Αναρτήσεις

Ανάμνηση

Εικόνα
Να μείνεις μια γλυκόπικρη ανάμνηση - θέλω - ένα κάτι που ξετρέλανε τη νιότη μου και τίποτα παραπάνω.. Άλλωστε εκεί ζεις τώρα πια ...στην ανάμνηση! (Γ.Κ.)

1984 Πριν το τέλος Βασίλης Παπακωνσταντίνου

Εικόνα

Σε ψάχνω σε παλιές φωτογραφίες

Εικόνα
~~ Αρχίζω απ’ το μηδέν μετρώντας τις καλές στιγμές στα χέρια μου μία μία πέφτει η φωτογραφία και μοιάζουνε σαν της Πανδώρας το κουτί - άγνωστο αν η μοίρα μας θυμάται το στερνό φιλί - εγκλωβισμένες μνήμες σε μια προσωπογραφία στο άναμα της σκέψης μου ψελλίζω τ’ όνομά σου σ’ αυτό θα μεταλάβω απόψε, αγαπημένη και όλα πως περνούνε! σα μια όμορφη ταινία σαν τραίνα που αναχωρούν μακριά στη Γερμανία και φεύγουν τα βαγόνια τους και παίρνουν τη ματιά σου στερνό φιλί η ανάμνηση και τα χαμόγελά σου που λες κι αποτυπώθηκαν στου δρόμου τη γωνία τα χνώτα μου θολώνουν την εικόνα της ρεκλάμας κι η στάση που ανταλλάσσαμε φιλιά, έχει ερημώσει το ζωντανό σου μα άψυχο αγγίζω πάλι, σώμα στ’ ορκίζομαι, το σάλιο μου κόλλησε στο μηρό σου κι έμεινε πάνω του σα χαρακιά στυγνού εγκληματία κοιτώ τα μάτια αυτά που με φιλήσαν με λατρεία και αντικρύζω δάκρυα που ξεχειλίζουν πίκρα η λάμψη της αγάπης μας έσβησε απ’ το χρόνο και τ’ άρωμα του θεϊκού κορμιού ξεπλύθηκε με βία ανοίγω το ραδιόφωνο να βρω το δολοφόνο κι

Αναθυμιάσεις τρέλας

Σημερα που ανθιζουνε τα κρινα απλωνω τα ξεδιπλωμενα χρονια, που κουβαλαω αλογιστα και υποτασσομαι.. σε ξεδιαντροπη αληθεια σαν να μην φτανει η στιγμη για να διαβει ο χρόνος .. Ξεχυθηκαν ολα, παλι... ακομα κι εκεινη, η αμμος.. η κινουμενη που αχορταγα με ρουφαγε.. Τα ματια μου πλημμυρισαν παλι. Το στομαχι μου σφιχτηκε. Ασπρισα. Σε αγαπησα.... χωρίς ορια που ποτε δεν μου φτασε, σε μια ταλαντωση πολεμικη, εσυ με γυτεψες.. παγωμενη στεκω και κοιτω τον χρονο ειμαι ακομα εκει μα αλλο δεν παλευω.. ξεροντας πως αναζητας απεγνωσμενα το κομματι της στιγμης που χασες απο μενα.. Με παραπονο που παντα θα μεινει, με απορια που ποτε δε θα λυθει... με στιγμη που αλλο δεν θα δεις, γιατι εκει που λαθη στεκουν πια δεν συχνάζω.. Σε μισησα οσο σε αγαπησα...   Δημιουργός: stigmi (Δέσποινα Β. Παντελίδου) 22-04-2005

Μα εσύ φοβόσουν πάντοτε την καταιγίδα

Εικόνα
~~~ Είναι τα μάτια μου κι απόψε μεθυσμένα η αγκαλιά μου αδειανή σα το βαγόνι της γραμμής κι έξω φυσά, το κρύο τόσο τσουχτερό ποιος θα βρεθεί να σου ζεστάνει την καρδιά; αστράφτει κούφιες αστραπές κι η νύχτα νότες φωτεινές όσο κι αν μοιάζει η νύχτα blues μη σε γελάει εσύ μεγάλωσες με όνειρα που η ζωή σου τα πατάει και σου αφήνει πίσω της τσιγάρα για προσάναμμα φωνή δε βγαίνει, έχουν τα χείλη μου παγώσει κι έξω βροντά, αστράφτει, η αγάπη μου είναι τόση που αργοσέρνεται η μιλιά λέγοντας πόσο σ’ αγαπά κι ενώ στα μάτια μου τα πάντα έχουν θολώσει κι όταν η νύχτα θα βρεθεί να με σκεπάσει σα το σεντόνι που με έντυνε το σώμα σου το ουρλιαχτό από τα χείλη, θα σωπάσει - μην πληγωθείς αν μάθεις μάτια μου πως έφυγα - έτσι κι αλλιώς εσύ ακολούθησες το δρόμο σου και πήρες όνειρα καβάτζα και τα λάθη είναι η αγάπη ένα αστέρι που το φτιάξαμε με κόπο στον ουρανό με καταιγίδα ή με λιακάδα είναι εκεί τώρα φοβάμαι πως γκρεμίζουμε ο,τι φτιάξαμε κι όλα βυθίζονται στης μοναξιάς τον πόνο όσο εκείνο θα φωτ

Η ιστορία δεν μένει άνεργη η ιστορία δουλεύει

Εικόνα
Η ιστορία δεν μένει άνεργη η ιστορία δουλεύει σ' αυτόν τον αιώνα που το πολίτευμα είναι κοινωνικός δράκος και η μιζέρια του αμύθητου πλούτου βασίλισσα. Κράτος των λίγων, κραυγή των πολλών, λιμουζίνες λόγια φθαρμένα, χειμώνας της καρδιάς- Συσσωρευμένο φαρμάκι που δεν θα λυτρώσει κανέναν από τον θάνατο-ζωή ώσπου να φτάσει στον θάνατο-θάνατο. Πολιτικές απάτες, χρεοκοπία συνειδήσεων, αίσχος κομματικά πια καθαγιασμένο- Μεγάλες τσέπες βαθιές: όλα χωρούν φτάνει να μην έχει τίποτα ο άλλος- Πεινώ, πεινάς, κι όμως λουκούλλεια γεύματα προκαλούν την ιστορική στιγμή να επαναστατήσει και να γίνει χαμός στα επίγεια πατώματα. Κι αν σου μιλώ είναι γιατί βλέπω στα μάτια σου μια θλίψη μια φωνή που δεν βγήκε ακόμα, μια αγκίδα που θα πάρει μορφή της φωτιάς έως στο τέλος να τα κάψει όλα για να ζεσταθεί ο κόσμος που έρχεται των αθώων παιδιών..

Άσε με

Κι αν κάθε μέρα, με κοιτάς βαθιά στα μάτια και δε βλέπεις ίχνος από αυτό που ήξερες Είναι που μεγάλωσα και που δεν έχω πια το κουράγιο να πω τα μάτια κοίταγμα, τα χέρια άγγιγμα, τα χείλη φίλημα. Κι εσύ, με την αιώνια δυσπιστία σου σε ό,τι δε γίνεται να βλέπεις, μου χαμογελάς …………………………………. Άσε με λίγο. Να γίνουν πιο καθαρά τα χέρια μας Να στεριώσουν τα κάδρα στους τοίχους. Κάθισε. Να κάτσει η θλίψη μέσα σου Να γίνεις, να μη γίνεσαι. Κι άσε τη σκέψη να χάνεται. Να μη χτυπά, να μη χτυπιέται. Κι ας μη χτυπά πια το ρολόι -σε κάθε βήμα- να δηλώνει, πόσες ανάσες μας χωρίζουν.

♫♪♪ Happy New Year ★ 2011★ Best Wishes ♥♥♥

Εικόνα

Ελένη Βιτάλη - Ίσως φταίνε τα φεγγάρια

Εικόνα

Hotel Anastasia

Εικόνα
~~ Ξύλινα μπαλκόνια με κισσό δεμένα κάτασπροι οι τοίχοι, απέναντι το χάος δάσος, πρασινάδα, άγρια χόρτα ...κι οι ορμές μας μέσα σε καθρέπτες να κοιτάζουνε τα μάτια βουρκωμένα μ' ένα τόσο δα μικρό φεγγάρι ν’ αχνοφαίνεται στο δάπεδο μπροστά στις στάχτες του άλλοτε φλεγόμενου έρωτά μας κι ανάμεσα σε θραύσματα, θολώνει το μυαλό μου επάνω στα πλακάκια να φωλιάζουν τα όνειρά μας και όλα τα αγγίγματα κρυμμένα στο κρεββάτι μας το μόνο που σκεφτόμουν ν’ αντικρύσω, το κορμί σου τα μάτια σου, τα ένιωσα περίεργα να κλαίνε με χάιδεψες και μούδιασα απ’ τον κόρφο ως τα μηνίγγια και όλα γύρω, δίπλα μου, χαμένα στα χέρια σου ένας θάνατος και η πνοή ζωή σου φυσάς και τρεμοπαίζει η μαρκίζα “Αναστασία” τριγύρω όλα κόκκινα σαν πρόζα του θανάτου δικιά μου εσύ, δικός σου εγώ και η στιγμή αιώνια τα λάθη μας τ’ αφήσαμε στο παρελθόν χαμένα και ρίξαμε στη φλόγα της αγάπης μας κολόνια παρέα με τις μνήμες των φιλιών που ζούνε χρόνια και των πολλών ενθύμιων τη γεύση απ’ τα παλιά η βροχή να πέφτει έξω απ’

Ἡ μουσική ἐκφράζει τήν ἀγάπη μου..

Εικόνα
(Ὁ χάρτης τῆς μουσικῆς εἶναι ἕνα πεντάγραμμο πού πάνω του γράφεται ἡ μελωδία τῆς ἀγάπης !) ~~ Πολλές φορές προσπάθησα νά γράψω μέ τούς στίχους ὅλα τά συναισθήματα πού γένναγε ἡ καρδιά μου ὅμως ἀπόψε μάτια μου κάτι ἄλλο θά σού γράψω θέλω μέ ἀγάπη νά σού πῶ ὅ,τι μιλάει ἡ ματιά μου εἶμαι τό πιάνο σου λοιπόν καί βγάζω μελωδίες ἔχω πετάλια καί σουλτίνα γιά νά δίνω τό ρυθμό σκορπίζω νότες, συναισθήματα, ἀβίαστα κι εἶναι τά θέλω μου μά καί τά σ' ἀγαπῶ μία νότα, τή φωτιά ἀνάβει ἀνάμεσά μας μία μελωδία θεϊκή στόν ἔρωτα μέ μύησε βαρύ ποτό ὁ ἔρωτας πού τρέχει μές τίς φλέβες νάμα τή μία βραδιά, τήν ἄλλη δηλητήριο - καί σού ‘χῶ προσκλητήριο ν’ ἀκούσεις τήν πνοή μου - κι ὁ στίχος μία γουλιά, τόν πίνω στό ποτήρι μου στό κόκκινο πιοτό οἱ νότες μέ καλοῦνε εἶσαι τό καταφύγιο μά καί ἡ ἀνάμνησή μου τά χείλη μου μία μουσική κι ἕνα φιλί ζητοῦνε οἱ νότες μου ξεπήδηξαν μέσα ἀπό τό πιάνο καί μία πληγή πού αἱμορραγεί παλευει γιά νά κλείσει ἕνα βιολί λές κι ἔκλαψε ἀποψε για ἕνα τάνγκο τά λόγια ἀργά, τῆ

Ευχές

Εικόνα
    Ο Χριστός να γεννηθεί σε κάθε ψυχή αγνή και ταπεινή το θέλημά του να πραγματοποιηθεί σε ολόκληρη τη γη. 25/12/2010 elenitheof

παιδική χορωδία Δ.Τυπάλδου - θα βρεθούμε ξανά

Εικόνα

Τά τελευταία κόκκινα Χριστούγεννα πού ἔχω νά θυμᾶμαι

Εικόνα
Σάν ἕνα ὄνειρο που ξεπετάγεται ἀπ' τό χθές, οἱ μνῆμες μέ πλακώνουν. Μνῆμες πού δέν κατάφερα νά σβήσω στίς γιορτές, οὔτε μ' ἀνθρώπους πού ἀγαποῦσα, οὔτε μέ φίλους, μά οὔτε καί μέ ἄγνωστους τυχαίους περαστικούς ἀπ' τή ζωή μου. Ἕνα κερί πού ἔχω ἀκόμα νά θυμᾶμαι, μέ ἄρωμα τριαντάφυλλο, κατακόκκινο, κλεισμένο σ’ ἕνα γυάλινο βαζάκι ν’ ἀργοκαίει περιμένοντας τούς ἐραστές, ἀπόβραδο, σ' ἕνα ὑγρό δωμάτιο καί σκοτεινό, ὅπου ἡ φλόγα τοῦ ἀρκοῦσε νά ζεστάνει ἐμᾶς τούς δύο. Μνῆμες ἀλλοτινῶν καί περασμένων Χριστουγέννων πού χάθηκαν γιά πάντα ἀπ' τό παρόν κι ἐγώ ἀκόμα τά προσμένω, κρατώντας τήν ἀνάμνηση αὐτή γιά φυλαχτό. Ἦταν θυμᾶμαι τόση ἡ παγωνιά κι ἄσπρο τό χιόνι. Στό τζάκι ἔπαιζε ἡ φωτιά καί ἐμεῖς τό χρόνο σταματήσαμε γιά λίγο. Ἔλιωνε λίγο-λίγο τό κορμί. Τό τίποτα κοιτάζαμε, τίποτα δέ μᾶς ἐνοιαζε. Γίναμε ἕνα. Κόκκινες οἱ φλόγες στό τζάκι πού γέμιζε σπίθες τίς ματιές μας καί ἔκανε τούς χτύπους τῆς καρδιᾶς μας νά ἀλλάζουν ρυθμό. Αὐτό τόν ρυθμό πού ἀκούγαμε στό πίκ-ἄπ καί μᾶς βύθ

Αδελφική αγκαλιά

Εικόνα
Στα ματια σου διαβασα παλι αποψε, αυτα που κρυβεις καλα μες την ψυχη, και ειδα ενα ονειρο μισοτελειωμενο. Χαμηλωσες αμεσως το βλεμμα να δειξεις πως ολα ειναι καλα μα η καρδουλα σου το ηξερε μοναχα πως ενιωθε εκεινη την στιγμουλα. Η πικρα ετρωγε τοσο καιρο σαν το σαρακι, την πονεμενη σου ψυχη,και ενα χαμογελο, στα χειλη σαν ψευτικο να αχνοφενεται. Η ψυχη σου παλι μαυρισε, και κυλησε το δακρυ μ'απορια στις ελπιδες για το αυριο. Δεν μιλουσες,δεν εβγαζες μιλια, φοβοσουν μηπως δεν υπαρξουν ματια να νιωσουν αυτο που βιωνεις μεσα σου. Τοτε ενα εντονο ροζ φουτερακι,επεσε σαν σεντονι, στην ψυχη να την ζεστανει, να βρει απαγκιο το κορμι,σε μια αγκαλια αδελφικη. Ρωτουσες,σιγανα, πως μοναχος θα περπατησω το μονοπατι, που μονο αγκαθια,πετρες,και πονους δυνατους εκρυβε στο διαβα του; Και μια γλυκια φωνουλα αμεσως ακουστηκε να λεει απο το υπερπεραν, "Πιστεψε σε σενα,θα τα καταφερεις, δεν εισαι μονος ματια μου,οσο και αν η καρδια αιμορραγει, εχεις μια αδελφουλα,φυλακα,προστατη να περπατησε