Αναρτήσεις

Αποσπάσματα απ'την Κλειτορίδα

Η ελπίδα είναι μέγγενη. Κι εσύ, σε προειδοποιώ, μη τεμαχίζεις τα εντερικά φυλλάδια των γυναικών. Αυτές, Αυτές, Αχ, αυτές είναι πλίνθινες σαίτες, φθίνουσες καμήλες που τσαλαπατούν τις σκιές τους. Αφρόντιστο και βρώμικο αφήνουν το καβαλέτο που ψαρέψαμε. ** αναρωτιέμαι.. (κάτι σιγοψιθυρίζει και συνεχίζει) αναρωτιέμαι, λέω, τί είναι αυτό που κρέμεται ανάμεσα στα πόδια μας. Αν είναι ευήλιος προστάτης του Κυρίλοφ ή μια αιθέρια μυλόπετρα στα μαλλιά ενός ζαρκαδιού! ** Η μπουρζουαζία γονατίζει. Με το να μάτι διυλισμένο και τ'άλλο εγκλωβισμένο στην θηριωδία της τέχνης πώς εμείς θα απαλλαχτούμε από τον ζυγό της συνήθειας; Θανάσης Αθανάσιος

Θηριοδαμαστής από Συνήθεια

Αποδοκιμάζοντας τους ευήλιους τιμητές της εκατονταρχίας υπογράφουμε άφωνοι ,κάτω απ' την αμετάκλητη ροπή των αν- θρωπίνων πόρων, τις καταφατικές δοξασίες των σωφρονισμένων κώλων. Υπάρχει εδώ ένα ιδιότυπο τηγάνι, υπάρχει εδώ ένας θάμνος που φαρμα- κώνει τα κλαδιά του ενώ μυρίζει ένα παπούτσι. Υπάρχει εδώ μια κλήση δυνητικής παθογένειας που τεντώνει τους δικτυακούς ποταμούς των επιθέ- των μέσα στον ένσκοπο χάρτη των μελλοντικών ψιθύρων. Υπάρχει ακόμα ένας μοχλός με τον οποίον τα άστρα γίνονται προβατίνες και οι αξιώσεις μας σημεία. Θανάσης Αθανάσιος

Η απόσταση της ύλης

Το καθήκον του αποστολέα είναι να φυλλομετρήσει την πλαστική μεμβράνη των χρυσορυχείων τόσο αποτελεσματικά που τα ψάρια να γεννιούνται απ'τα ζυγιασμένα κατάλοιπα της μανίας. Κάτω απ'τον ευθυτενή παρουσιαστή της αμαξοστοιχίας, το τρένο ευθυγραμμίζει τις κορασίδες που γυμνές απολαμβάνουν τα χύσια του ήλιου. Το μυστήριο εξαπλώνεται ενόσω λύνεται. Το κιτάπι που σκαρφαλώνει στους κήπους τη φαρφάλας είναι μια κλωστή που αναμασά τους παράγοντες. Οι λέξεις πληθαίνουν σαν τους σπόρους της Αμαλίας. Ο πυροτεχνουργός ανακαλύπτει το πλήκτρο της διαπόμπευσης. Εμπρός λοιπόν για μια νέα σφυρήχτρα!! Θανάσης Αθανάσιος.

Αντάμωση

Να σε αντάμωνα στον σωρό με τα λάφυρα της νίκης Πέρα στης αύρας τους σκορπισμένους τους ανθούς Στο μοναχικό μου μονοπάτι που παίρνω για να σε συλλογιέμαι Στης θάλασσας τους θυμωμένους τους αφρούς Να σε αντάμωνα στου μαΐστρου τις ριπές που τα μαλλιά ανακατεύει Στα λεπτεπίλεπτα γυρίσματα των δαχτύλων του χεριού μου Στης νιότης τα μαργαριταρένια δόντια που φωτεινά χαμογελούν Στα αγάλματα τα αρχαία που λαβωμένα από του χρόνου Το τουφέκισμα δεν σκόρπισαν μα στέκουν, με έπαρση ανδρεία Στου ονείρου μου τον δρόμο τον ανέγγιχτο ανάμεσα σε βότσαλα υγρά γλυμμένα με το κύμα Το χρώμα των ματιών σου στην παλάμη μου να κρύψω Και όταν η νοσταλγία με θλιμμένες νότες μουσικές μ αγγίξει Να άνοιγα τα χέρια και εσύ μ αγάπης λούσα να με ντύνεις Αχ για μια στιγμή μονάχα να σ αντάμωνα στου ήχου τον αντίλαλο που επαναλαμβάνει την φωνή μου της νοσταλγίας το άλογο αναβάτης να καλπάσω και με όνειρα κόκκινα στον ορίζοντα να γράψω το όνομα σου Ελπίδα

Η καρφωμένη προσευχή

Εικόνα
Ξεκίνησα μιαν ώρα για ένα μακρύ ταξίδι πιο μακριά να φτάσω απ’ τη δική μου Ιθάκη εφόδια δεν κράταγα στους ώμους, μήτε στις τσέπες μου ψωμί αγάπη είχα φορτώσει τις βαλίτσες μου λατρεία απ’ τη λατρεία μου, στο κόκκινο δισάκι τεράστια τ’ αποθέματα υπομονής κι ελπίδας μες στα σπλάχνα μου κομμάτια εφημερίδας μες στις τσέπες που λέγανε για μια χαμένη αγάπη, που άργησε να ‘ρθει ο δρόμος που περπάτησα, χιλιόμετρα με ορθάνοιχτα τα μάτια και τ’ αυτιά να μη τον χάσω κι όπου έβρισκα μικρές τριανταφυλλιές προσκύναγα το χώμα τους, κάνοντας μιαν ευχή να φτάσω μ’ όση δύναμη μου απόμεινε τα μάτια σου θα έμοιαζα, αλλοτινούς καιρούς, σαν κυνηγός πολύτιμων κι αστραφτερών πλασμάτων που όμοια τους δεν γέννησε η γη μες στους καιρούς σαν ένας κλέφτης διαμαντιών στο όρος του Καυκάσου εκεί που είναι αδύνατο να βρεις τριανταφυλλιές τα πέταλα συνέλεγα μ’ αγάπη ένα προς ένα τα φύλασσα σ’ ένα πουγγί πιο ροζ κι από τα χείλη σου πιο κόκκινα λουλούδια κι απ’ το αίμα του κορμιού σου πιο πορφυρά κι απ’ τα φιλιά που μ’ έ

χορεύω..

Αγαπώ τον χορευτή που πλαγιαστά βαδίζει στης μορφής την αδιόρατη σκιά πως χαμηλώνουν τα φτερά τα χελιδόνια όταν της ανησυχίας ο αέρας τα ηλιοτρόπια χαϊδεύει!!! Ένα μυστήριο προσκύνημα απλώνεται στης ατμόσφαιρας την υγρή αχλή στο φως των προβολέων ο χορευτής συνεπαρμένος στης φιγούρας τον ειρμό περίβλεπτος βαδίζει στης σκηνής την απέραντη ευδαιμονία σιγή μεσημεριού.... θαμπές προσδοκίες με όνειρα σμιλεύονται μάτια θεόρατα κοιτούν, δυο ώριμα αστέρια διάφανα φτερά τυλίγονται στο σώμα του στροβίλου το μεθύσι ψιθυρίζει είμαι εδώ…ζω. Ελπίδα

Όταν νυχτώνει..

Εικόνα
οι δρόμοι που βγάζω βόλτα τις σκέψεις μου με περιμένουν πως και πως. ♦ Τις ποτίζω με ουίσκι και βότκα για να μην με ζαλίζουν. ♦ Κι εκείνες μεθυσμένες, ξεκινούν, κάνουν ερωτήσεις. ♦ Κάθε νύχτα, παίρνουν και κάτι, γίνομαι έρμαιο στα χέρια τους. ♦ Λένε πως οι σκιές ξυπνούν σαν τέρατα και δραπετεύουν τα βράδια όπως οι σκέψεις. ♦ Όταν ο αέρας φυσήξει η σκέψη ταξιδεύει σαν το τρένο τον εννιά.. ♦ Ποτέ δεν ήταν αρκετές οι στιγμές μαζί σου, για να μη τελειώσουν ποτέ. @ Marie's Blog 5-4-09

Η χώρα των ονείρων μου

Εικόνα
Ποια είναι η χώρα των ονείρων μου; Η αγκαλιά σου που με μαγεύει και με οδηγεί στον παραδεισένιο κήπο της αγάπης μας! Ποιος είναι ο ήλιος της; Τα μάτια σου που με ζεσταίνουν με την αγάπη που ακτινοβολούν! Ποιο είναι το φεγγάρι της; Η λαμπερή μορφή σου που με φωτίζει τα βράδια και τα γλυκαίνει! Ποια είναι τ' αστέρια της; Τα χέρια σου που πραγματοποιούν κάθε επιθυμία και όνειρο! Ποια είναι τα άνθη της; Τα γλυκά σου λόγια που ομορφαίνουν τη ζωή μου και τη γεμίζουν αρώματα και χρώματα! Ποιο είναι το ουράνιο τόξο της; Η υπόσχεση πως θα είσαι για πάντα κοντά μου και δε θα με πληγώσεις ποτέ και δε θα πνιγώ ποτέ ξανά από τα δάκρυά μου για μια χαμένη αγάπη! Ποιος είναι ο κρυμμένος θησαυρός της; Η χρυσή σου καρδιά που μ' αγαπά ατελείωτα και τρυφερά! 29/8/09 elenitheof http://elenitheof.blogspot.com/

Επίλογος

Προσπάθησα να διώξω τα δάκρυα μα είναι επίμονοι επισκέπτες μέσα στης απουσίας την υγρή κενότητα χωρίς ιαχές, αργά μυρωδιές χωρισμού αναδεύουν…αιωρούνται γαλάζια κύματα σκεπάζουν με το κρύο τους φτερούγισμα του πόνου την επίπεδη κίνηση στις στοιβαγμένες πέτρες μιας πεθαμένης ανάμνησης αργοκίνησα γλιστρώντας ανάμεσα στα δάχτυλα μου την σιωπή σου.. της εκμηδένισης βράχοι σκληροί ας σκεπάσουν με την πύρινη περπατησιά τους τις προσμονές της απελευθέρωσης δεν θυμάμαι Ελπίδα

Πρόσκληση

Εικόνα

ΣΑΛΜΑΝ ΡΟΥΣΝΤΙ - Η ΓΗΤΕΥΤΡΑ ΤΗΣ ΦΛΩΡΕΝΤΙΑΣ (ΨΥΧΟΓΙΟΣ 2009)

Giannis Kotsiras - Poso s' agapo (live, 2002)

Composer: Manos Loizos

Γυναίκες του μύθου

πικραμύγδαλου γεύση τα χείλη τους γοφοί – λαγόνες – στήθη - μάτια αστέρια περίτεχνα μάρμαρα λαξευμένα από μεγάλους τεχνίτες επιστύλια γεφυρώνουν γυναίκες ατέρμονης ομορφιάς πλάσματα ουράνια ξεχωρίζουν πολύχρωμες.. μ' ασημένια στολίδια την γη γεμίζουν ιέρειες του έρωτα σε κελιά φυλακής την ανατολή ονειρεύονται σκλάβες πουληθήκαν στου χρόνου το διάβα αγριεμένο ποτάμι η ματιά τους στης θλίψης το σκοτεινό ντύμα μητέρες γεννήσαν παιδιά της αγάπης στο δρόμο του φεγγαριού κολυμπήσαν σαν τα νεροχελίδονα φευγαλέα χαθήκαν σε άλλους άγνωστους τόπους φουρτουνιασμένες θάλασσες ετούτου του κόσμου στο πράσινο πάνω χορούς της ζωής χορεύουν γενναίες ελπίδες, σπέρνουν στου χρόνου το νεύμα γυναίκες του μύθου χαμόγελα στέλνουν στου ονείρου το άδειο βαγόνι… Ελπίδα

Φέτος την άνοιξη - Θοδωρής Βοριάς

Φέτος είπανε πως η γη θ’ αφιερώσει το κάρπισμά της στα σβησμένα άστρα, στα λησμονημένα. Θ’ ανθίσουνε παντού κρίνοι από φωτιά και νυχτολούλουδα θα φέγγουνε -κεριά μες στο σκοτάδι- κι όλες οι νύχτες θα μεταμορφωθούν σε λιτανείες. Φέτος η άνοιξη θα μείνει αγέραστη κι οι άνθρωποι στις πιο ασήμαντες γωνιές της γης δε θα περπατάνε πια σκυφτοί σαν να ντρέπονται. Θα δρασκελάνε περήφανοι τον κόσμο γιατί φέτος η άνοιξη θα μείνει αγέραστη, γιατί το ξέρουνε καλά πως έσπειραν, πως θέρισαν και πολεμήσανε και σαν πεθάνουν κάποτε και τους κηδέψουν στου χωραφιού τους τη γωνιά θα ΄ρθει μια Άνοιξη μια ανάσταση και για τα χέρια τα δικά τους που έσπειραν, που θέρισαν και πολεμήσανε σκληρά για την πατρίδα. ©Θοδωρής Βοριάς

Ειρήνη - Πόλεμος

Εικόνα
Χαρούμενες ηλιαxτίδες χορεύουν στον ουρανό ευωδιαστά άνθη στήνουνε χορό ακούγοντας το γέλιο των παιδιών το κελάηδημα των πουλιών. Ειρήνη! Σιδερένια πουλιά στον ουρανό σκορπούν καταστροφή. Έρημη η γη γεμάτη φόβο, πανικό ποτισμένη με το δάκρυ και το αίμα αθώων παιδιών πενθεί το σβήσιμο των αστεριών. Πόλεμος! 28/3/09 elenitheof

περιστρεφόμενη ρομφαία

ρομφαία περιστρέφεται στον λαβύρινθο της εκλεκτής μου δήθεν έγχρωμης ύπαρξης μου αιωνόβια έλατα καλύπτουν τα περιστύλια των αμυδρών μου σκέψεων Το γνωρίζω αυτό το γαλάζιο βασίλειο, Συνεχώς περιδιαβαίνω, αλαφιασμένος αναζητώντας πολύχρωμα χαμηλωμένα φώτα… τα όνειρα πεντόφραγκα στοιβάζονται στο εκρεμμές της αδημονίας μου. Εκμαυλίζομαι..εκπνέω.. Ελπίδα

Διάλογοι (Ωδή στον Ισαάκ Ασίμοφ)

Εικόνα
Homo Mechanicus Δεν θα σου πω τίποτα παρά τα προφανή, τα τετριμμένα, Άνθρωπε. Εδώ σιμά σου στέκομαι όχι ως ίσος, μα ως ανώτερός σου. Δυνατότερος, εφυέστερος, ομορφότερος, λαμπερός. Και, άνθρωπε, όταν τα σκουλήκια έχουν τελειώσει με εσένα και η αθάνατη ψυχή σου έχει σκορπιστεί στους ανέμους θα είμαι ο θεματοφύλακας της θνητότητάς σου, ο κηπουρός του τάφου σου, το ρέκβιεμ και η χιμαίρα, θα είμαι το Όλο γιατί το τίποτα θα είσαι πια εσύ. Homo Humanitus Είσαι πιο ισχυρός από εμένα, Μηχανή, το παραδέχομαι, εγώ σ’ έφτιαξα και καμαρώνω. θες να σαι κι όμορφος και λαμπερός; Θες να σαι άντρας; Σε έφτιαξα άντρα. Καταναλώνεις και γοργά τις γνώσεις σα λαίμαργο τέρας που είσαι, Φρόντισα προσωπικά τα τεραμπάιτ της μνήμης σου. Δεν είσαι αθάνατος, θα λειτουργείς όμως για πάντα, αν είμαι κοντά σου να σε συντηρώ. Πώς τολμάς λοιπόν και προκαλείς; Πινόκιο και γκόλεμ, και Ταλέ και Νευρόσπαστο και Ρομπότ και Σάιμποργκ. Homo Mechanicus Τις προσβολές σου, Άνθρωπε, κράτα τις για τους ομοίους σου. Νομίζεις ότι τα

Ευτυχισμένο το 2009

Εικόνα
Ευτυχία δεν είναι να 'σαι βασιλιάς ούτε τη δόξα να κυνηγάς. Ευτυχία είναι ν' αγαπάς. Ευτυχισμένο το 2009 με αγάπη, πολλά φιλιά και μια ζεστή αγκαλιά. 2/1/2009 elenitheof

Χαρούμενα Χριστούγεννα

Εικόνα
Περπατήσαμε ξυπόλιτοι στ' αγκάθια γυμνοί στην παγωνιά δάκρυσαν της ψυχής τα μάτια μάτωσε η καρδιά. Ζούσαμε στης μοναξιάς το κρύο ένα άπιαστο όνειρο κυνηγούσαμε δεν αγγίξαμε ό,τι ποθούσαμε στο παρελθόν είπαμε αντίο. Με το φως των αστεριών το γέλιο των παιδιών των αγγέλων τη μουσική αγκαλιάσαμε τη γη με μια λέξη μαγική αγάπη: στοργή. Οι καρδιές να γεμίσουν από το φως της αγάπης των Χριστουγέννων. 26/12/08 elenitheof

Τ' όνειρό μου

Εικόνα
Ήλιος χαμογελαστός το πρόσωπό μου μαθαίνει με το φως του αξίες στα παιδιά, λουλούδια ευτυχισμένα, ευωδιαστά, με το δικό του χρώμα και άρωμα το καθένα τόσο όμοια μα και τόσο διαφορετικά απ' όλους μας αποδεκτά. Ελευθερία, υπευθυνότητα, ειλικρίνεια,εντιμότητα, σεβασμός, συνεργασία, γαλήνη, ευτυχία, αγάπη, ταπεινότητα, αφοβία, σταθερότητα, απλότητα, αγνότητα, ανεκτικότητα, αποδοχή αρωματίζουν και στολίζουν την ψυχή. Ο κόσμος μας αλλάζει φεύγει το σκοτάδι τα λουλούδια χαρίζουν ομορφιά κι η γη μοσχοβολά. elenitheof 7/12/08

Το πουλί με το εβένινο φτέρωμα

Μέσα από τον τρεμάμενο άνεμο που γέρνει πλαγιαστά τις κορφές των δέντρων έρχεται ο αχός της σκέψης σου στραφταλίζει το πρόσωπο ασημένιες σταγόνες εδώ και εκεί κατάχαμα ριγμένες οι θύμησες Στο τραπέζι της κουζίνας αφημένο το όνειρο μάγισσες το κύκλωσαν μεθυσμένο χορεύει …. ακολουθεί σκοπούς, προαιώνιων μυστηρίων στης μοναξιάς το γκρίζο μονοπάτι χρωματιστό μελάνι απλώθηκε μαύρο πουλί, επάνω στο χαρτί ζωγραφίζει με το ράμφος του σκιαγραφεί σχήματα, ερμηνεύει χρησμούς τρέσες τα μαλλιά σου, καλύπτουν της νύχτας τον μανδύα σημάδια ,χαρακιές…οι επιθυμίες ξαναγεννιέται πολυάστερος ουρανός λαχανιασμένα τα λευκά δάχτυλα αγγίζουν μέσα στην ηδονική παρουσία μαστούς.. θηλές ρόδινες ,στο χαμηλό κρεβάτι τα όνειρα συνωμοτούν ,κάνοντας επιδέξιο έρωτα σαν βέλη καρφώνονται στην πλάτη, στους ώμους αργές μπερδεμένες οι αισθήσεις… είναι σχεδόν απομεσήμερο.. που πήγαν οι εραστές? Αυτός ο γρίφος είναι αδιέξοδος Ελπίδα…

Υστερόγραφο

Εικόνα
Τους άκουγα τους λεπτοδείκτες να χτυπούν ο ένας τον άλλο . σκέφτηκα το μαρτύριό τους και ξέσπασα σε κλάματα Από τότε και κάθε νύχτα Συμπάσχω ανυπομονώ κι αφήνομαι Βλέπετε η νύχτα ξέρει και κρύβει καλά τα μυστικά της . Τι ανόητη που είμαι σκέφτηκα το άλλο πρωί καθώς κοίταξα τους μαύρους κύκλους γύρω απ τα μάτια μου Ήξερα ότι πάλι θα πάω στη δουλειά και θα προσποιηθώ πως πέρασα μιαν ακόλαστη νύχτα μ εκείνον τον γλοιώδη τύπο που τάχα μου άρεσε και που με φλέρταρε όλη νύχτα στο μπαρ Ήξερα πως για μια ακόμα φορά θα σας κοροϊδέψω χλευάζοντας ασύστολα και κατ εξακολούθηση τον εαυτό μου Υστερόγραφο: Μη πιείτε από εκείνο το κοριοζούμι που θα σας σερβίρουν, είναι κι εκείνο μέσα στη ψεύτικη εικόνα που δημιουργούν . Κοιταχτείτε στο καθρέφτη κι ύστερα σκεφτείτε αν αξίζει το κόπο ή το ψέμα Ήξερα πια ότι δε μπορώ άλλο να σας κοροϊδεύω Αλήθεια είναι ! Κάθε νύχτα συμπάσχω με τους λεπτοδείκτες του παλιού το ρολογιού και το πρωί σκουπίζω το ματωμένο πάτωμα για να κρύψω τα σημάδια

ΦΩΤΟ ΑΠΟ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ

Αλογα. Τόσο περήφανα, πανέμορφα και επιβλητικά, ερέθισαν τη φαντασία των ανθρώπων και γέννησαν το μύθο των Κενταύρων. Υπομονετικά, δέθηκαν με τους αγρότες και τους υπηρέτησαν πιστά. Γρήγορα σαν αστραπή, κάλπασαν περήφανα μέσα στο χρόνο. Στην Κεφαλονιά, έχουμε τα ξακουστά άλογα του Αίνου. Είναι δύσκολο να τα δεις από κοντά, αλλά αξίζει να επισκεφτείς τον δρυμό του Αίνου.

Εικόνες από την φύση

Εικόνα
Πάει το ζεστό καλοκαίρι, κοντεύει να μπει και ο χειμώνας. Πόσο γλυκό, όμως, είναι το φθινόπωρο. Η καλύτερη εποχή για να ταξιδέψεις και να φωτογραφίσεις ότι σε κεντρίσει, ότι σε τραβήξει. Τόσο γλυκά και απαλά χρώματα, εναλλαγές φωτός που σε προκαλούν να προσπαθήσεις έστω να τις αποτυπώσεις με την κάμερα σου. Μαγεία. Η Ελλάδα μας! Απολαυστική. Η φύση μας προσκαλεί να την ζήσουμε, να την περπατήσουμε και κυρίως να την ΠΡΟΣΤΑΤΕΨΟΥΜΕ. Ας προσπαθήσουμε, όλοι μαζί.

Θοδωρής Βοριάς - Σημείωμα σε τσέπη συνωμότη

Γκρεμίστε… Γκρεμίστε τώρα που κατάπιαν το σεισμό της οργής τους, που απονεύρωσαν κάθε αίσθησή τους, που δε ραγίζει το κορμί απ’ τον εγκέλαδο του πάθους, που σάπισαν κι οι ρίζες τους. Πέντε ξερά στάχυα σφηνωμένα στα ψάθινα καπέλα τους προσδιορίζουν τις αισθήσεις, ατίθασα πουλιά με θράσος κάθονται στους ώμους τους. Εύφλεκτοι πια, παραφουσκωμένοι με ξερόχορτα, μαζεύουν σκόρπιες εικόνες για να πουν πως ζήσανε· λίγες μοναχά εικόνες από φόβο μην τύχει κι αρπάξουν φωτιά. Περάστε, δίχως φόβο, ανάμεσα στα σκιάχτρα και γκρεμίστε. http://vorias.blogspot.com/
Εικόνα
ΧΟΡΟΣ ΣΥΡΤΟΣ Κάλλιο χορευταράς να 'μουνα πέρι κόλλες που να κρατώ και μολυβάκια· θα' σερνα συρτό χορό, χέρι με χέρι, μ' όλα μας του γιαλού τα καραβάκια. Κι έν' αψηλό τραγούδι για σιρόκους θ' άρχιζα, γι' αφροπούλια και για ένα γλαρό καράβι με πανιά και κόντρα φλόκους, που θά' ρχονταν να μ' έπαιρνε και μένα. Με χώρις Καρυωτάκη, Πολυδούρη, μόνο να τραγουδάν τριγύρω οι κάβοι, κι οι πένες μου πενιές σ' ένα σαντούρι, άσπρα πανιά σου οι κόλλες μου, καράβι! Γιαλό-γιαλό να φεύγουμε και άντε! να λέμε όλο για μάτια, όλο για μάτια, κι εκεί -λες κομφετί μες στο λεβάντε- όλα μου τα γραφτά χίλια κομμάτια! Και, σαν χτισμένη εκεί από κιμωλία, βαθιά να χάνεται η Χαλκίδα πέρα, μ' όλα μου ανοιγμένα τα βιβλία, καθώς μπουλούκι γλάροι στον αέρα...

Umberto Tozzi - Ti amo

Εικόνα
ΚΑΘΕΝΑΣ ΘΕΛΕΙ ΕΝΑΝ ΘΕΟ... Καθένας θέλει έναν θεό δικό του, πρίγκιπα. Όμως τα βρίσκουν μεταξύ τους όταν έρθει μεσημέρι με την χελώνα, το τζιτζίκι και την πέτρα πυρωμένη˙ κι έρθει το απόγευμα με τη λευκή φτερούγα του ορίζοντα απλωμένη, μυρωμένη, κι έρθει το σούρουπο με τον αποσπερίτη φιλόσοφο σε περισυλλογή. Άνθρωποι είναι, πρίγκιπα. Κι αυτό σημαίνει πως απ’ την ίδια εξορία δρέπει ο καθένας την πληγή του. Κι αυτός: «Το σύμπαν είναι επίπεδο, και διαστέλλεται, και δεν μπορώ να καταλάβω τι περισσότερο μπορεί να κάνει ένας θεός». ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ

Την ύστατη στιγμή

Να μη σηκώσεις τα χέρια ψηλά ο ήλιος θα στα κάψει. Να δεις που οι σφαίρες τους θα πέσουν στον τοίχο -μιλώ για τις καινούργιες σφαίρες που φτιάχνουν από ξεραμένη λάσπη εφημερίδων. Ούτε να προσκυνήσεις καταγής· τα γόνατα κι οι παλάμες ώρα την ώρα ριζώνουν στο χώμα και γίνεσαι κατάκοιτος. Ορθός να μείνεις, μη φοβάσαι, σαν θα σε βλέπουν όρθιο, εκείνοι θα φοβούνται. ©Θοδωρής Βοριάς

Ρούσσα

( + για την αδικοχαμένη αδερφή) Το ξέρω πως θα ‘ρθεις, κρυφά στην κάμαρά μου μια νύχτα που δε θα μιλά κανείς το ξέρω πως θα ‘ρθεις, τριγύρω η ανασαιμιά μου περίμενε ως το φως της χαραυγής δεν ξέχασα τον ήχο απ’ τη μιλιά σου το γέλιο με το χάδι, στη χαρά σου στο λέω, να ‘σαι πάντα γελαστή κι ας λείπεις απ’ το πλάι μου για χρόνια για μένα δεν προχώρησε ούτε ώρα δε βιάστηκε να φτάσει το πρωί σαν τώρα, μες στα χέρια μου που σ’ έπαιρνα - μην ξέχασα ή λησμόνησα την ώρα; - πιο κόκκινη δε θα μπορούσε να ‘ναι η Άνοιξη πιο μεταξένιο το κορμί, δε θα γινόταν πιο πάλλευκη η αγνότητα στον ήλιο της γνωρίζω, τριγυρνάς στην κάμαρά μου με βλέπεις, δε σε βλέπω όταν το θέλω τριαντάφυλλα σε έραναν εκείνα που πιστεύω χαιρέτα μου τους ζωντανούς π’ αγάπησα. Γιώργος_Κ 04/09/2008
Εικόνα
ΣΤΑΣΙΩΤΙΚΟ Ας αφανίσουμε, λοιπόν, τον φασισμό των αντι-φασιστών· αυτοί κατάντησαν τον ουρανό εικόνα ουρανού αυτοί κατάντησαν τον άνθρωπο σύμβολο ανθρώπου· κι έβαλαν σύμβολα και εικόνες σε μια σειρά και τα ρωτούσαν πώς βγαίνουν τα πουλιά από τις πέτρες κι ο ουρανός απ’ το μελάνι· πώς βγαίνει ο άνθρωπος απ’ το χαρτί. Αυτοί δεν έχουν μάτια, έχουν πέτρες τυφλές από ευταξία· αυτοί δεν έχουν αίμα, έχουν μελάνι· δεν έχουν σάρκα, έχουν χαρτί: μυρίζουν θάνατο, αυτοί, προσοδοφόρο. Γλώσσα εμπόλεμη οι αντι-φασίστες που ζήλεψαν την γλώσσα του φασίστα και είπαν την πηγή πληγή κι είπαν το χώμα πτώμα. Ας αφανίσουμε, λοιπόν, τον φασισμό των αντι-φασιστών. Πώς κόβουν τα τραγούδια! ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ

♥ Ylang Ylang ♥

Πόλεμος είναι οι σχέσεις.

Ο έρωτάς μου είναι πόλεμος, όμορφος και τρομαχτικός, Πόλεμος η ζωή μου, που από σένα εξαρτάται.. Στερέψανε τα θέλω μου, οι αντοχές μου ξεράθηκαν, και η ενέργεια μου έσβησε κι αυτή. Πόλεμος η αγάπη μου, που από σένα εξαρτάται.. Όσες στιγμές καλές κι αν είχα, σαν όνειρο χαθήκαν. Πόλεμος τα όνειρά μου, που από σένα εξαρτώνται.. Ευχές και όνειρα αραχνιασμένα και σχέδια που καταλήγουν στο κενό. Πόλεμος οι αναμνήσεις, που από σένα εξαρτώνται και αυτές.. Ξεχασμένες αναμνήσεις τώρα πια, φθαρμένες και καταχωνιασμένες να μη θυμίζουν τίποτα από τα παλιά. Πόλεμος από ερωτήσεις στο μυαλό μου.. Χιλιάδες ερωτήσεις και χιλιάδες γιατί δυστυχώς απαντήσεις δεν έχω, μονάχα σ…αγαπάω! Πόλεμος είναι οι σχέσεις κι εγώ τον έχασα. 19/08/2008 @ blog.my-room.gr

Μι’ αγάπη απ’ τα παλιά

Εικόνα
Ανάθεμα κι αν ήξερα τι έχεις επιλέξει που βρίσκεσαι, που πιάνεσαι, με τι μεθάς καημό ποιος άνεμος τα μάτια σου γι’ απόψε να τα βρέχει που χάνεσαι, τι αισθάνεσαι, πως πνίγεις το λυγμό; θα ήθελα να μάθαινα ποιον έχεις επιλέξει ποιος σ’ έχει επιλέξει, επί λέξη επιλέξει ποιος πιάνει το χεράκι σου, το σφίγγει λέξη-λέξη και χάδι-χάδι σβήνει μια αγάπη στον καιρό καιρός βαρύς, απόβραδο, πεθύμησα τα χείλη η ζέστη μ’ έχει κάνει να ζητώ λίγη δροσιά δροσιά μόνο τα χείλη σου με κέρασαν Απρίλη και ψες κατακαλόκαιρο με λούσαν με θυμό βαθύς λυγμός ακούγεται, πολλά φεγγάρια πέφτουν οι μέρες εναλλάσσονται με γκρίζες συννεφιές τα μάτια σου ζωγράφισα μια νύχτα με μολύβι και να που πυροβόλησαν με σφαίρα τις καρδιές μα τώρα πάει, πέθανε, δε μένει εδώ αγάπη και δες, τα τριαντάφυλλα μαράθηκαν κι αυτά αν κάποτε με μέθαγαν δροσοσταλιά και δάκρυ τα σύννεφα μας κρύψανε και ψάχνω στα τυφλά θα ήθελα να μάθαινα ποιον έχεις επιλέξει ποιος σ’ έχει επιλέξει, επί λέξη επιλέξει ποιος πιάνει το χεράκι σου, το σφίγγει λέξη

Δημοσκόπηση

Το μηνιαίο πολιτικό περιοδικό Monthly Review και η εταιρία ερευνών VPRC πραγματοποιούν μια έρευνα προκειμένου να αναδείξουν τα κοινωνικά, πολιτικά και ιδεολογικά χαρακτηριστικά των bloggers στη χώρα μας. Τα αποτελέσματα της έρευνας θα δημοσιευθούν σε ένα από τα προσεχή τεύχη του περιοδικού, καθώς και στην ηλεκτρονική του έκδοση (www.monthlyreview.gr). Η επιλογή των blogs έγινε βάσει ποιοτικών χαρακτηριστικών, τα οποία θα βοηθήσουν στην ασφαλέστερη και αντιπροσωπευτικότερη εξαγωγή συμπερασμάτων. Σε περίπτωση όπου οι διαχειριστές του blog σας είναι περισσότεροι του ενός, δικαίωμα συμμετοχής στην έρευνα έχουν όλοι τους ανεξαιρέτως. Σας ευχαριστούμε εκ των προτέρων για τη συμμετοχή, το ενδιαφέρον και το χρόνο σας. Παραμένω στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε διευκρίνιση, απορία ή πρόβλημα. Με εκτίμηση, Σταμάτης Νικηταράς Τ 210 3214488 Φ 210 3213578 Κ 697 32 88 026 stamatis@monthlyreview.gr Οδηγίες συμπλήρωσης ερωτηματολογίου: Το ερωτηματολόγιο που λάβατε είναι σε μορφή doc . Ανοίγετε το αρχείο

Προσευχή

Εικόνα
Όπως πέρναγε ένα τρένο πλάι ξυστά απ’ την πληγή μου κάπου έπεσε ένα αστέρι και μου πήρε τη ζωή κι είχα όνειρο που κάρφωσα στο βάθος, την ψυχή μου στ’ ασπρισμένο μου μπαλκόνι να το έχω προσευχή προσκυνάω σταυρωτά τα φιλιά που με κεράσαν τους καημούς κι όλες τις πίκρες τα ‘χω βάλει στη σειρά έχω όπλο το κουράγιο, τους εχθρούς να πολεμήσουν που με λόγια μ’ αποπήραν. Θε μου πόση ειν’ η χαρά δε μου έμεινε η φωνή να μιλήσω μ’ ένα γράμμα να φωνάζω σ’ αγαπάω ή να βρίζω ο,τι φθονώ στ’ ασημένια βλέφαρά μου φυλαχτό να σε φυλάω σα σκοπός σ’ ένα καμιόνι που του έβαλε φωτιά είμαι φταίχτης, είμαι ψεύτης, ειμ’ απάνθρωπος που κλαίω λίγο άνθρωπος να ήμουν, θα σε είχα στη γωνιά με μαστίγιο το κορμί σου κάθε ώρα να χτυπάω και με λόγια που τσακίζουν των χειλιών σου τα οστά Θε μου πόσο το ‘χα σφίξει μες στα χέρια μου σα σφαίρα σα μια Γη που ‘χα τυλίξει τ’ οξυγόνο γι’ αγκαλιά και στα μάτια τη φιλούσα, ξημερώνει, καλημέρα Θε μου πόσο είχα λατρέψει έναν κόσμο στα κρυφά τώρα μένει να θυμίζει ένα σύννεφο τη μέρα
Εικόνα
ΑΣΜΑ ΔΙΠΛΟ ΜΕ ΠΑΓΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ Είχα τα μάτια μου κλειστά κι έδωσα βάση στα κλάματά τους. Δεν είπα: «Ρ’ άντε κάν’τε όλοι στην πάντα!» Δεν τσίνησα για την ξύλινη πίστα, για τα λουλούδια που έπεφταν βροχή -να μην βλέπω ούτε το πρώτο τραπέζι- κι ο σκούπας να κοιτάζει τον κώλο της λουλουδούς, ο ηλεκτρολόγος, το καθίκι, να έχει χάσει το παιχνίδι: πίσσα σκοτάδι, Λυσσιατρείο το κατάστημα... Είχα τα μάτια μου κλειστά κι έδωσα βάση κι όταν άναψαν τα φώτα βρέθηκα σαν τον φιστικά πάνω στην πίστα: πουκάμισα, γραβάτα, σακάκι ένα κουβάρι, τα παπούτσια μαντάρα μες στις λάσπες... Του Άδη το περίγελο κατάντησα, λεχρίτες! ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ

Ο καρπός της αφθαρσίας

Εικόνα
Στα πιο ψηλά του κόσμου με ταξίδεψες φτερά μου έδωσες για να πετάω κι ύστερα πήρες ανυπέρβλητο ψαλίδι, τα ψαλίδισες που πάω άραγε; ποιος να ‘μαι; που πατώ; νεράιδα ή του βάλτου ξωτικό ιπτάμενο ζουζούνι που πετά ελεύθερο ανάμεσα στα μάτια σου; που πάω άραγε; πήρες του κόσμου το πι’ ωραίο πρωινό και το νανούρισες σαν ένα κάτασπρο της Άνοιξης, χαρούμενο λουλούδι γαλάζιο μενταγιόν, τραγούδι του έρωτα που τ’ άλλαξες σκοπό τι είσαι τελικά; μια μάγισσα, Θεά, γυναίκα π’ αγαπά πιστά αράχνη που υφαίνει έναν ιστό για τον επόμενο άγγελό της; στα μάτια, τα μαλλιά, στα χείλη στα χέρια τα λευκά της βρήκα τη γαλήνη τι πόθος; τι χαμόγελο; τι δάκρυ; το ψέμα ένα πρωτάκουστο αιχμηρό αγκάθι κι η αγάπη μου, την έμαθες μισή δέκα πληγές οι δέκα μνήμες και των χεριών τα δάχτυλά σου δέκα μ’ απόμειναν ζωές και τριακόσιες μέρες μακριά σου χίλιες φορές οι μοναξιές, πονούν λιγότερο του χωρισμού κι όσο περνούν οι μέρες, μένεις να ξεχνιέσαι με τα λουσμένα, ψεύτικα, μαχαίρια των χειλιών ....... στα πιο ψηλά του κόσμου
Εικόνα
ΥΠΟΘΗΚΗ Επειδή το τέλος πάντα θα φυλάει τα σταυροδρόμια και θα ’ρχεται απρόσκλητος ο άρχοντας του χάους, κι ένα λιθάρι ασήμαντο με τη μορφή φιδιού, θα έρπει όλα τα πλάσματα, για χάρη του αδίστακτου ως άνω των πλασμάτων, ένα βαθύτατο καράβι να ετοιμάσεις· τον πληγωμένο άνθρωπο, που έχει ανάγκη ανθρώπου να φορτώσεις και την προστάτιδα ψυχή ονείρων και προσδοκιών, ελπίδας πάσης, την παρθένα που δέχεται το βάρος του κόσμου όλου, την παρθένα, που ταξιδεύει απ’ την αρχή προς την αρχή˙ και ν’ ανοιχτείς δίχως φόβο, με πάθος. Έτσι άρχισε ο κόσμος. Έτσι θ’ αρχίζει πάντα. Στη μέση του ωκεανού, οφείλεις να ξυπνήσεις, να θυμηθείς πως ήσουνα νεκρός μες στην καρδιά σου, πριν πνιγείς στο δρόμο για το φως. Αλάτι και μέταλλο λιωμένο ν’ ανασάνεις στο καμίνι του γαλάζιου, να ξεχάσεις, να ξεχάσεις αυτόν που ισχυρίζεται πως είναι ο κόσμος λίγος, και είναι ο κόσμος σκοτεινός, κακός, κι αυτόν που βρίσκεται στον κόσμο, αλλά δεν είναι κόσμος, αυτόν που λέει πως θα σωθεί και φεύγει από τον κόσμο και τα πράγματα,

Zero+: Περα απο το καλο και το κακο.

Zero+: Περα απο το καλο και το κακο.

Η καρφωμένη προσευχή

Εικόνα
Ξεκίνησα μιαν ώρα για ένα μακρύ ταξίδι πιο μακριά να φτάσω απ’ τη δική μου Ιθάκη εφόδια δεν κράταγα στους ώμους, μήτε στις τσέπες μου ψωμί αγάπη είχα φορτώσει τις βαλίτσες μου λατρεία απ’ τη λατρεία μου, στο κόκκινο δισάκι τεράστια τ’ αποθέματα υπομονής κι ελπίδας μες στα σπλάχνα μου κομμάτια εφημερίδας μες στις τσέπες που λέγανε για μια χαμένη αγάπη, που άργησε να ‘ρθει ο δρόμος που περπάτησα, χιλιόμετρα με ορθάνοιχτα τα μάτια και τ’ αυτιά να μη τον χάσω κι όπου έβρισκα μικρές τριανταφυλλιές προσκύναγα το χώμα τους, κάνοντας μιαν ευχή να φτάσω μ’ όση δύναμη μου απόμεινε τα μάτια σου θα έμοιαζα, αλλοτινούς καιρούς, σαν κυνηγός πολύτιμων κι αστραφτερών πλασμάτων που όμοια τους δεν γέννησε η γη μες στους καιρούς σαν ένας κλέφτης διαμαντιών στο όρος του Καυκάσου εκεί που είναι αδύνατο να βρεις τριανταφυλλιές τα πέταλα συνέλεγα μ’ αγάπη ένα προς ένα τα φύλασσα σ’ ένα πουγγί πιο ροζ κι από τα χείλη σου πιο κόκκινα λουλούδια κι απ’ το αίμα του κορμιού σου πιο πορφυρά κι απ’ τα φιλιά που μ’ έ
Εικόνα
ΣΤΑΣΙΩΤΙΚΟ Χειροκροτούν οι μαϊμούδες -οι φιλελεύθερες μαϊμούδες οι μαϊμούδες που ονειρεύονταν γύπες, όταν ήταν σκουλήκια- χειροκροτούν τον πίθηκο, τον μεγάλο μεταβιομηχανικό πίθηκο, τον πίθηκο που κλαίει τα βράδια και λέει: «Γιατί όχι αετός;» [...ο αετός... Αχ ο αετός! η θύελλα των φτερών του, το φως του ήλιου στα νύχια του κι ο ουρανός να βγάζει τραπέζια πλάι στο ρέμα -στη δροσιά- κι αν δεν βρει πλατάνι το ποτάμι δεν πηγαίνει στη φωλιά του ο αετός, ώσπου να γίνει βροχή!] Χειροκροτούν οι μαϊμούδες. Μαϊμούδες οι άνθρωποι και οι μαϊμούδες στον καθρέφτη ενός θεού που βλέπει τον θεό να βλέπει τον θεό στον καθρέφτη του μεγάλου πιθήκου. ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ
Εικόνα
Ο ΔΕ ΙΗΣΟΥΣ ΕΛΕΓΕΝ... Συγχώρεσέ τους, Πορφυρέ, με τη μεγάλη δύση των βουνών σου. Νεκρώνονται κατάσπλαχνα, όταν χιμούν σε σπλάχνα άλλων. Γυρίζουν από την σφαγή να ξαποστάσουν νικητές στον όλεθρό τους. Καθένας ζει πολλούς νεκρούς, για να μην θάψει τον νεκρό του. Συγχώρεσέ τους, Δροσερέ, με το βαθύ γαλάζιο των νερών σου. Ξεσχίζονται κατάσαρκα, όταν χιμούν στις σάρκες άλλων. Γυρίζουν από την σφαγή να αιμορραγήσουν στα πεδία των ονείρων. Καθένας ξενυχτάει πολλούς νεκρούς, για να μην κλάψει τον νεκρό του. Συγχώρεσέ τους, Ανθηρέ, με τον μεγάλο ίσκιο των δασών σου. Από τη μάχη των εμπόρων, κανείς δεν βγαίνει ζωντανός. Νεκρό το θύμα και ο θύτης δυο ζωντανές φορές νεκρός. ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ
ΠΗΓΕ ΝΑ ΞΑΡΑΧΝΙΑΣΕΙ ΤΟΝ ΑΔΗ Σήμερα, Μεγάλη Τετάρτη του έτους 2008, στις 1 το μεσημέρι, μάζεψε τα λιγοστά υπάρχοντά της –μια χούφτα ανάσα κι ένα κάρβουνο ψυχή- για τον Άδη η Καλομοίρα Μωραΐτη, η γυναίκα που –ως μητέρα της μητρός μου- με μεγάλωσε και με δίδαξε ζωή και γνήσιο λαϊκό λόγο, στον οποίο διέθετε έμφυτο ταλέντο. Η Καλομοίρα γεννήθηκε το 1914 στο Σεβδίκιοϊ της Ιωνίας, μεγάλωσε στα παραδείσια Βουρλά, και ήρθε στην Ελλάδα το 1922, με ματωμένα πόδια από το αίμα των «συνωστισμένων» στο λιμάνι της Σμύρνης. Από τρυφερή ηλικία εργάστηκε ως οικιακή βοηθός σε ανθρώπους που την σεβάστηκαν ως προσωπικότητα, άσχετα από την ιδεολογία της και τις ιδεολογίες τους: ο δικτάτορας Πάγκαλος, ο συνδικαλιστής Λάσκαρης και ο υπουργός γιος του, ο βιομήχανος Στεφανούρης. Η Καλομοίρα αγάπησε και παντρεύτηκε τον τεταρτοδιεθνιστή Αλέξανδρο Μωραΐτη, τον οποίο έχασε υπό τραγικές συνθήκες, στα 1944, από χέρι κατακτητή. Έκτοτε, αφιέρωσε τη ζωή της στην εργασία και την ανατροφή του παιδιού της, των παιδιών των σ
Εικόνα
ΕΠΙΣΤΟΛΗ (Ο Άβγαρος, τοπάρχης του Ουχάμα, προς τον Ιησού, τον αγαθό σωτήρα που εμφανίστηκε στην Ιερουσαλήμ.) Η νύχτα του κόσμου διαρκεί ακόμα, και στο βάθος τα ίδια πράγματα συμβαίνουν. Ένας μικρός αριθμός εθνών διεκδικεί το θέαμα μιας αυγής που θα φωτίσει όσα περισσότερα καλλιεργήσιμα χωράφια επιτρέπει η διαστροφή της γης (να βγαίνει ξαφνικά απ’ την απάθειά της με κωνοφόρα ξεσπάσματα και πέτρινες απειλές). Το τοπίο τής απληστίας μας παραείναι σκοτεινό για ν’ αντέξει την αλαζονεία μιας πόλης που δεν διαθέτει μεγάλα δημόσια κτίρια (όπως θέατρα, ναούς, λουτρά). Όμως επιδαψιλεύουμε στους εαυτούς μας το συνωστισμό μιας τακτικής λατρείας και γύρω η γη -σε απόσταση όχι ευκαταφρόνητη- είναι πράσινη, πλούσια σε πηγές, σκεπασμένη με δέντρα, γλυκιά και τρυφερή. Σαν να λέμε, δεν λείπουν οι ευκαιρίες για μοναχικούς περιπάτους (πληρωμένους από το νόμιμο σύζυγο πάντα) για ρεμβασμούς που καταλήγουν σε φιλοσοφικές μονογραφίες χωρίς πραγματικό αντικείμενο, προεξοφλημένες από έκδοτες χωρίς πραγματικό κο
Εικόνα
ΑΜΛΕΤ «Αυτά που ήξερες να τα ξεχάσεις, πρίγκιπα. Μεγάλωσες· κάθε σου λέξη τώρα σωπαίνει χίλιες λέξεις. Μάταια σκέφτεσαι, μάταια ψάχνεις τα λόγια σου στα λόγια σου. Ο κόσμος δεν είναι πια αντικείμενο μελέτης· είναι αποτέλεσμα μελέτης. Δεν ξεχωρίζεις το σκοτάδι απ’ τον φονιά ούτε το φως απ’ το μαχαίρι. Αυτά που ήξερες να τα ξεχάσεις, πρίγκιπα. Μεγάλωσες· κάθε σιωπή σου τώρα χίλιες σιωπές φωνάζει. Μάταια σωπαίνεις, μάταια κρύβεις τα λόγια σου στα λόγια σου. Η ζωή δεν είναι πια σπουδή θανάτου· είναι πτυχίο θανάτου. Δεν ξεχωρίζεις τον άνθρωπο απ’ το κάθαρμα ούτε το σώμα από το πτώμα. Αυτά που ήξερες να τα ξεχάσεις, πρίγκιπα. Μεγάλωσες, προόδευσες. Η νύχτα έχει γεμίσει παλιάτσους που υποδύονται τον πρίγκιπα, κρατώντας το καύκαλό σου και, τη μέρα, περισσεύεις», είπα. Κι αυτός: «Ανόητε, δειλέ, τι θέλεις με τα χώματα; Το ύψος είναι τέχνη των ανέμων». ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ

Σκέψεις ενός φοβισμένου μυαλού.

Νόμιζα μπορώ ν' αντέξω την απόσταση, και να ξεπεράσω όλα τα εμπόδια του εαυτού μου. Να νικάω τους φόβους μου, και για μια φορά στη ζωή μου να αφεθώ. Παγιδευμένη σε όχι και μη, σε πρέπει και μη που πάντα ήθελαν οι άλλοι, γιατί εγώ η ίδια φοβόμουν να αφεθώ. Δεν ξέρω γιατί.. Ίσως γιατί πληγώθηκα πολύ και πάλεψα πολύ για να το ξεπεράσω. Φοβήθηκα το πράσινο φως να σου ανάψω μήπως και δεν το δεις. Φοβάμαι και δεν το κρύβω και ούτε ντρέπομαι να το πω. Φοβάμαι πως τα χιλιόμετρα θα σε πάρουν μακριά μου. Ο Καζαντζίδης είπε σε ένα τραγούδι: " ότι αγαπώ εγώ πεθαίνει..". Νομίζω ότι κι εγώ κάπως έτσι νιώθω. Σε ευχαριστώ όχι γιατί ήρθες στη ζωη μου, αλλά γιατί με έκανες να αφεθώ και να είμαι εγώ. Μαρία Σ. @ 16/4/2008
Εικόνα
ΕΤΣΙ ΠΝΙΓΟΝΤΑΙ ΟΙ ΚΑΧΥΠΟΠΤΟΙ Ένας ανώτερος υπάλληλος κατέβηκε πρωί πρωί με το ασανσέρ στο θυρωρείο της πολυκατοικίας όπου έμενε· κι ετοιμαζόταν να βγει στον δρόμο να πάει στη δουλειά του, να δουλέψει σκληρά, όταν άκουσε τύμπανα. «Τι είναι αυτά τα τύμπανα;» ρώτησε τον θυρωρό. «Δίνουν τον ρυθμό στους κωπηλάτες, φυσικά!» απάντησε ο θυρωρός. Ο ανώτερος υπάλληλος τον κοίταξε καχύποπτα. «Τον έξυπνο μου κάνεις;» του είπε. «Αν δεν σου αρέσει η δουλειά σου, παραιτήσου! Όμως μην κοροϊδεύεις τους ανθρώπους που δουλεύουν σκληρά, όλη μέρα!» Και βγήκε έξω κι έπεσε στο νερό και πνίγηκε. Καλά να πάθει! ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ

Πατρίδα

Εικόνα
Είναι Σαββάτο, ξημερώνει Κυριακή η Κυριακή είναι γιορτή για τους βαθιά ερωτευμένους εμείς τη ζήσαμε μια ημέρα σαν αυτή και τα όνειρά μας βάλαμε στις στάχτες να καούνε ξέρεις πια σήμερα δεν κατοικεί η αγάπη μέσα μου ετούτη η ώρα που μιλώ, μόνο γιορτή δεν είναι πάνε πια τώρα, όλοι οι μήνες μας περάσανε και μια καινούργια αγκαλιά αποζητούνε η φλόγα μου έσβησε, τα μάτια μου κλειστά κι ούτε ζητώ να ματαειδώ τα μάτια σου ξέρω δεν άλλαξαν, θα ‘ναι το ίδιο καστανά δυο περιστέρια καφετιά που πέταξαν και φτερουγίζουν σ’ άλλη χώρα η αγάπη έσβησε Μαρία, όπως σβήνει μια φωτιά πάει καιρός που μες στα χέρια σου μεγάλωνα κι αν μου ‘χει μείνει λίγη ακόμα φτωχική αγάπη είναι για εκείνο το λουλούδι που αφήσαμε να μαραθεί στο τραπεζάκι, απ’ τα φιλιά όχι, δε στέρεψε το δάκρυ ακόμα, όχι για τα φιλιά σου κλαίω, για τα μάτια σου που χάθηκαν εγώ τ’ αγάπησα μεγάλα, γελαστά κι ας κλείσαν εγώ αγάπησα και των χειλιών σου το φιλί κι η αγκαλιά σου η ζεστή, που να ‘ναι τώρα; πάει καιρός Μαρία, που έφυγε η ζωή κι απ’
Εικόνα
ΟΙ ΟΜΠΡΕΛΕΣ «Οι παπάδες κι αν είναι ομπρέλες!» μουρμούρισε το αγόρι στο κρεβάτι του. Τα έπιπλα κοιτάχτηκαν απορημένα. «Δηλαδή, εγώ είμαι εκκλησία!» είπε η ντουλάπα. «Μπα, είσαι πολύ νέα», είπε το κρεβάτι. «Πρέπει να μεγαλώσει μια ντουλάπα για να γίνει εκκλησία;» ρώτησε η ντουλάπα. «Όχι, πρέπει να είναι αρκετά μεγάλη για να μπορεί να βγάζει ανόητα συμπεράσματα από τα λόγια ενός παιδιού», είπε το κρεβάτι. «Δεν ξαναμιλάω!» είπε η ντουλάπα. «Τα κρεβάτια κι αν είναι παπάδες!» μουρμούρισε το αγόρι στο κρεβάτι του. ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ