθα και την οργή του κόσμου κάθε απόρριψη ζωής και την απελπισία με συγχωρείτε, λύγισα κι απόψε κι έκλαψα με ένα δάκρυ απαρηγόρητο, που αργοκυλάει με εικόνες φωτογραφίες, μπιχλιμπίδια και κάτι ξεχασμένες αναμνήσεις που ξεπετάγονται στα χνάρια που βαδί
Απάνθισμα © 2015 from Γιώργος Κόκκινος
Poetry from Γιώργος Κόκκινος
Χλωμό Σαββατόβραδο ~~~ ...και να μια μελωδία π’ ακούγεται, ξεχασμένη! καιρός πάει πολύς που άκουγα και διάβαζα για νέους κόσμους εδώ να μασουλάω Μαγιάτικο ψωμί, με ελαιόλαδο και δυόσμο... πόσα φεγγάρια μάτια μου να περιμένεις ακόμα; γεμίσανε τα φεγγάρια, αδειάσανε περάσανε μήνες, χρόνια, δεκαετίες γεμίσανε τα ποτήρια με πίκρες, φαρμάκι από χάπια και αηδία σπάσανε τα ποτήρια με μια μανία τόση, σε ραγισμένους τοίχους σπάσανε πάνω τους τα μπωλ, τα πιατικά σε στίχους που με κλάματα και με φωνές βαφτήκαν και σκέπασε η ερημιά την πλάση κι όλα χαθήκανε... ...και οι ψυχές ολούθε να περπατούνε, σα στοιχειωμένες οι κάμαρες κι έξω και μέσα η ερημιά να πλανάται στον ορίζοντα άγνωστες ψυχές να περπατάνε στο πλευρό σου ...τι φρίκη! άλλες σ’ ακολουθήσανε και πήρανε το κατόπι σου κι άλλες γίναν το έλκηθρο για την καταστροφή σου κι όταν είδαν την ανημποριά που κουβαλάς στις πλάτες σου εσύ που μόχθησες να τις κερδίσεις με τις βολές σου εσύ που περπάτησες χιλιόμετρα, που έφτυσες αίμα που κουβάλησ

Μικρό, τιποτένιο εγχειρίδιο ποίησης

Εικόνα
Για την Hμέρα της Παγκόσμιας Ποίησης ( 21/03/2015) Μικρό, τιποτένιο εγχειρίδιο ποίησης, από έναν τυχαίο ...προς έναν νέο ομότεχνο ! ~~~ Να μη ντραπείς, για σένα φίλε ή φίλη που συγγράφεις να μην ντραπείς να πιάσεις το μολύβι σου και ανά πάσα μια στιγμή, να καταγράψεις.. σε όποια άθλια ή χαρούμενη στιγμή η ζωή σου και να βρίσκεσαι να καταγράψεις την ΣΤΙΓΜΗ ( μιας που όλα στη ζωή γίνονται σε μια στιγμή και χάνονται μετά!) γεννιόμαστε σε μια στιγμή, σε μια στιγμή νομίζουμε πως πήγαμε σχολείο, όσο περνούν τα χρόνια σε μια στιγμή ερωτευόμαστε και η μαγεία, σε μια ανείπωτη στιγμή μας κατακλύζει σε μια στιγμή ένα συναίσθημα μας κάνει να δακρύζουμε και σε μια άλλη τρυφερή στιγμή ένα φιλί, χύνεται από τα χείλη σα σιρόπι σοκολάτας σε μια στιγμή χωρίζουμε ... σε μια στιγμή αποχωριζόμαστε από εκείνο που νομίζαμε πως ήτανε για εμάς το άπειρο...! σε μιαν υπόλογη στιγμή, το μετανοιώνουμε μετά από καιρό ...για μια στιγμή σαστίζουμε κι όταν κληθεί το πέρας μας, στον

Για μια φορά...νιώσε.

Είμαι ερωτευμένη και παραδομένη στον τρελό έρωτα σου. Πόσες φορές πρέπει να στο πω για να το πιστέψεις? Δεν θέλω μόνο να θυμάμαι πως είναι τα μάτια σου, αν δεν μπορώ να τα κοιτάξω. Δεν θέλω να περνάει ο καιρός, χωρίς να μυρίζω το άρωμα του κορμιού σου. Δε θέλω να σε χρειάζομαι αφού δεν μπορώ να σ' έχω κοντά μου. Θα ήθελα να ζήσω μαζί σου, έστω για μια νύχτα. Να κοιμηθούμε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου, να σε φιλώ και να σε χαϊδεύω όλη τη νύχτα. Για μια φορά, κάνε ότι λέει η καρδιά σου. Μη κοιτάξεις τίποτα άλλο. Απλά νιώσε. Μη φοβηθείς!

ΘΕΛΩ

Αυτή η σύνοψη δεν είναι διαθέσιμη. Κάντε κλικ εδώ, για να δείτε την ανάρτηση.

Επίλογος

Προσπάθησα να διώξω τα δάκρυα μα είναι επίμονοι επισκέπτες μέσα στης απουσίας την υγρή κενότητα χωρίς ιαχές, αργά μυρωδιές χωρισμού αναδεύουν…αιωρούνται γαλάζια κύματα σκεπάζουν με το κρύο τους φτερούγισμα του πόνου την επίπεδη κίνηση στις στοιβαγμένες πέτρες μιας πεθαμένης ανάμνησης αργοκίνησα γλιστρώντας ανάμεσα στα δάχτυλα μου την σιωπή σου.. της εκμηδένισης βράχοι σκληροί ας σκεπάσουν με την πύρινη περπατησιά τους τις προσμονές της απελευθέρωσης δεν θυμάμαι Ελπίδα

Σου χαρίζονται λόγια

Εικόνα
Να δεις τον πλούτο της σφήγκας να γδέρνεται απ’ τον βοριά πάνω στα βράχια και να αναιρείται ο τίτλος κάθε ιδιοκτησίας σου. Άλλωστε τι ωφελεί; Σπάζουν τρυφερά τα αμύγδαλα και η γλύκα τους σε σένα που αποδοκιμάστηκες απ’ τους πολλούς, χορηγείται. Σου χαρίζονται λόγια που θα τα καταλάβουν οι άλλοι μόνο στην σιωπή που μεγαλώνει σαν καΐκι ορθόπλωρο κι όταν η κάμαρά τους θα ναυάγησε μες την ψυχή.. Θέλει ορθοδοξία της υποταγής στο ταπεινό και στο απέριττο να πας στου πόντου τα ιριδίσματα. Φωταγωγούνται τα μέσα σου κι όταν ο θύτης γίνεται με την σειρά του θύμα το ποίημα σου χαρίζεται και ως τον ουρανό ανάβει τα φώτα του. Οι πιο αγνές καρδιές μ’ ένα κλωνάρι του βασιλικού στ’ αυτί έζησαν και πορεύτηκαν. Τώρα στην οικουμένη πια νυχτώνει. Πρέπει να ετοιμαστούμε για καινούρια μουσική. Νέα αυτιά για νέο ολοκάθαρο ήχο. Νέες ιδέες για την πράξη του θανάτου. Νέα ματιά για ολοκαίνουρια ζωγραφική.
Έρχομαι από τη χώρα του θυμάμαι… Κατευθύνομαι εδώ και κάμποσες χιλιάδες μέρες προς τη χώρα του ανήκω… Ο πατέρας μου μ’ έσπειρε σε ώρα, που μεσουρανούσαν οι Διόσκουροι… Η μάνα μου με γέννησε τη μέρα, που το φεγγάρι του Αυγούστου είχε πάρει την κάτω βόλτα… Δεν το είχα προλάβει ολόκληρο… Έζησα χρόνους πολλούς στην ίδια γειτονιά, στον ίδιο δρόμο… Οδός Εμμονής 23 έγραφε απ’ έξω το καταφύγιο των πολλών εαυτών μου… Εκεί πήγα τις πρώτες μου βόλτες, εκεί έμαθα να περπατώ πάνω στο νήμα… Ακροβάτης εκπαιδευμένη στα πιο ακριβά σαλόνια … Έμαθα να τρώω με χρυσά πιρούνια, με λογής – λογής κουτάλια… Να διαχωρίζω τα συμβατικά μαχαίρια από το άλλο μαχαίρι… αυτό με το οποίο αλείφεις τις πληγές σου αλάτι, για να εκπαιδεύεις τον εγωκεντρικό σου εαυτούλη στον πόνο και το δρόμο… Σπούδασα αγγλικά, γερμανικά και πιάνο… Αυτά… μα όχι μόνο αυτό… Πέρασα πύλες – όχι του Ρουβικώνα, αυτές τις καθυστέρησα για κάμποσα τέρμινα – αλλά πύλες τριτοβαθμίου εκπαίδευσης και πολυτεχνικής επιτυχίας…
Εικόνα
Απάνθισμα © 2015 (Απάνθισμα στίχων 2004-2015) To αρχείο είναι pdf, μπορείτε να το κατεβάσετε εδω https://www.scribd.com/doc/256496298/Απάνθισμα-2015 Σε αρχείο word μπορείτε να το κατεβάσετε εδώ https://www.scribd.com/doc/256496223/Απάνθισμα-2015 ~~~