Λόγοι Αγάπης - μέρος Γ'


Λόγοι Αγάπης - Μέρος Γ'
με ποιήματα και κείμενα του Μπάμπη Δερμιτζάκη, του Τάσου Νικολόπουλου 
της Ειρήνης Δεουδέ, του Διονύση Στρούζα, της Fiorella Caperucita Roja, του Γιώργου Κόκκινου 
και με εικαστικές δημιουργίες της ζωγράφου Βασιλικής Τσιμπιρλή


''Αναζήτηση''


Τάσος Νικολόπουλος
Η μπαλάντα του Ήλιου
(14/11/2018)

Άσε τον χρυσαφένιο ήλιο να τρέξει στο πρόσωπο σου,
γυμνό παιδί στα σοκάκια της άλικης μνήμης,
γίνου χώμα καστανό, να το ζεστάνει με το γλυκό του φως,
το δέρμα ν ανθίσει
κήπος ολάνθιστος και φεγγοβόλος
και στα μάτια
να βαφτιστεί πάλι ο κόσμος όλος…

Σαν το άνεμο,
τα όνειρα,
μας παίρνουν στα χρυσά φτερά τους
και οι ελπίδες στεγνώνουν το μέτωπο,
διώχνοντας τις ρυτίδες,
μαυρίζοντας ξανά τα μαλλιά....

Κράτα τα μάτια ανοιχτά,
να χαθούν στο τοξοβόλο φως
και στα χρώματα που χορεύουν
των Νυμφών χορό, σ αρχαίο και ιερό δάσος.

Άσε τ αγέρι τ άγριο να σε σαρώσει,
βουτιά σε παγωμένη θάλασσα,
διάσπαρτη με παράξενα κοχύλια και περίπλοκα κοράλλια,
σ όλα τα χρώματα του τόξου
και συ να μαγεύεσαι,
και συ με βαθιές δρασκελιές να διαβαίνεις τον μαύρο πόντο.

Σαν τον άνεμο,
τα όνειρα,
φουσκώνουν τα πανιά της αγάπης,
για ταξίδια μακρινά
για ακτές ολόλευκες και θάλασσες βουτηγμένες στο μπλε.

Άσε το τραγούδι,
κελαρυστά να τρέξει
σε δρόμους και πλατείες,
πάνω από βρυχώμενα αυτοκίνητα, μέσα από θυμωμένα λεωφορεία,
μοναχικούς διαβάτες και μοναχικές αλέες…

Άσε το σύννεφο,
μυροβόλο γιασεμί να ρίξει
τη κουβέρτα του
στον παγωμένο κόσμο …

Τη στάχτη τίναξε της λύπης από πάνω σου
και πέταξε ψηλά στις ανεμοδαρμένες κορυφές και τους σμαραγδένιους βυθούς
των γελαστών κοριτσιών.

Άσε το χέρι σου ελεύθερο
μέσα στο γκρίζο δάσος που βαδίζεις,
κάποιο χέρι θα συναντήσεις να το σφίξεις.



Τάσος Νικολόπουλος
Γκρίζες μέρες
(06/02/2019)

Κούφιοι άνθρωποι πλημμύρισαν την αγορά,
περιφερόμενοι άσκοπα,
με ένα ειρωνικό μειδίαμα ανωτερότητας
και πολυάσχολου εστέτ,
ξόανα βαμμένα πολύχρωμα ...

Γκρίζες μέρες,
ανέραστες,
σαν στάχτη τσιγάρου,
αίσθηση φορμόλης και αντισηπτικού,
ο ήλιος κρυμμένος.

Κι αν έξαφνα σε συναντούσα,
δεν θα σε γνώριζα...



''Εμμονή''


Διονύσης Στρούζας
Απόσπασμα από τις ‘’Σπονδές Ονείρου’’
(13/05/2016)

Όνειρο, σαν άστρο κύλα
στης καρδιάς μου την αυλή
και, στης κλαίουσας τα φύλλα,
κρύψ' έν' ασημί φιλί 

Όνειρο, στα κορφοβούνια
άλικες ανατολές
σκόρπ' αράδα, σα μαντζούνια
για του κόσμου τις ουλές...

Όνειρο, δευτέρα φύση
μου ’γινες και δε μπορεί
η καρδιά μου ν’ αψηφήσει
τη γλυκιά σου θαλπωρή 

Όνειρο, σεσημασμένο
πάθος μου λαθρόβιο
κι απ' το φως λησμονημένο
σαν πουλί νυχτόβιο...

Όνειρο, δασύ πλατάνι,
αηδονιού κελά'δημα,
ανοιξιάτικο στεφάνι
και νεράιδας διάδημα...

Όνειρο, σε μι' άλλη ζήση
πρέπει να 'παιζα βιολί
και να μ' είχαν αγαπήσει
οι σονάτες σου πολύ...

Όνειρο, κατατρεγμένο
προσφυγάκι και σκλαβί
απ' τα κύματα δαρμένο
σ' ένα πέλαγο μπλαβί...

Όνειρο, δεν είσαι φύρα,
ούτε πολυτέλεια,
αλλά στέμμα και πορφύρα
κόντρα στην ευτέλεια...

Όνειρό μου πεπρωμένο,
σα μια νομοτέλεια
τ' όρισες να σε προσμένω
μέχρι τη Συντέλεια...

Όνειρο, στο Γιαλισκάρι,
ποια καρδιά δε λαχταρά,
σαν ολόγιομο φεγγάρι,
ν' ασημώσεις τα νερά

Όνειρο, σοφό βιβλίο,
μέσα στην καρδιά μου μπες
σαν ιστιοφόρο πλοίο
στο λιμάνι του Γκαμπές 

Όνειρο, δε βρήκ’ ακόμα
μι’ αγκαλιά σου να κλειστώ∙
κι ούτε μι’ άχνα σου στο στόμα,
για να την αφουγκραστώ…



Γιώργος Σ. Κόκκινος
Αμαρτίες του Μάη
(15/07/2007)

Βρήκα μι’ απόσταση ελάχιστη, το αύριο να μας ορίζει
το σήμερα να γίνεται ο κόσμος μας
το χθες να πλάθεται απ’ την πνοή μας

καυτές ανάσες, μάτια μισόκλειστα, χείλη μπλεγμένα
κι εγώ μυρίζω στα παπλώματα
το θηλυκό σου άρωμα

δε φεύγει οσμή από τα ρούχα ή το κορμί μου
κι ούτε που θέλω να τη βγάλω απ’ το μυαλό
γιατί στα χείλη βρήκα ολόφτυστο τον εαυτό μου
τις μεθυσμένες κόρες των ματιών, στα ναύλα μου

μα το ταξίδι αυτό θα σύρουμε παρέα
- μη φεύγεις - μήτε λεπτό μη χάνεσαι απ’ τη ζωή μου
γιατί και το μικρό, το δευτερόλεπτο που φεύγει είναι κόστος
ένα φιλί λιγότερο στην πανδαισία

κι έχει το χρώμα γαλανό, με πιτσιλιές πινέλου η οροφή του
και δε μας νοιάζει πιότερο, παρά στον έρωτά μας
να ‘χει δροσιά το πρωινό που θα ξυπνούμε
χαράματα να σμίγουμε στο Ένα τη μαγεία

κι έχει το χρώμα καστανό, στα μάτια και τα χείλη
που όταν ματώσουν γίνονται τριαντάφυλλα στο πάθος
και δε μας μέλλει η ζωή, αν γίνει μερτικό τους
παρά μονάχα το κορμί να μαρτυράει “γυναίκα”



''Το άγγιγμα''


Ειρήνη Δεουδέ
Στης νύχτας την καταπακτή

Με έναν φόβο πειρατή,
μόλις ο ήλιος γέρνει,
στης νύχτας την καταπακτή
πέφτουμε αγκαλιασμένοι.

Μέσα στην περιδίνηση
στη μέγγενη του τρόμου,
κανείς δεν παίρνει είδηση
αν πνίγει το λαιμό μου.

Τα λάθη μου ασήκωτα
στης ζυγαριάς το τάσι.
Δεν απομένει τίποτα
χωρίς να με δικάσει.

Στην ολονύχτια σκλαβιά
καρφιά μες την παλάμη.
Τα κόκκινα δείχνουν μαβιά
τα γκρίζα ένα κατράμι

Η τρίχα γίνεται τριχιά
και η τριχιά μια τρίχα.
Παραμορφώνουν τα στοιχειά
ό,τι έχω κι ό τι είχα.

Τα διαβατά αδιάβατα,
βουνά είναι οι λόφοι,
οι αμυχές μου τραύματα
με δίχως γιατροσόφι.

Σε ό,τι ανισόρροπο
απέναντι κι αγνάντια
και στο δικό μου πρόσωπο
του κόσμου η κατάντια.



Μπάμπης Δερμιτζάκης
Μαντινάδες
(Από τη συλλογή ''Πες της το με μια μαντινιάδα'', ΑΛΔΕ 2012)

Το διάβασμά ’χα σύντροφο, το γράψιμο για φίλο
παρηγοριά τη λύρα μου, κι εδά ’βρηκα το στίχο

Απ’ τη δροσιά πιο δροσερή είναι η αγκαλιά σου
κι από τη γλύκα πιο γλυκά στο στόμα τα φιλιά σου 

Δεν έχει μέτρο ο έρωτας και ζύγι η αγάπη
γιατί ’ναι φλόγα της καρδιάς και μέρα νύχτα ανάφτει

Η Ευτυχία είντα θαρρείς πως είναι κατά βάθος
λίγες στιγμές απ’ τη ζωή που κάνει ο πόνος λάθος

Κυματισμός της θύμησης ξανθός μεσ’ στην καρδιά μου
και άλικο της πεθυμιάς στα χείλη, στα όνειρά μου

Τα χείλη σου τριαντάφυλλα σκορπούν όταν γελούνε
και με γεμίζουν με χαρά, κάθε όταν με φιλούνε

Η τρυφεράδα της καρδιάς κι η γλύκα της ψυχής σου
πόσο ομορφοστολίζουνε κι ανθίζουν το κορμί σου

Να ’χα τ’ αθάνατο νερό μ’ αυτό να σε ποτίσω
εσύ να ζεις παντοτινά κι εγώ ας ξεψυχήσω



''Πληγωμένο Ρόδο''



Γιώργος Σ. Κόκκινος
Διάττοντες έρωτες
(18/05/2009)

Και ξαφνικά ανοίγει μια πόρτα
και η μορφή του ποιητή πλημμυρίζει το δωμάτιο
απ’ το σκοτάδι γεννιέται το φως κι από τον ήλιο το χάδι
κι όταν έρχονται δύσκολες μέρες
δώσε μου το χέρι σου για να ‘χω να βλέπω
εγώ δεν είμαι ποιητής
απλά σκαλίζω τα εσώψυχα σκιρτήματα
και συλλαβίζω μελαγχολικά τα λόγια
παίρνω μια πέτρα και τη ρίχνω στη σιωπή 
κι ακούω ένα ρεφρέν να κλαίει
γιατί τα μάτια μου είσαι εσύ 
και μ’ άφησες να φύγω από τα χέρια σου
- μ’ έχασες -
εγώ δεν είμαι ποιητής
απλά με στίχους ζωγραφίζω συναισθήματα
κι απ’ όλα τα λουλούδια που σου χάρισα
το χρώμα τους μαζεύω για τις λέξεις μου
και ξαφνικά ανοίγει μια πόρτα
έλα κοντά μου κοριτσάκι, έλα
σκύψε, πες μου, βγάλε τα εσώψυχά σου
τί λαμπερά μαλλιά και στην καρδιά οι πέτρες !
τα βότσαλα τα χρυσαφί πλάι-πλάι
της μοναξιάς τα λόγια μας, μαχαίρια του μπακάλη
κράτα κουράγιο κοριτσάκι
εγώ δεν είμαι ποιητής
ακούω μονάχα ό,τι μου πεις, πονάω μαζί σου
και όσα πας να ονειρευτείς, σου τα κρατώ σ’ ένα μαντήλι
για τις νύχτες της ψυχής σου
κι αν σου μιλάω λίγο απόμακρα, μη φοβηθείς
είναι που σβήνω
εγώ είμαι ένα άστρο της αυγής
και μόλις τέλειωσα μπροστά στη φυλακή σου
και το φιλί σου κοριτσάκι να μου δώσεις
όλα τ’ αστέρια φτάνει η ώρα να πεθάνουν
μονάχα λίγες, εκλεκτές αγάπες μένουν χρόνια
που δοκιμάζονται στον χρόνο πριν παλιώσουν
καθώς οι διάττοντες έρωτες, πεθαίνουν από λόγια της στιγμής
- σβήσαμε -
και ξαφνικά ανοίγει μια πόρτα
και μπαίνεις μέσα και κάθεσαι, ώριμη γυναίκα !
να συνεχίσεις το παραμύθι από εκεί που έχασα τα χέρια σου...




Fiorella Caperucita Roja
Το ξεχασμένο βιβλίο
(20/10/2019)

Ήταν ένα μοναχικό και ανοιχτό βιβλίο παρατημένο......
Όσοι το έβλεπαν,το έπαιρναν στα χέρια τους και το έκλειναν αφήνοντάς το λίγο παραπέρα.....
Σε άλλους προκαλούσε περιέργεια και αναρωτιόντουσαν ποιός να άφησε έξω αυτό το βιβλίο αλλά δεν ασχολήθηκαν περισσότερο.
..
Δεν είχε τίτλο οπότε δεν είχε προκαλέσει ακόμα το ενδιαφέρον κανενός περαστικού....
Ποιός θα έμπαινε στον κόπο να διαβάσει ένα παρατημένο, άγνωστο και χωρίς τίτλο βιβλίο;
Μονάχα κάποιος που η περιέργεια ήταν χαρακτηριστικό του......
Οι μέρες πέρναγαν και γίναν χρόνια....
Το βιβλίο δεν ήταν πια στην αρχική του κατάσταση....
Η βροχή και ο αέρας δυσκόλεψαν ακόμα περισσότερο την ευκαιρία να βρεθεί κάποιος να του δώσει λίγη παραπάνω σημασία.....
Πέρναγε από χέρι σε χέρι αδιάβαστο και μια μέρα βρέθηκε πάνω σε μια κούνια μια κρύα νύχτα του χειμώνα......
Τότε πέρασε ένας άντρας και σε απόσταση δέκα μέτρων το μάτι του έπεσε πάνω στο βιβλίο και ανασήκωσε το φρύδια του όλο περιέργεια.......
Προχώρησε προς το μέρος που βρισκόταν το βιβλίο......
Πριν το πιάσει στα χέρια του το κοίταξε επεξεργαστικά.....
"Αχ πολύ ταλαιπωρημένο αυτό το βιβλίο" αναφώνησε.....
Ήταν βρεγμένο από την βροχή και οι σελίδες του ήταν "ρυτιδιασμένες."
Παρ' όλα αυτά τα γράμματα ακόμη φαινόντουσαν, όχι ολοκάθαρα βέβαια αλλά μπορούσε να διαβαστεί......
Ο άντρας πρόσεξε ότι δεν είχε τίτλο πράγμα που του προξένησε ακόμα περισσότερο την περιέργεια. Έκατσε λοιπόν δίπλα σε ένα παγκάκι και άνοιξε το βιβλίο.......
Διάβασε προσεχτικά την περίληψη που έλεγε......

"Δεν έχει σημασία σε αυτήν την ζωή εάν είσαι ένα ανοιχτό ή κλειστό βιβλίο. Μήτε αν είσαι πανέμορφο εξωτερικά, με ωραίο τίτλο και εξώφυλλο. Ούτε αν οι καταιγίδες σε έκαναν "άσχημο." Κάποιοι άνθρωποι ποτέ δε θα μπουν στον κόπο να σε μάθουν, γιατί μάθανε να ασχολούνται μόνο με ό,τι γνωρίζουν. Οτιδήποτε άγνωστο,το αποφεύγουν. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους. Δεν έχει σημασία πόσοι πέρασαν ή περνάνε από την ζωή σου. Μερικοί άνθρωποι δε θα μπουν στον κόπο να προσέξουν σα τα μάτια τους κάτι που δεν τους μοιάζει οικείο. Μονάχα κάποιος περίεργος "τρελός" σαν και σένα θα έμπαινε στην διαδικασία να με προσέξει."
"Σε εσένα χαρίζω κάθε μου λέξη λοιπόν που πηγάζει από τα βάθη της ψυχής μου."
"Εδώ μέσα είναι η ιστορία της ζωής μου, σου δίνω την δυνατότητα να ορίσεις τον τίτλο όταν τελειώσεις όλο το βιβλίο."

Αυτό το άτιτλο, χωρίς εξώφυλλο και σε χάλια σχεδόν κατάσταση βιβλίο, έγινε το αγαπημένο βιβλίο κάποιου αγνώστου ανθρώπου.

Ο άντρας αυτός έκλεισε το βιβλίο και το πήρε μαζί του να το διαβάσει στο σπίτι του.
Έφτασε στην τελευταία σελίδα..
Που έγραφε......
"Ήμουν ένα άχρηστο, παρατημένο και μοναχικό βιβλίο και τώρα που με διάβασες, απέκτησα αξία. Δεν θα είμαι ποτέ ξανά το ίδιο χάρη σε σένα."

Ο άντρας δάκρυσε......
Θυμήθηκε την μοναξιά του και ένιωσε απόλυτη ταύτιση με ένα άγνωστο βιβλίο αγνώστου προσώπου και προέλευσης που άγγιζε την ψυχή του, μονάχα με τις λέξεις."

Αυτό το βιβλίο μίλησε στην ψυχή του και έγινε το αγαπημένο του βιβλίο!
Πήρε το μελάνι και άρχισε να σχηματίζει γράμματα πάνω στο βιβλίο για να του χαρίσει έναν τίτλο....
Έγραψε.......
"Οι άνθρωποι που νιώθουν πάντα θα προσέχουν καθετί διαφορετικό......."


*Το κείμενο ''Το ξεχασμένο βιβλίο'' της Fiorella Caperucita Roja παραχωρήθηκε 
από τη σελίδα Αποφθέγματα Ψυχής και Αλήθειες
*Τα ποιήματα ''Η μπαλάντα του Ήλιου'' & ''Γκρίζες μέρες'' παραχωρήθηκαν 
από τη σελίδα Έργα και Ημέρες Ποίησης

Τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στους δημιουργούς 
που έχουν μεριμνήσει για την διασφάλιση της πνευματικής υπόστασης των δημιουργιών
{εκτός όσων έχουν πάρει ήδη υλική υπόσταση (βιβλίο)}
Όλες οι φωτογραφίες αποτελούν εικαστική δημιουργία της ζωγράφου Βασιλικής Τσιμπιρλή

Μπάμπης Δερμιτζάκης - Τάσος Νικολόπουλος - Ειρήνη Δεουδέ - 
Διονύσης Στρούζας- Fiorella Caperucita Roja - Γιώργος Σ. Κόκκινος 
για την Πορφυράδα © Οκτώβριος 2019

Επιμέλεια - Ανθολόγηση: Γιώργος Σ. Κόκκινος

Οι συλλογές δημιουργήθηκαν μετά από την ιδέα συνεργασίας μεταξύ ομότεχνων 
και διανθίστηκαν με φωτογραφίες και πίνακες. Η επιλογή των ποιημάτων και κειμένων 
που περιέχονται στις τρεις συλλογές έγινε με κριτήριο την πρωτοτυπία 
και την νοηματική διασύνδεση του περιεχομένου.


ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΣΑΣ !

Σχόλια