Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Φεβρουάριος, 2008

Οι πριγκίπισσες τελείωσαν στη γη

Εικόνα
Μια ιστορία θα σας πω που μοιάζει παραμύθι μα ετούτη η αφήγηση λες γίνηκε στ’ αλήθεια πριγκίπισσα ερωτεύτηκε έναν πρίγκιπα με πάθος κι αυτός που την αγάπησε, την άφησε να φύγει στην καύτρα του Καλοκαιριού, του καύσωνα τη ζάλη δυο νέοι συναντήθηκαν στην πρώτη τη φορά τους εκείνος ομορφόπαιδο, δεν είχε αγάπη άλλη κι εκείνη ως πριγκίπισσα, αμόλυντη κι αγνή στα μάτια κοιταχτήκανε και δώσανε το λόγο πως θα ‘ναι ο ένας πάντα πλάι στον άλλο στη ζωή κι ευθύς τ’ αποφασίσανε να γίνουνε ζευγάρι ανδρόγυνο σε μια εκκλησιά, την πιο ερημική γεμίσανε την πλάση και τον ήλιο, το φεγγάρι φιλιά, αγκαλιές και στίχους που τους γράφανε μαζί τον κόσμο όλο γυρίσανε μ’ ένα παλιό αμάξι που φάνταζε σαν άμαξα με άλογα, χρυσή για κοίτα πως αλλάζει τα φαινόμενα η αγάπη σε μια στιγμή νομίζουμε, αφήνουμε τη γη κι ευθύς σαν αστροναύτες πως πετάμε στο φεγγάρι μα κάποτε ξυπνάμε κι ικετεύουμε ζωή ο πρίγκιπας της χάρισε έναν κήπο με λουλούδια αρώματα και χρώματα, μπορντό και βυσσινί της δίδαξε αλήθειες και της έμαθε τα λόγ

Ναι, σε σένα μιλάω!

~~~ Δε σε είχα ποτέ, μα σε ήθελα πάντα ανοιξιάτικο αστέρι, τρυφερή μου μπαλάντα ναι, σε σένα μιλάω τις ατέλειωτες νύχτες, τη μορφή σου ζητάω ταπεινός, σκυθρωπός, της ζωής ο διαβάτης ένας γκρίζος κακός, με τυραννά εφιάλτης σ’ αγαπώ, μη μου φεύγεις κι η ελπίδα στο δρόμο, μία φρούδα σκιά μου δε τη χάνω, στο είπα, ζω για σένα ερωτά μου που να είναι τα μάτια σου, το λευκό το κορμί σου; ποιον μεθά η πνοή κι η ζεστή αναπνοή σου; η ματιά σου, να ξέρεις, της Εδέμ ο Παράδεισος στα φιλιά σου τ’ αθώα, αρρωσταίνει ο θάνατος σ’ αγαπώ, μη μου φεύγεις λίγη αγάπη ζητώ, μια γλυκιά αγκαλιά σου δυο μικρούλες καρδιές, τα παιχνίδια να στήνουν στα σκοτάδια τα έρημα που δεν είμαι μαζί σου ναι, σε σένα μιλάω σε ποθώ όπως κι αν είσαι, γιατί ήρθες για μένα τα όνειρά μου σε στόλισαν, Παναγία παρθένα τα φιλιά σου με μύρωναν μ’ ανθισμένη βιολέτα κι οι αισθήσεις μου σ’ έντυναν, λατρεμένη γυναίκα σ’ αγαπώ, μη μου φεύγεις αχ, φιλί αναζητώ απ’ τα χείλη σου, κόκκινο και κρασί θεϊκό, με χυμούς του κορμιού σου η ζωή μου σ

Ασημένιο δάσος

Εικόνα
- ‘Να περνάς καλά πριγκίπισσα’ ν’ ανεβαίνεις τους διαδρόμους του κάστρου τις όμορφες μέρες να μαζεύεις με τα δυο σου χέρια τις μαργαρίτες μα ανάμεσα στις πολεμίστρες φυτρώνουν και βάτα τ’ αγκάθια του χωρισμού θα ματώνουν τα δάκτυλα χρατς-χρατς θα σε κόβουν σαν πριόνια ανέμελων ξυλοκόπων λίγο πιο μακριά από την αμύθητη περιουσία σου κυλάνε ποτάμια με διαμάντια κι υδράργυρο στ’ ασημένιο δάσος που αστράφτει τις νύχτες σαν το φεγγάρι - ‘να περνάς καλά πριγκίπισσα’ στις μακρινές πολιτείες που δημιούργησες εγώ γνώρισα σήμερα ένα χελιδόνι με πληγωμένα φτερά κι όπως το μάζωξα απ’ το χώμα και το πήρα στα χέρια το κράτησα ώρες κλεισμένο στην αγκαλιά μου κι ύστερα έφυγε κι άρχισε να πετάει γιατρεμένο - ‘να περνάς καλά χελιδόνι’ φλουτς-φλουτς την άλλη μέρα επέστρεψε στο φτωχικό μου κι έκανε κύκλους πετώντας στον ορίζοντα σήμερα είναι η τελευταία φορά που κοιτάζω τον ήλιο η τελευταία στιγμή που αγγίζω τις παπαρούνες και τα κόκκινα τριαντάφυλλα που μεγάλωνα στείλε το μήνυμα στην πριγκίπισσα του κάστ

Ρομάντζο

Εικόνα
Πεθύμησες φιλί από τα χείλη μου, μωρό μου; αγάντα να ‘βρω πάλι μια παρθένα τα χείλη ματωμένα, σαν χτικιάρικο τριαντάφυλλο να στάζει όλη η πίκρα απ’ το ψέμα πεθύμησες δροσιά από τα μάτια μου, μωρό μου; αγάντα να περάσουνε τα τρένα το πι’ όμορφο μπουμπούκι όλου του κόσμου να διαλέξω που άντρας δε το άγγιξε κανείς πριν από μένα θα βρω λοιπόν την πύλη που δε διάβηκε ψυχή κι ευθύς θα την περάσω μ’ ένα σάλτο θα φτιάξω την κατάσταση να μοιάζει με ρομάντζο τα όνειρα που κράτησα για σένα, ονειράκι μου τα ξέρασα στης μνήμης το καρνάγιο το σπίτι μου απ’ το σπίτι της απέχει μια ζωή μα όση μου ‘χει μείνει θα τη φάω να την ψάχνω στον κόσμο, να μην έβρισκα ανήθικο κορμί πιο πάνω απ’ τη ζωή μου να τη βάλω οι μέρες δε γυρνάνε σ’ όλα αυτά π’ ονειρευτήκαμε κομμάτι από καρμπόν, εμείς στα δυο το μοιραστήκαμε οι μέρες δε γυρνάνε σε στιγμές που αγαπήσαμε μας κάρφωσαν ανέλπιστα καρφιά και μας πονάνε για κοίτα με για λίγο, δε θα βρεις τέτοια αγάπη να ξέρεις, αγαπώ μ’ έναν ιδιαίτερό μου τρόπο θα είναι τυχερή όπ

Τα χρώματα του έρωτα

Εικόνα
Πήρα το κόκκινο των ρόδων το πορτοκαλί του ήλιου το ασημί του φεγγαριού το χρυσαφί των αστεριών. Στο φως των κεριών βράδια αξημέρωτα ζωγράφιζα τον έρωτα στο μυστικό χαρτάκι της καρδιάς. Είχε τη λάμψη της μορφής σου της γλυκιάς το υπέροχο φως των ματιών σου τη γλύκα των φιλιών σου. Στο συρταράκι της ψυχής το κλείδωσα για πάντα. Ο δρόμος της ζωής μια τρυφερή μπαλάντα. 14/2/08 elenitheof

Μ’ ακούς;;;

Εικόνα
Μου χτύπησε την πόρτα, αυτός ο όμορφος θεούλης αυτός ο ομορφούλης ντε, με τη φαρέτρα του που ρίχνει τα βελάκια του, σ’ ανύποπτες στιγμές στην κάθε μια καρδιά της οικουμένης συνέβη το μοιραίο, μόλις άγγιξα τα χέρια σου μιαν ώρα που δειλά τα χείλη σμίξαν θυμάμαι ήταν καλοκαίρι, ναι, Ιούνιος, απόγευμα και πίναμε στο λιόγερμα φιλιά! αχ, με τρελαίνεις! τα λόγια μου απ’ το τρακ, πως τρεμοπαίζανε στα χείλη! μα μες στην αγκαλιά σου όλα μου πέρασαν να ξέρεις, είσαι φάρμακο που και νεκρό ανασταίνεις θυμάσαι πως τα λόγια μου ξεκίνησαν;;; “με θέλεις;” κι εσύ αστέρι μου όμορφο, πνοή απ’ την πνοή μου αμέσως αποκρίθηκες με μια γλυκιά αγκαλιά σου τα χέρια μας, λες χόρευαν, σκοπούς Ιταλικούς και κόλλησε το πρόσωπο, στο πρόσωπο! μ’ ακούς; μου χτύπησε την πόρτα, αυτός ο άπαιχτος θεούλης που κάνει όλα τα πλάσματα, να νοιάζονται για κάποιον αυτός που μου σημάδεψε για πάντα την καρδιά σου γι’ αυτό και η μισή είναι δικιά σου... μ’ ακούς;;;;; γιώργος_κ

Το τραγούδι των χεριών (αφιερωμένο στα τυφλοκωφά παιδιά)

Εικόνα
Τα χέρια τους στόματα που μιλούν χωρίς φωνή. Τα χέρια τους αυτιά που ακούν στη σιωπή. Τα χέρια τους μάτια που βλέπουν στο σκοτάδι. Την αγάπη σου νιώθουν μ’ ένα χάδι. Γλώσσα για να μιλά η σιωπή, φως για να βλέπουν, η αφή. Τα χέρια τους τραγουδούν τη δική τους μουσική. Τα χέρια τους ακούν τι νιώθει η ψυχή. Τα χέρια τους παράθυρο στην ελευθερία εκφράζουν κάθε ανάγκη, επιθυμία. Τα χέρια τους κλειδί που ανοίγει την πόρτα στη ζωή. Τα χέρια τους χαρίζουν εμπειρία της καρδιάς την ευτυχία. 13/2/08 elenitheof

Σκιές

Εικόνα
Οι σκιές των ματιών σου, με κοίταξαν στα μάτια μου είπαν “σ’ αγαπάω” και το εννοούσαν το γνωρίζω γιατί, η μιλιά τους αν και βουβή ήταν τόσο ηχηρή και γεμάτη επιθυμίες που ένιωθα πως ήταν χρέος μου να τις εκπληρώσω και το προσπάθησα, μα απέτυχα να τις φέρω εις πέρας υπήρξα μόνος .... υπήρξες μόνη .... ανάμεσα σε σκιές το προσπάθησα, μέχρι να μάθω πως για να διεκδικήσεις κάτι, πρέπει να σε διεκδικεί κι εκείνο - ποιος άλλωστε μπορεί να διεκδικήσει, κάτι που του ανήκει; - γιατί η αγάπη, είναι κάτι που περνάει απ’ τον έναν στον άλλο κι ύστερα πάλι επιστρέφει στον κάτοχο, υπερδιπλάσια γιατί κι ο έρωτας, παίρνει δύναμη από των δύο τον έρωτα κι ύστερα επιστρέφει πίσω με την υπερηφάνεια του νικητή για να αισθάνομαι υπερήφανος, πρέπει να αισθάνεσαι υπερήφανη για να σε θέλω, πρέπει να με θέλεις και για να είμαι μαζί σου, θα πρέπει να είσαι μαζί μου για να σ’ αγαπάω όμως, δε χρειάζεται να μ’ αγαπάς άλλωστε αυτό μου είπαν οι σκιές των ματιών σου όταν ακόμα δεν είχαν γίνει σκιές. γιώργος_κ

Γιώργος Μπλάνας - Δεν τελείωσα ακόμα

Εικόνα
Depositphotos ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΩΣΑ ΑΚΟΜΑ Γέρασα, προσμένοντας ν’ ακούσω αν άκουσαν καθόλου τη φωνή μου· ιδίως ένας δειλός, που έσυρε κάτι απόμερα κομμάτια ιστορίας καταμεσής ενός χάρτινου έθνους κι ενός γυάλινου έθνους και τα ροκάνισε για τα καλά· κι ένας βρικόλακας, που τρέφεται με τα χάρτινα αίματα των βραδύγλωσσων γιακάδων· κάποια που μόλυνε το ευλογημένο σκοτάδι της φωνής με την κατάλευκη ερημιά της αγοράς και κάποια που εξαγόρασε την προστυχιά της με την αναίδειά της, που δεν ήταν αναίδεια, ήταν προστυχιά σ’ έναν κόσμο ασύμμετρο· ασύμμετροι όλοι, σκουριά του ψεύτη κι αποφορά του κλέφτη και λύσσα παραλυτική του τοκογλύφου γιατί να ζούνε ελεύθεροι αγρότες μέχρι τον δέκατο αιώνα στην επικράτεια της αδέσποτης ψυχής κι η μέρα η όρνιθα κι η νύχτα η γλαύκα να μοιράζονται την ίδια αυλή. Γέρασα, βέβαια, και ξέρω πως ο κόσμος δεν έχει πια τα χέρια του κατάζεστα χωμένα μες στις τσέπες της τρέλας, ούτε μαίνεται τίποτ’ ανάερο στον νου του, όταν νυχτώνει· μόνο φως αδιάβαστο

Μελαγχολία

Να εξατμηστώ σαν μία σταγώνα νερού που απορροφάει με τα φιλιά του ο ήλιος Αόρατη να πετάω ενωπίο της Αυγής του Πίσω από τα δάση να πέσω στο καλάθι της παλάμης σου που με περιμένει. OLLA KOMEND-SOENTGERATH (μετάφραση Πανόπτης...)