Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Σεπτέμβριος, 2007

Κύκλοι με το διαβήτη

Εικόνα
Δε μου άφησες μυαλό να γράψω για τίποτα. Το πήρες όλο μαζί σου, φεύγοντας. Κάποτε οι μοναχικές μου σκέψεις, ξεμυτούσαν τα μεσάνυχτα και έκαναν πάρτι ολόγυρά μου, ιδιαίτερα τα Σαββατοκύριακα και τις αργίες. Τροφοδοτούσαν το χαρτί με λέξεις απόγνωσης, γραμμένες με έντονο μαύρο μαρκαδόρο για να τονίζονται οι αλήθειες μου. Οργή, θυμός, αγανάκτηση. Αποτύπωνα τη μοναξιά, σαν ένα πόδι έτοιμο να με συνθλίψει στο επόμενο βήμα. Στερημένες ορέξεις απ’ τον ανεκπλήρωτο έρωτα και το ίχνος απ’ τη μύτη του μολυβιού να βγαίνει στις επόμενες σελίδες, πριν ακόμα λερωθούν. Μακρόσυρτες προτάσεις, διαλέξεις χωρίς νόημα και σκοπό για το ανέφικτο της απεραντοσύνης. Κι αν περιέγραφα εμένα με τις ακραίες απόψεις μου, κι αν έγραφα για τις επιθυμίες και τις ανάγκες, ούτε από σένα δεν κατάφεραν να γίνουν αντιληπτές, ούτε από κανέναν. Δε θα τολμούσες ποτέ να ρωτήσεις, αν βρήκα άλλη να σ’ αντικαταστήσει. Μα κι αν ακόμα με είχες μελετήσει καλά, θα έβλεπες πως το τελευταίο πράγμα για το οποίο έκανα λόγο στα κείμενα μο

Eσυ

Εικόνα
Θα είμαι πλάι σου μέχρι να βαρεθείς.. Θα είμαι πλάι σου έλεγες ....... και χαμογελούσες όταν εγώ δεν ήμουν σίγουρη γι αυτό... Το έβλεπες στο βλέμμα μου.. Και χαμογελούσες.... .Μόνο χαμογελούσες... Ήσουν αλήθεια τόσο σίγουρος πως δεν θα με άφηνες ποτέ..; Εγώ πάλι δεν ήμουν... Και τελικά εγώ είμαι εκείνη που βγήκε αληθινή.. Γιατί απλά .. ΕΣΥαποδείχθηκες ψεύτικος..

στις σκιές του μυαλού μου

Εικόνα
Στο σκοτάδι δεν υπάρχει ασχήμια δεν έμεινε Στην καρδιά μου υπάρχει αγάπη περίσσεψε Στα νυχτολούλουδα που λατρεύω όταν παίρνω ανάσες όταν νοιώθω γυμνός όταν νοιώθω χαμόγελα όταν δακρύζω υπάρχει το πάθος Μια ελπίδα χαμένη και τα μάτια μισά ανακαλύπτω πίσω από τοίχους το είναι μου Κρατώ μια ζωή την εικόνα και ψάχνω στις σκιές του μυαλού μου το άφταστο Shades

Μια πανέμορφη νύχτα

Mια φορά κι έναν καιρό, τα αστέρια του ουρανού, όλα τα αστέρια, συμφώνησαν με το φεγγάρι ν’ απλώσουν την μακρινή γοητεία τους στο στερέωμα για να χαρίσουν στη γη την πιο όμορφη νύχτα. Σκορπίστηκαν στα μαύρα πέπλα της , δημιούργησαν σχηματισμούς, άστραψαν με όλη τους τη δύναμη φεγγοβολώντας την πιο μαγευτική ασημί τους λάμψη στα μάτια του πλανήτη. Στη γη, τα πλάσματα αποκαμωμένα, απογοητευμένα, μια μέρα ακόμα πιο φθαρμένα, κινούσαν να βρουν τις φωλιές, τα καταφύγια, τα στρώματα και τα παγκάκια τους να κοιμηθούν τον ύπνο τους. Όμως εκείνη η νύχτα, ήταν μια νύχτα αλλιώτικη, πλανεύτρα, ξελογιάστρα, πανέμορφη, που στολισμένη τον πανέναστρο και φεγγαρολουσμένο. Τα αστέρια χαμογελούσαν με την ευτυχία που απόψε θα πρόσφεραν δώρο στις ζωές εκεί πέρα…Κάποια χύθηκαν σε φωτεινή τροχιά για να γίνουν ευχές μα και φτάνοντας στη γη ν’ ακούσουν τι είχαν τα γήινα πλάσματα να πουν σ’ εκείνη τη νύχτα. Στην κορυφή ενός βουνού βρήκαν ένα λύκο να ουρλιάζει, ένα φίδι να κουλουριάζεται σφιχτά, έναν αετό να κρώ

Χειμώνιασε

Εικόνα
Χειμώνιασε νωρίς κι ούτε που πέρασε το φετινό καλοκαίρι μας άφησε στα μέσα του μια πίκρα και μια γλύκα, πλάι στα χείλη - το τελευταίο φιλί - κι αυτό το δις-θεόρατο “σ’ αγαπάω” που τ’ άναβε η φωνή σου όταν πλάθαμε το αύριο τώρα ποιος ξέρει; δε θα υπάρξει άλλο καλοκαίρι απέμεινε η σκέψη μου στον αριθμό είκοσι-τρία - στο είκοσι-τρία ειν’ το σπίτι μου - το σπίτι μου, ειν’ η φωλιά μας στο είκοσι-τρία με συνάντησες στου Ιούνη τα πελάγη έτσι σκυφτό, αμίλητο, μοναχικό διαβάτη σαν τέτοιο μ’ ένιωσες και μ’ έμαθες θαρρώ - πέθανα, να ‘μαι - να τον κρατήσω τυχερό αριθμό ή να τον σβήσω απ’ τη μνήμη; σαν τότε, νιώθω ακόμα τ’ άγγιγμά σου και τ’ άρωμά σου δεν ξεπλένεται απ’ τις μέρες σαν τότε, θα ‘μασταν τριών μηνών σαν τώρα ....τώρα τι μένει; - δε θα υπάρξει άλλο καλοκαίρι - ντύσου καλά μη μου πουντιάσεις απ’ τ’ αγιάζι έχει παλιόκαιρο και βρέχει στη γιορτή μας σαν το φαντάρο θα σου στέλνω τα φιλιά μου και σα ναυτάκι που τον πλάκωσε το κύμα έτσι λοιπόν Μαρία, δύσκολοι οι καιροί αν αγαπάς κι άμα θα κλαι

Το τραγούδι μου (Κάτι από μένα)

Σε μια μελωδία που ακόμα γυρνάς τις σελίδες της, άγγελοι ξεπροβάλλουν... Η γέννηση ενός μεγάλου έρωτα σου χτυπάει την πόρτα. Οι φόβοι, τρυφεροί εραστές, τρέχουν να κρυφτούν στις στοίβες από χαρτί. Η αγάπη μοιάζει... με χορό του πάθους, σαν έναν τυφώνα που σαρώνει ότι βρεθεί στο πέρασμά του. Δεν βρίσκω λογία να σου πω ότι σ' ....ω! Θέλω να με κοιτάς να μου γελάς και να θυμάσαι ότι σε λατρεύω, ακόμα κι όταν σιωπώ. Γίνε η πηγή μου, η έμπνευσή μου, το φως μου που με οδηγεί και φιλάει τα όνειρά μου. Ότι κι αν γίνει, εγώ θα σε κρατώ πάντα πάντα μέσα στην καρδιά μου. M.S. @ 20/7/2007 - 01:30

Παραμύθι για μεγάλους

Έψαχνα την ευτυχία, την έψαχνα Σε ψηλά βουνά, σε απότομες πλαγιές Δεν τη βρήκα. Πίσω από τη λάμψη του ήλιου Παραμόνευε η θύελλα. Άγρια, ταραχώδεις. Μα μία φορά στη θύελλα εναντιώθηκα, Της πρόσφερα την καρδιά μου. Στη στιγμή το σύννεφο συρρικνώθηκε, Και έλαμψε ο ήλιος χρυσαφένιος. Όποιος φοβάται τη στενοχώρια – ας μην αγαπά. Όποιος στον έρωτα φοβάται το παν, Όποιος φυλάει την καρδιά τους στην ασφάλεια – Της αγάπης άξιος δεν είναι. Δεν τη γνωρίζει καν. Κρίστα Μπεντόβα, μετάφραση Olive.

Τώρα που μ' αγαπάς

Εικόνα
Τώρα που μ’ αγαπάς μεθώ με τα γλυκά σου τα φιλιά ξεχνώ τι σημαίνει να πονάς μες στη ζεστή σου αγκαλιά. Όταν μου μιλάς μεθώ με τη γλυκιά σου τη φωνή δε νιώθω μόνη στη ζωή όταν στα μάτια μ’ αγάπη με κοιτάς. Όταν το χέρι μου κρατάς μεθώ με τη ζεστή σου την αφή ξεχνώ κάθε παλιά πληγή τώρα που μ’ αγαπάς. Όταν με φιλάς μεθώ από τους χτύπους της καρδιάς ξεχνώ τι σημαίνει μοναξιά τώρα που μ’ αγαπάς τόσο γλυκά. 17/9/07 elenitheof

Αγαπημένη

Εικόνα
Εγώ ποτέ δεν είχα αγαπημένη μα κι αν την είχα, δε την γνώρισα μήτε την ένιωσα να πέρασε ίσως απλά προσπέρασε, ίσως δεν ήρθε ούτε καμιά νυχτιά μήτε ένα ηλιόλουστο πρωινό για να ψελλίσει απλά, πως μ’ αγαπάει μα κι αν το είπε, εγώ δε το ‘νιωσα ούτε που τ’ άκουσα ποτέ, να το μιλάει κι αν λέω ψέματα, δικάστε με αν δε θυμάμαι, μη το πείτε μ’ αν λέω αλήθεια, δείτε με πως την προσμένω να γυρνάει να με πετάει σ’ άγνωστο ουρανό στην τρυφερή αγκαλιά, να με κρατήσει τα μελωμένα χείλη της, να βλέπουν το Θεό και στο λαιμό, φιλιά να ‘χει γεμίσει μα κι αν την είχα, δε την γνώρισα μήτε την ένιωσα να πέρασε αν ήρθε, δε το πίστεψα κι αν έφυγε, ποιος να το ξέρει; περαστικοί βοριάδες είμαστε όλοι να αποπνέουμε ελπίδες που πεθαίνουνε περαστικοί καπνοί, απ’ αναμμένες φλόγες που με την πιο απαλή βροχή, αμέσως σβήνουνε μ’ αν ήρθες, δε σ’ αντάμωσα γιατί ποτέ δεν είχα αγαπημένη κι αν έφυγες, ποιος να σε ξέρει; γιώργος_κ

Ο ασπασμός του ονείρου- Καταχείμωνο

"Έπεσε τ'όνειρο βαρύ στα χέρια του Χειμώνα, τα πόδια του λυγίζουν κι εκείνα μη μπορώντας να βαστάξουν τη βούληση και τη μανία για το ανέφικτο μη μπορώντας να κρατήσουν το ρυθμό στ'ανελέητο κυνηγητό του Μόνο λυγίζουν και μόνο σέρνονται σα δυο κατάξερα, ταπεινωμένα κλωνάρια μιας άλλοτε ένδοξης και καταπράσινης ελιάς που την έβλεπα στον Ύπνο μου να διπλοστεφανώνει τ'όνειρο μου και που στο ξύπνιο μου την κράταγα σιμά" Έτσι μίλησε μέσα μου ο Μικρός Επαναστάτης κι εγώ δανείστηκα τ'αθώα λόγια του κι αδημονώντας προχωρώ (σ)τον ασπασμό μου. Ω Άνοιξη γλυκόπνοη και σπιρτόζα νοσταλγικά πώς φώλιασες μέσα μου! Πάντοτε κράταγα μια θέση να μη λείπεις... Να που -λοιπόν- τη βρήκες και με ακολουθείς όπως ακριβώς εσένα το Θέρος. Κι αν θαρρείς πως σ'αφήνω γιατί ντύνομαι κι εγώ συχνα- πυκνά ένας μικρός χειμώνας να μαζεύω αγκομαχώντας τα όνειρα και τη λάμψη τους στην όψη να μη δίνεις όψη. Εγώ θα τα διπλώνω ωσάν λινά-μεταξωτά μαντήλια και θα νυμφεύω με εκείνα τη λιτότητα της αρχ

Είμαι ερωτευμένη

Εικόνα
Σε σκέφτομαι συνεχώς. Θέλω να είμαι μαζί σου διαρκώς. Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς εσένα. Σ' αγαπώ. Είσαι ξεχωριστός για μένα. Μου αρέσει να σε ακούω να μιλάς. Σου κάνω εκπλήξεις για να χαμογελάς. Σ' όλη μου τη ζωή περίμενα εσένα. Είσαι μοναδικός για μένα. Μαζί σου είμαι ειλικρινής. Με συγκινείς! Με κάνεις να χαμογελώ στα ουράνια να πετώ. Για σένα νοιάζομαι. Μαζί σου τη ζωή μου φαντάζομαι. Με γοητεύεις. Με μαγεύεις. Σ' εκτιμώ. Θέλω κοντά σου να βρεθώ. Μου λείπεις. Μόνη μη μ' αφήνεις. Με σένα είμαι μαγεμένη. Είμαι ερωτευμένη. Τίποτα δεν πρόκειται ν' αλλάξει την αγάπη μου για σένα όσα χρόνια κι αν περάσουν πάντα υπερβολικά θα σ' αγαπώ. 15/8/07 elenitheof

"Ιθάκη" Κ. Καβάφης

Από την ταινία "Καβάφης".

Στην ανοχή της νυχτός.

Έτσι με συνεπήρε η ανοχή της νυκτός ωστέ θρηνώ αποφθεγματικά το χαμό σου "Δεν κλαίω γιατί σε χάνω λοιπόν, μα γιατί δεν σε κέρδισα ποτέ μου" Κι ύστερα ανοίγω τα μάτια μου μαντεύοντας λησμονημένες εικόνες κι ύστερα μου καρφώνει κι η νύχτα μια σκουρόχρωμη αντάυγεια στα μαλλιά και στην Ψυχή μου Έτσι κάνουν άλλωστε και οι καλύτεροι φίλοι όταν φεύγουν' με πολύτιμα φυλαχτά και φτιασίδια σε δεσμέυουν στη μνήμη τους και σ'αφήνουν μ'ένα παγωμένο χαμόγελο στα χείλη που το βλέπεις να βουρκώνει σα μια χειμωνιάτικη, στυφνή ανατολή και το νιώθεις σαν τον αθόρυβο πνιγμό ενός δύτη. Κι ύστερα ακούω κάτι να τρίζει- δεν είναι τ'όνειρο- είναι μια σκιά που μπαινοβγαίνει ανενόχλητη απ'το παράθυρο δεν είναι δική σου μα ούτε και δική μου τούτη η αχλύ που θερίζει στο διάβα της κι όμως τη νιώθω τόσο οικεία και λησμονημένη τόσο απεγνωσμένη και ανένδοτη που τη βάφτισα για λίγο "προσμονή" Για λίγο μόνο'μα δε φτάνει. Κι ύστερα ρίχνω ένα χοντρό μάλλινο γάντι προς την άνω δι

Άκης Πρίντεζης

Εικόνα
Άκης Πρίντεζης - Το καλσόν της μέδουσας (φουτουριστική ποίηση) "Μορφική γραφή" Απόσπασμα του βιβλίου Κοντυλοφόροι, που επιπλέουν στη γαλάζια ράχη μου, γεμίζουν τον πυθμένα του φεγγαριού, με μπλε πουα. Μετά το πράσινο, όλη η φύση θάναι γαλάζια για πάντα, προς τα μέσα. Όστρακα χαμογελούν στα υψωμένα κοντάρια και πουλιά κελαηδούν στις ιδέες του πράσινου και μπλε. Μπουκέτο, ιστιοπλοϊα, ιδέες, ιδέες, ανθοδέσμη του κακού. Στο βάθος της άμμου βρίσκεται η όψη του φεγγαριού, η χαμένη όψη του Παραδείσου, χωρίς προεξοχές και νευρώνες, μόνο ισορροπημένη αβεβαιότητα της συντριβής και της πτώσης, όπου όλα πετάνε, πλέουν, περιπλέκονται δεντροστοιχίες, κληματαριές, αναρριχώμενες βάτους, στο μπλε-γαλάζιο χρώμα του αύριο. Μόνοι ισορροπιστές, οι φάσεις αχνές, οι διαβήτες ξύλινοι, το μισοσκόταδο ενωτικό της απάτης, έρημος του ονείρου. Το όνειρο, πάτωμα και μαξιλάρι της μέρας. Φτερά και λέξεις απ -φ- Φωλιές αρχινισμένες κι άφτιαχτες, περιμένοντας τη λέξη που θά' ρθει, ξύλινη ποικιλμένη λέξη,

Ανθρωπε αγάπα

Εικόνα
Μέλι κανέλα και κρασί και των χειλιών σου το φιλί μια αμαρτία * Κάθε αγκαλιά και μια γιορτή κάθε λεπτό μια μουσική μια πανδαισία * Μάτια που ανάβουνε φωτιές τόξο το βλέμμα στις καρδιές χρυσή φαρέτρα * Χρώματα βάψε μ' όσα θες βάψε το σήμερα το χθες καρδιάς παλέτα * Πλέξε με κόκκινη κλωστή του έρωτά μας το νησί βάλε λουλούδια * Πάρε ένα σύννεφο βροχή κι ας κάνουμε μία ευχή με δυό τραγούδια

Αξίζει να πεθαίνεις για ένα όνειρο;

Εικόνα
Έχει ψοφήσει ένα περιστέρι απ’ τ’ απόγευμα κάτω απ’ το μπαλκόνι μου και βρωμάει μυρίζει απαίσια η νεκρή σάρκα του όση έμεινε δηλαδή γιατί το υπόλοιπο σώμα φρόντισαν να το ξεσκίσουν οι γάτες πριν πέσει ο ήλιος κι έτσι όπως είναι αναποδογυρισμένο με ανοικτές τις φτερούγες του ανάσκελα με το κεφάλι του παγωμένο μέσα στη νύχτα πλάι στο δέντρο του κήπου μας σου δίνει την αίσθηση πως πέθανε ως θριαμβευτής με την ελπίδα της φυγής και της ελευθερίας ζωγραφισμένη στο ράμφος του. Αύριο θα μυρίζει ακόμα χειρότερα θα το έχουν αποτελειώσει τα αρπακτικά πριν προλάβει να ξημερώσει. Αξίζει να πεθαίνεις για ένα όνειρο; ~~~ Κι αν είμαι εδώ, μ’ ακούει κανείς; κανείς δεν ακούει αν κλαίω, αν γελάω αν φταίω, αν πονάω κι αν κρύβω τον πόνο μου μόνο μου κι αν πέφτει τις νύχτες, το δάκρυ κανείς δε το βλέπει κανείς δεν υπάρχει μετά από σένα, κανείς μορφή μου, τις νύχτες θυμάται η αγάπη πως τάχα υπάρχει πως κάπου φωλιάζει και κρύβεται ένα του πόθου κομμάτι που έμεινε σ’ ένα παγκάκι του πάρκου φιλί παινεμένο, πνοή

Δεν ξέχασα

Εικόνα
Με κοίταζε θλιμμένο απόψε το φεγγάρι γιατί ήμουν μόνη από σένα μακριά και η καρδιά μου λιώνει. "Θα μου κάνεις μία χάρη;" του είπα μυστικά. "Αν τον δεις, να του πεις πως δεν τον ξέχασα κι ας τον έχασα. Γι' αυτόν γράφω απ' την καρδιά μου δεν τον διαγράφω θα 'ναι για πάντα εκεί σαν πληγή που αιμοραγεί και κανείς να τη γιατρέψει δεν μπορεί." 2/6/06 elenitheof

της αγάπης

Μια φορά κι έναν καιρό, που η φύση κείτονταν σ’ ύπνο βαθύ, κι απ’ άκρη σ’ άκρη βασίλευαν η σιγαλιά κι η μαύρη νύχτα, του δάσους τα σκοτάδια και την παγωνιά κατάλυσε με το χορό της μια πυγολαμπίδα. Μικρή, διέγραφε λαμπρό χορό, τρελή, παραδομένη στους ανέμους. Ένα ζευγάρι μάτια άνοιξαν κι έπειτα κι άλλα, κι άλλα και φώτισαν διάσπαρτα τη σκοτεινιά. Ζεστή πνοή χασμουρητού κι έπειτα κι άλλη, κι άλλη απλώθηκε και έλιωσε την παγωνιά. Κι όπως σκορπισμένα στην πλάση ήταν της νύχτας τα πέπλα παντού, θαρρείς τα μάτια πιάστηκαν στα μαύρα της στολίδια αστραφτερά.Κι ανάσες ενώθηκαν και τύλιξαν θερμή αγκαλιά το άλλοτε κρύο. «Έρχεται», έγραψε στον αέρα φέγγοντας η πυγολαμπίδα και έπαψε το χορό. Πλάι στην πασχαλίτσα πήγε στάθηκε σ’ ενός ανθόνερου τα πέταλα και καρτερούσε Εκείνη.... Ρίγησαν της λίμνης τα νερά, σείστηκαν τα μισοϋπνωμένα νούφαρα κι ακούστηκε το κράτς το κρούτς, πως γίνεται μια κάμπια χρυσαλλίδα…Σιώπησαν οι αγέρηδες για μιαν αθάνατη στιγμή. Αυτή η στιγμή…όλοι μαζί ύστερα έψαλλαν

Συμβιβασμός

Εικόνα
Έχω έναν ιερότατο στόχο - να διασώσω το έργο μου κι έπειτα να φύγω, να εξαφανιστώ να φύγω, να πετάξω, να χαθώ σαν τον άνεμο να καλπάσω, ΝΑ ΦΥΓΩ σαν άσπρο άλογο που χλιμιντρίζει και τρέχει βλέποντας τους χαλεπούς καιρούς να το κυνηγούν σαν ασημένιο πεφταστέρι, να πέσω πλάι σ’ όλα τ’ αστέρια στη βαθυσκότεινη νύχτα να χυθώ σαν καταιγίδα - σ’ αυτά που με πίκραναν να γίνω κεραυνός γι’ αυτούς που μ’ αποπήραν κι όσους με φίλησαν κι όσους μ’ αγάπησαν να μην εκδικηθώ άλλωστε έμαθα να αγαπάω με πάθος και να μισώ με οργή να δίνω δίκιο στο άδικο έμαθα, ΝΑ ΦΥΓΩ κι έτσι όπως έμαθα να συμβιβάζομαι τι μένει άλλο πια για να προσμένω; αφού κι η ίδια η ζωή ένας ιδιότροπος, κρυφός είναι, συμβιβασμός.

Δόκιμος κατά το Δοκούν...

"Δόκιμος κατά το δοκούν στην Τέχνη της Παραίτησης και στην Παραίτηση της Τέχνης Αρχηγός". Μ'αυτούς τους στίχους προλογίσαμε το θάνατο αιώνων μα και την αιώνια αμφιβολία Ποιητών. Μ'αυτούς τους στίχους άλλοτε αγκαλιάσαμε μικρές συμφορές και άλλοτε ξεγελάσαμε μεγάλες- κάνοντας τους πράξη Όταν κατά το λιόγερμα κάποιες φορές είχαμε πάρει τη θέση του ανήμπορου Ήλιου όταν κατά το σούρουπο ψάχναμε μάτην το πάλλευκο θεριό του φεγγαριού μες στη ματιά των οδοιπόρων που τερμάτισαν μέσα στο βλέμμα των ανθρώπων που ονειρεύτηκαν Κι έχω ακόμα την αύρα απ'το αίμα επάνω μου γιατί έμαθα να διαβάζω ματωμένους ερειπιώνες... Μη μου τους κόπους λησμονάτε σύντροφοι, δεν είμαι πια παιδί! Πέρασαν χρόνια από τότε που στα χέρια μου βαστούσα το κλειδί μιας διπλόκλειστης καστρόπορτας που μες στις φλέβες της θησαύριζε νεφέλες και αστέρια απ'τον κόσμο ακόμα ανέγγιχτα Πέρασαν χρόνια από τότε που τα παρθένα όνειρα μου σάλπιζαν σπουδαία παραγγέλματα -φτιασίδια από μετάξι κι αυτά τσαλακώθηκαν. Κ

Αντίο

Εικόνα
Από την ποιητική συλλογή " Όταν το Εγώ έγινε Εμείς, κι όταν το Εμείς έγινε Κανείς... " ή αλλιώς το Τέλος μιας πολλά υποσχόμενης σχέσης! ~~~ Ένα σκαλί, πριν να σου πω “αντίο” και πριν στερνά σε χαιρετίσω μια ώρα που θα κοιτάζω τα μάτια σου κι ο αγέρας, θα τραμπαλίζει τα μπλεγμένα μαλλιά σου δεν έφταιξα μόνο εγώ αλλά κι οι δύο ίσως, γιατί το γλήγορο της ώρας πέρασε όπως θα πέρναγε ένα τρένο απ’ το κατώφλι σου δίχως ποτέ να σταματήσει, να σε πάρει και δε σε πήρα, ούτε σε γνώρισα ούτε ξαπόστασα, μήτε περίμενα πως θα ‘ταν έτσι η πρώτη αρχή στην κατηφόρα τώρα, η ζωή κατρακυλάει, σε παρασέρνει τις αναμνήσεις σου, διαγράφει απ’ τη μνήμη -σώπα- να μην ακούς τι λέει ο κουρασμένος επιβάτης ούτε κι ο δύστυχος ζητιάνος που ναυάγησε, στο πρώτο σκαλοπάτι σου “ζωή”, έτσι ειν’ τα πρώτα καρδιοχτύπια κι οι παιδικοί μας έρωτες, αρρώστιες που δε γιατρεύονται ποτέ κι ούτε πονάνε μονάχα σφάζουν τις πληγές, που μας πληγώσανε εμείς εκεί είμαστε μέτοχοι στο πανηγύρι του έρωτα και ψάχνουμε φθηνές δικαι

Ακόμη και τα δέντρα, δακρύζουν πολλές φορές

Εικόνα
Δεν έχω άλλα λόγια να πώ, απλά ήθελα να μοιραστώ μαζί σας αυτή την εικόνα

Τσαρλς Μπουκόφσκι

Εικόνα
"Η Λάμψη της Αστραπής Πίσω απ' το Βουνό" Συγγραφέας: Τσαρλς Μπουκόφσκι Μετάφραση: Σώτη Τριανταφύλλου ISBN: 960-6627-09-8 Πρώτη Έκδοση: Απρίλιος 2005 Εκδόσεις: Ηλέκτρα πετώντας το ξυπνητήρι ο πατέρας μου έλεγε πάντα: «νωρίς στο κρεβάτι και νωρίς στο πόδι, ο άντρας γίνεται υγιής, πλούσιος και σοφός». τα φώτα στο σπίτι μας έσβηναν στις οχτώ σηκωνόμασταν χαράματα απʼ τη μυρωδιά του καφέ, του τηγανιτού μπέικον και των χτυπητών αυγών. Σʼ όλη του τη ζωή, ο πατέρας μου έμεινε πιστός στο πρόγραμμα Αυτό. πέθανε νέος, απένταρος, κι όχι ιδιαίτερα σοφός, νομίζω. Μετά απʼ αυτή τη διαπίστωση, απέρριψα τις συμβουλές του κι έτσι αργά έπεφτα στο κρεβάτι κι αργά ξυπνούσα: το μεσημέρι. δεν ισχυρίζομαι ότι κατέκτησα τον κόσμο αλλʼ απέφυγα τουλάχιστον τα πρωινά μποτιλιαρίσματα, γλίτωσα από κάμποσες παγίδες γνώρισα παράξενους, υπέροχους ανθρώπους ένας απʼ τους οποίους ήταν ο εαυτός μου - κάποιος που ο πατέρας μου δεν γνώρισε ποτέ. "Να περιφέρεσαι στην τρέλα" Συγγραφέας: Τσαρλς Μπουκό