Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Οκτώβριος, 2007

Καθωσπρέπει

Εικόνα
Η ζωή μου είναι μια μπάλα που όλο τρέχει κάποιοι βρέθηκαν στο δρόμο και την κλώτσησαν οι πληγές μου πόσο μάτωσαν, δε ρώτησαν κι η ψυχή μου, αν τους βαστά κι αν τους αντέχει περιθώρια δεν υπάρχουν για μπαλώματα πήρα προίκα απ’ την πίκρα τα διπλώματα κι όλο τρέχω και γυρνώ στις κατηφόρες ένα μέρος να πλαγιάσω ψάχνω ώρες φαίνεται πως ξέχασες τ’ αγέρι στα μαλλιά τις Κυριακές που άλειφε τα χείλη η δροσιά ο ήλιος μοσχοβόλαγε τ’ αγέννητα φιλιά σου και στων ματιών τις άκρες κυλούσε η πεθυμιά φαίνεται πως χάθηκα για πάντα απ’ τη θωριά σου τα χέρια μου ζωγράφισαν ρόδινα τα φτερά σου απ’ όπου κι αν περάσαμε, τα χνάρια μας ζεστά τη χαραυγή που σ’ έντυσα λευκόχρυσα φιλιά η ζωή μου είναι μια μπάλα που όλο τρέχει κάποιοι βρέθηκαν στο δρόμο και την άρπαξαν τα όνειρά μου πόσο ράγισαν, δεν άργησαν κι η ψυχή μου ένα χαλί στα καθωσπρέπει. γιώργος_κ

Αίνιγμα

Είμαι ένα πορτοκαλί πορτοκάλι που ωριμάζει το χειμώνα. Για να γεννηθεί σαν κόκκινο αυγό στο κόσκινο το Πάσχα. Τι είμαι;

Αφιερωμένο

Εικόνα
Μαράζωσε το κόκκινο τριαντάφυλλο, Μαρία στο τραπεζάκι πάνω, όπως τ’ αφήσαμε κι όσο εμείς γλυκό φιλί ανταλλάσσαμε, ζήλεψε γεμίσαμε δροσιά τον ήλιο κι όλα τ’ αστέρια ανάψαμε τώρα που φέγγει η αγάπη μας, πιο δυνατή απ’ τον ήλιο τι βλέπεις Μαρία; “ αν μ’ αγαπάς, θα ‘ρθεις θα ‘ρθεις αν μ’ αγαπάς κι όπου θα πάω, θ’ ακολουθάς αρκεί να μ’ αγαπάς ” ήταν στα χείλη στολισμένη η αγάπη κι απ’ το ποτήρι έσταζε ροδόσταμο κι αστρόνερο ήταν κρυμμένο το φεγγάρι απ’ την καρδιά μας και η πνοή μου βάλσαμο, στα κουρασμένα μάτια του εμείς κινήσαμε, λουλούδι μου για ένα ταξίδι πιο μακρύ από τ’ αστέρια εσύ τριαντάφυλλο γαλάζιο κι εγώ ένα κόκκινο ηλιοτρόπιο να σε φωτίζει κι έχει το χρώμα γαλανό, με πιτσιλιές πινέλου η οροφή του και δε μας νοιάζει πιότερο, παρά στον έρωτά μας να ‘χει δροσιά το πρωινό που θα ξυπνούμε χαράματα να σμίγουμε στο ΕΝΑ τη μαγεία κι έχει το χρώμα καστανό, στα μάτια και στα χείλη που όταν ματώσουν γίνονται τριαντάφυλλα στο πάθος και δε μας μέλλει η ζωή, αν γίνει μερτικό τους παρά μονάχα τ

Ανάλαφρα

Θέλω να ξαπλώσω ανάσκελα στα βουνά να βλέπω τα σύννεφα να περνάνε να νιώθω ανάλαφρα στο σπίτι μου τη φύση θέλω να πετάω χωρίς ύλη στο γρασίδι Ανάλαφρα όμορφα

να το θυμάσαι..

Εικόνα
Θέλω να γράψω απόψε.. νοιώθω την ανάγκη να βγάλω όσα δεν τόλμησα ποτέ πέρασα από λόφους πολλούς μόνος και κατάφερα ν’ ανέβω βουνά να μένω μόνος και να βγάζω απ’ το σώμα μου τ’ αγκάθια θυμάμαι το παρελθόν και πονάω ακόμα Τόλμησα ν’ αγγίξω τα όνειρά σου χωρίς να έχω δικαίωμα χωρίς να σκεφτώ παραδομένος σ’ αυτό που νοιώθω Πήρες τη σκέψη μου.. τη λογική μου πήρες νερό απ’ τη δροσιά μου και την έκανες μπαλάντα πήρες κομμάτια απ’ τη ζωή μου και τα έκανες στοίχο.. ερωτικό.. πήρες στα δυο σου χέρια την ψυχή μου κι έβαλες το στόμα σου κοντά πολύ κοντά Μου έδωσες ανάσα και πήρα ζωή μου έδωσες ζωντάνια και με γέμισες ξεκλείδωσες αισθήματα με κοίταξες στα μάτια και έγινα φωτιά με κέρασες γλυκό κρασί.. και μέθυσα χαρά ακούω.. καμπάνες αγγέλων σε ρυθμούς ροκ αγγίζω.. χέρια βελούδο.. και τρέμω μυρίζω.. ρόδα απ’ το σεντόνι σου και κλείνω τα μάτια γεύομαι.. τη δροσιά των ονείρων σου.. και ριγώ βλέπω.. της ψυχής σου τα μάτια.. και δακρύζω από χαρά σε λατρεύω.. να το θυμάσαι.. shades

Γράμματα στην αγαπημένη

Εικόνα
Αισθάνομαι την ανάγκη, έπειτα από τόσο καιρό και αφού η επικοινωνία μέσω των ποιημάτων μας είναι η μόνη λύση επικοινωνίας που απέμεινε, να έρθω σε επαφή μαζί σου. Πρώτα για να μάθω τι κάνεις κι αν είσαι καλά. Έχω καιρό να μάθω νέα σου, σου θυμίζω ότι εσύ θέλησες να διακόψουμε τελείως την επικοινωνία που είχαμε και φρόντισα να συμβάλλω σ’ αυτό με το να μην απαντώ στα μηνύματά σου στο κινητό. Υποθέτω πως έχεις χαράξει νέους δρόμους στη ζωή σου, πιθανόν να ασχολείσαι αποκλειστικά με τις σπουδές τώρα, ίσως να έχει προκύψει κάποια νέα γνωριμία, ίσως πιο αρεστή στους γονείς σου από μένα, πάντως από τα νέα ποιήματά σου που κατά περιόδους διαβάζω και σχολιάζω, φαίνεται να διατηρείς ακόμα στις αποθήκες των συναισθημάτων σου, λίγη τελευταία αγάπη για τον πρώην σύντροφό σου. Πίστεψέ με, αισθάνομαι τα ίδια. Δεν σε ξεπέρασα, δύσκολα θα σε ξεχάσω, πάντα θα σε θυμάμαι όπως σε γνώρισα και σε καμιά περίπτωση δε θα ήθελα να σε συναντήσω διαφορετική στο μέλλον. Ο χρόνος και ο καιρός περνάνε μικρή μου ανε

Blondie - The Dream's Lost On Me

Το αθάνατο νερό

Εικόνα
“Είναι αργά! Άσπλαχνος ο χάροντας, πέρασε την ψυχή απ’ το λιβάδι της λησμονιάς. Τώρα τη φόρτωσε στο σάπιο σκαφίδι και στον Άδη την κατεβάζει. Καμιά ελπίδα δεν υπάρχει, παρά μονάχα μια. Αδύνατον όμως να πραγματοποιηθεί. Μονάχη σωτηρία, το αθάνατο νερό! ... Μην απελπίζεσαι όμως, όποιος αγαπά τόσο δυνατά όσο εσύ, να ξέρεις, η αγάπη του έχει δύναμη. Θα γίνει σύντροφος κι οδηγός σου. Στηρίξου λοιπόν στον έρωτά σου! Σήκω με θάρρος, ώρα είναι να πηγαίνεις ... Μη νοιάζεσαι για το νεκρό, κανένας δε θ’ αγγίξει το κουφάρι του. Όπως τον άφησες, έτσι και πάλι θα τον βρεις…” Το αθάνατο νερό Ένα συναρπαστικό παραμύθι με θέμα την αγάπη και την αυταπάρνηση… Δέσποινα Λελέκου - Τατάκη Σελίδες: 165 ISBN: 960-89288-2-6 Εκδόσεις Μπατσιούλας

ταξιδεύει...

Εικόνα
Γράφω, όταν κάτι μου λέει “γράψε” “σε χρειάζομαι”, για σένα ο πόνος καταγράφεται στα έργα δίχως μολύβια και μελάνι χαρίζεις την ψυχή σου ολότελα όταν πονάς κι όταν αγαπάς, χαρίζεις απλόχερα το φιλί σου δίχως να προσμένεις να το πάρεις πίσω το χαρίζεις κι αυτό ταξιδεύει, ταξιδεύει όπως ταξιδεύουν τα γράμματα του μυαλού δεμένα πάνω στην πλάτη του ανέμου όπως ταξιδεύουν τα καράβια στις μακρινές θάλασσες όπως μετακινούνται τ’ αστέρια στο στερέωμα δίχως γραμματόσημα και λευκό φάκελο απλά ταξιδεύουν για να φτάσουν σε μάτια μαύρα, σαν αποξηραμένα δαμάσκηνα ψημένο καλαμπόκι πάνω στο παγκάκι μας ξεραμένα δάκρυα στο λευκό χαρτί, μες στη νύχτα και στα χέρια το “αντίο” να μυρίζει κάρβουνο όταν αγαπάς, χαρίζεις απλόχερα το φιλί σου δίχως να περιμένεις κόκκινα χείλη να σε γλυκάνουν τα μεστωμένα κεράσια τον δεκαπενταύγουστο “σ’ αγαπάω” σου λέω και στέλνω φιλί θα ‘ρθει να στο φέρει λευκό περιστέρι κράτα το φυλαγμένο, δίχως αντάλλαγμα δε μοιάζει φιλί απ’ τα χείλη που λάτρεψες είναι μεθυστικά τα φιλιά σ
Notepad Spiral No 2 §8. ΜΕ βασανίζουν τα βουνά, γιατί χιονίζει λευκό σαν πρόσχαρη αγκαλιά, πέρα μακριά τους. Εγώ θα πρέπει να μετρώ ήλιους, ιδρώτες, δάκρυα και θανάτους, πάντα εδώ· λίγο πιο εδώ και το παραμικρό πουλί θα με συντρίψει. Ωστόσο, διατηρώ ακόμη μια διέξοδο σ’ εκείνη τη βαθιά διαδρομή που γύρισα από το δριμύ ψύχος της απουσίας σου. Και λέω κάθε πρωί· «Με τόση συννεφιά ψυχών, ίσως στο τέλος να χιονίσει». §9. ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ ΜΕ. Αρκεί να ν’ αναπαυτώ κάτω από δέντρο με σκιά κι ας έχει ξεψυχήσει δίπλα ποτάμι, ας έχει σκάψει το νερό τάφους όσα τα βότσαλα που το κρατούσαν. Θα δροσιστώ ένα φύλλο παγωνιά, μια ρίζα καλοκαίρι θα χορτάσω. Θέλω να φύγω άπρακτος από έναν κόσμο δραστικό. Εκχώρησέ μου μια νέα αναίτια φυλακή, τιμώρησέ με λήθη. §10. ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΠΕΘΑΝΕΙ ούτ’ ένα δάκρυ. Κι αυτόν που θρήνησες, σε ξένα στήθη έχεις ματώσει. Πώς ξέρεις πια παραφορά θα μ’ εκχωρήσει μια νύχτα ασήμαντη στον θάνατό σου; Δεν ξύπνησες ποτέ μέσα σε νύχτα ασβέστη ούτε κομμάτιασες τα χέρια σου ζητώντας να μην αγγίξ

Μοβ

Μοβ η πανσέληνος απόψε, γράφει μοβ και βιολετί τα όνειρά μας τα λουλουδάκια ροζ μπορντό τα πέταλα του τριαντάφυλλου μοβ η βραδιά μας και η ζωή, μελάνι που αργοσβήνει κατρακυλά στο φως, το χρώμα αργοπεθαίνει θέλω να πω δεν ξημερώνει πια για μας ένα ηλιόλουστο πρωινό, σαν όλα τ’ άλλα οι μέρες μοιάζουν ένα πένθιμο σεντόνι μοβ τα φεγγάρια μας, φεγγάρι μου και των πουλιών το χρώμα μοβ δεν μεγαλώνουν πουθενά κόκκινες παπαρούνες εμείς χαθήκαμε σε μια νυχτιά μήτε πολύχρωμα τριαντάφυλλα θα δεις ν’ ανθίζουν θέλω να πω είμαστε αστέρια, αστέρι μου, που αργοπεθαίνουν ένα μπορντό λουλούδι, στο γαλάζιο ουρανό ένα θα σου πω έπαψαν πλέον οι αγάπες, να ζουν παντοτινά δίπλα στ’ αστέρια γράφεις τώρα τ’ όνομά μου γλυκό το βράδυ απόψε, άδεια η αγκαλιά μου στο πένθος ντύθηκαν τα δάκρυά μας δεν ξημερώνει πουθενά.

Θρήνος για το καμένο δάσος

Εικόνα
Όταν ήμουνα παιδί όλα τα καλοκαίρια παίζαμε μαζί πιασμένοι απ' τα χέρια. Ήσουν ο παράδεισός μου ήμουν ο άγγελός σου που γράφοντας υμνούσε την ομορφιά σου μαζί με τα πουλάκια τραγουδούσε τη χαρά σου για τα δώρα που μου χάριζες! Το άξιζες που σε κράτησα παντοτινά μες στην αγκαλιά μου. Η παιδική καρδιά μου ποτέ της δεν ξεχνά τα μελωδικά κελαηδήματα των πουλιών τα δροσερά πρωινά τα ηλιοβασιλέματα, μαγεία των ματιών που ο ήλιος κρυβόταν πίσω απ' τα βουνά. Κι εσύ με τα πεύκα και τα έλατα να μου δίνεις το οξυγόνο της ζωής. Μέχρι του κόσμου τα πέρατα είσαι η χαρά κάθε ψυχής. Με ποια λόγια τώρα να θρηνήσω τις στάχτες που έμειναν; Με πόσα δάκρυα να πενθήσω τα δέντρα σου που κάηκαν και πέθαναν; Με ποιο τρόπο να τιμωρήσω την κακία των ανθρώπων που έπεσαν πιο χαμηλά απ' το επίπεδο των ζώων; Εκεί στον ουρανό ψηλά άνθρωπε, σήκω το κεφάλι ο Θεός σου χάρισε την πλάση για να την φροντίζεις. Κάποτε στο χώμα θα καταλήξεις στα παιδιά σου μην την αφήσεις καταστραμένη και καμένη. 21/8/07 elenith

Ευπρόσδεκτος Εκτοχιασμός

Εικόνα
glitter-graphics.com Ξεκίνησα παρέα με μένα και τον εαυτό μου. Δεν πέρναγα κι ωραία, μα είχα τ' όνειρό μου. Μου έκοψες το δρόμο και μ' έφερες στα μονοπάτια. Καρτέρεψες τον τρόμο και του ΄κλεισες τα μάτια. Και πάμε, όλο πάμε με φόρα ως της ζωής την άκρη. Χαμόγελα σκορπάμε. Στεγνώνουμε το δάκρυ. Ρ.: Τώρα πια που σ' αγαπώ θα πω: "Να, το φεγγάρι το φορώ παλτό!"

Για σένα...

Εικόνα
Δεν σ’ έχω δει ακόμα κι η σκέψη κάνει βόλτες ποιος ξέρει που να ‘σαι σε βλέπει η θάλασσα, ο ήλιος τα βότσαλα Η σάρκα μου σε ζητάει επίμονα το μυαλό μου ζητά τη συντροφιά σου το χέρι μου ψάχνει το δικό σου τα χείλη μου αναζητούν τα δικά σου η αγκαλιά θέλει τη δική σου Το βράδυ να βλέπαμε την πανσέληνο σε μια τέλεια επαφή σωμάτων ρυθμικών κινήσεων και στεναγμών μέσα στην ατελείωτη μουσική των κυμάτων, του αγέρα και των δέντρων Βλέποντας τον ήλιο να ανατέλλει βουτώντας θεόγυμνοι στην υγρή αγκαλιά της θάλασσας κρατώντας ψηλά στα χέρια τον ήλιο Θα ‘ρθεις.. θα ‘ρθεις μωρό μου. Shades

..μη φύγεις

Εικόνα
Χαίρομαι που δεν σ’ έχω δει ποτέ Γιατί κοιτώ τα σύννεφα χωρίς να κινδυνεύω να πάρουν τη μορφή σου Ονειρεύομαι κι αυτό είναι τόσο μαγικό Γιατί μπορώ να σε φωνάζω χωρίς να κινδυνεύω να μ’ ακούσεις Μόνο να νιώθεις την ψυχή μου Γιατί μπορώ να σ’ ΑΓΑΠΩ χωρίς να κινδυνεύεις να γίνεις μνήμη Και να σ’ έχω ζωγραφιά στα όνειρά μου Η ΑΓΑΠΗ δεν έχει μάτια… ...έρχεται..σε αγγίζει.. ..σε ταρακουνά.. Σου προσφέρει χωρίς να ζητά... ..και φεύγει... ..μη φύγεις. Shades

Μια μελωδία.

Εικόνα
Ένα τραγούδι από καρδιάς μια μελωδία αλλιώτικη έβγαλες απόψε απ' τα χείλη σου. Μια μελωδία σαν φωνή γνώριμη με παρακινεί να συνεχίσω να σ' αγαπάω πιο πολύ. Μια μελωδία που κυλάει πάνω μου και οι σταγόνες τις μουσικής βρέχουν την καρδιά μου. Ένα τραγούδι από καρδιάς μια μελωδία ερωτική έβγαλε απόψε η καρδιά σου. MyPlace @ 17/10/2007

Όταν σ’ ανταμώσω...

Εικόνα
Όταν σ’ ανταμώσω δε θα σε κοιτάξω στα μάτια θα σφίγγονται, θα τσούζουν όχι απ’ τα δάκρυα απ’ την κακία του κόσμου θα σφίγγονται σα γροθιά στο στομάχι απ’ την αδυναμία θα τσούζουν σαν οινόπνευμα στις πληγές γι’ αυτό σου λέω, έλα πάμε να προλάβουμε το τρένο που περνάει έξω απ’ την πόρτα μας πάμε να πιάσουμε την τελευταία ηλιακτίδα που σφηνώθηκε στους βρόγχους του φωταγωγού στο πηγάδι που ξεπλύναμε τις αμαρτίες μας ξεπλύνανε τα βρωμισμένα χέρια τους τ’ αφεντικά θα ντρέπομαι να σε κοιτάξω στα μάτια όταν σ’ ανταμώσω γι’ αυτό θα τα ‘χω κατεβασμένα σα ρολά σε υπόγειο γκαράζ ανάμεσα στα μηχανόλαδα και τα υγρά των φρένων μην τρομάξεις θα με γνωρίσεις, απ’ τα δάκρυα. γιώργος_κ

Παρέα

Εικόνα
Μη με κοιτάτε που χαμογελώ με πλήγωσε βαθιά η ζωή και δεν μπορεί ν’ αλλάξει κι αν λέω κάποιες φορές, πως θα την αλλάξουμε είναι η πρόφαση για να ξεχνώ τον πόνο μου μονάχος έμαθα ν’ ακούω τη φωνή μου να περπατώ, μονάχος έμαθα κι αν ήρθε κάποτε η ώρα, στο χέρι μου να κρατήσω ένα ξένο χέρι ήταν γιατί το διάλεξα και με διάλεξε ανάμεσα σε χιλιάδες άλλα χέρια ανάμεσα σε χιλιάδες σκυθρωπά πρόσωπα που όταν λένε καλημέρα, χαμογελώντας η ψυχή τους δακρύζει απ’ τη μονοτονία σκέψου να ‘χεις κάθε μέρα το ίδιο πρόγραμμα να ξυπνάς μόνος στο φτωχικό σου δωμάτιο να πίνεις τον καφέ στο μπαλκόνι, καπνίζοντας και να νιώθεις τον καπνό του τσιγάρου να βγάζει φωνή και να σου μιλάει και να λέει: “σε σκοτώνω, σε σκοτώνω αλλά είμαι απαραίτητο για να πάει καλά η μέρα σου” είναι απαραίτητο να υπάρχει πάντα ένα χέρι ανάμεσα στα δικά σου, τουλάχιστον για τα βράδια του Σαββάτου που σε πιάνει η μελαγχολία θύμισέ μου τ’ όνομά σου; την τελευταία φορά σ’ αποκάλεσα “μωρό μου” “λατρεία μου” “έρωτά μου” μα τώρα δε θυμάμαι

Μετακόμισε στους ουρανούς ο ποιητής Θανάσης Κωσταβάρας

Εικόνα
Μεταφέρουμε το δυσάρεστο νέο από την ηλεκτρονική πύλη για τη λογοτεχνία www.poeticanet.gr Παρασκευή βράδυ 19/10 έφυγε από τη ζωή ο ποιητής Θανάσης Κωσταβάρας Ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της Πρώτης Μεταπολεμικής γενιάς, ο Θανάσης Κωσταβάρας, γεννήθηκε στο Βόλο το 1927. Σε ηλικία δεκαπέντε χρόνων, ως Επονίτης, προσχωρεί στον ΕΛΑΣ. Το 1944 τραυματίζεται σε μάχη με τους Γερμανούς. Με το τέλος του πολέμου έρχεται στην Αθήνα και γράφεται στην Οδοντιατρική Σχολή Αθηνών το 1946. Τον Ιανουάριο του 1949 συλλαμβάνεται στα Εξάρχεια, δικάζεται και μεταφέρεται στις φυλακές Βούρλων. Το Νοέμβριο του 1948 εκτοπίζεται στη Μακρόνησο, όπου παρέμεινε τέσσερα χρόνια. Με την απόλυσή του ολοκληρώνει τις σπουδές του και ξεκινά να εργάζεται ως οδοντίατρος, παραμένοντας έως σήμερα μάχιμος, «ταγμένος στο όνειρο για έναν καλύτερο κόσμο», όπως έλεγε ο ίδιος. Ήταν παντρεμένος με τη δοκιμιογράφο Αγγελική Κωσταβάρα και είχε ένα γιο. Από το 1956 που κυκλοφόρησαν τα πρώτα του ποιήματα («Αναζήτηση»), μέχρι σήμ

Ελεγεία

Εικόνα
Περνάει τη γέφυρα, το τρένο για Χαλκίδα στο παραθύρι εσύ να με κοιτάζεις ανήμπορος ο χειριστής να σταματήσει κι απ’ τη βραχνή ντουντούκα ο σταθμάρχης να φωνάζει: “ προσοχή-προσοχή παρακαλούνται οι κύριοι επιβάτες άλλοι να γαμιούνται στη διαδρομή της ζωής κι άλλοι να κοιτιούνται ευθεία στα μάτια ” ίσα που πρόλαβα να δω τα μάτια σου παίρναν το χρώμα του μελιού όταν τα φίλαγα στον ήλιο μόλις που άγγιξα τα τρυφερά σου χείλη πέρασες πάνω απ’ το κορμί μου σαν ταχεία στο φεγγαρόφωτο θυμίζεις έρωτα, γλυκόφωτη ηλιακτίδα μεταλλικό νερό με άρωμα τριαντάφυλλο θυμίζεις όνειρο αλλόκοτο, σαν καταιγίδα που το μπουρίνι ξέσπασε πριν έρθει το Φθινόπωρο δεν περιμένω έναν Οκτώβρη για να βγω απ’ τη φωλιά μου μήτε που θέλω πια να δω, τα φύλλα της μουριάς να κιτρινίζουν και να πέφτουν το τρένο της αγάπης, άγγιξε Φθινόπωρο μα στα μισά του δρόμου εκτροχιάστηκε και πάει περνάει τη γέφυρα, το τρένο για Χαλκίδα σε βλέπω να ‘χεις ντύσει τα μαλλιά σου με χρυσή ακτίδα κι ένα κατάμαυρο μαντήλι κι αυτές οι λέξεις που μ
Notepad Spiral No 2 §5. ΔΕΝ ήμουν πάντα κτήνος. Όχι τουλάχιστον πριν γεννηθώ. Κυρίως θυμάμαι κήπους. Ανάσαινα δυο φύλλα φως κι ένα παρτέρι αέρα. Ωστόσο, ήρθε η βροχή και φώναξε με χέρια υγρά την τιμωρία: «Θα ζεις, θα ζεις, θα ζεις εξορισμένος στη λάσπη που καραδοκεί άμμος η επιθυμία». Ελέησέ με τον χειμώνα της καρδιάς, εισάκουσε τη θαλπωρή που δίψασα έκτοτε στον ποταμό σου. §6. ΚΑΤΕΧΕΙΣ ό,τι πέθανα κάτω από δέντρο και ποτάμι. Αναστενάζει, όταν αλλάζει ο καιρός, θυμάται πόνους. Μα δεν πονά, δεν βιάζεται να ευτυχήσει. Τι μου παράτησες εδώ; Ένα καλάμι; Ποιος άνεμος θα το λυγίσει; Κατά πού; Σ’ ένα διάστημα σκοτεινό, άβολο, ξένο, αρχαίο, αιματηρό, τι θα δεχθεί τη μετανάστιδα φωνή μου; §7. ΔΕΝ απαιτώ έναν θάνατο ελάφι. Ένα ποτάμι κι ένα δέντρο σου ζητώ. Εκεί που βλέπει ο νεκρός τη συμφορά μου, εκεί που είμαι ζωντανός μαρτυρικά μου. Μια φυλακή της γλώσσας μου ζητώ: ελευθερία πράσινη ή γαλάζια. Έχω νεκρό στα λόγια μου, δώσ’ μου ένα μέρος σκοτεινό να τον ξεχάσω. ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ

Δραπετεύστε

Εικόνα
Μετεωρίτες γίνονται τα αισθήματα.. Λύκαινες πληγωμένες.. Νερό ζητούν .... και δίψα πίνουν.. Καρφιά οι αναμνήσεις τα ματώνουν και οι σκέψεις μολύνονται.. Ανάσες πέρνουν πικρού κισσού και τυλίγονται σ' ένα αέρινο δηλητήριο.. Δραπετεύστε από μέσα μου.. Κενή ψυχή να μείνω να πέρνω ανάσες απ' το τίποτα ζωή απ' το καθόλου.. Δραπετεύστε.. Κύκλο κάντε γύρω μου και κάψτε το εγώ μου.. Στάχτη στον άνεμο ενός ζεστού μεσημεριού να σκορπιστώνα μην μπορεί ούτε το τίποτα να με πληγώσει..

Ξυπνώντας στο φως

Ήσουν κάποτε καθρέφτης Σε κρεμούσαν για να πέφτεις Και στα μάτια σου θαυμάζαν εαυτούς Πέρασες καιρούς μακριά σου Όταν βρήκες τη μιλιά σου Οι σκιές είχαν χαθεί στους κεραυνούς Ψάχνεις λοιπόν στα φωτεινά Και πολεμάς Και σαστίζεις Πιο αργά Έχεις κάμποση φόρα Πιο αργά Κοίτα έχεις καιρό Σταθερά Σ'έχασε τώρα η μπόρα Σταθερά Έπιασες ουρανό Καραβέλα μ' όσα ξάρτια Σου αφήσαν στα κατάρτια Ξεκινάς και στ' ακροδάχτυλα πατάς. Έτσι απλά να προσπαθείς Και να πετάς Είναι θαύμα Πιο ψηλά Και γράφε μου κι εμένα Πιο ψηλά Δεν υπάρχουν γραμμές Πιο γερά Γράπωνε περωμένα Πιο γερά Χτίσε μας συλλαβές ΖΑΦΕΙΡΙΑ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ

Μη μου κλαις, σ' αγαπώ

Εικόνα
Μη μου κλαις δεν αξίζουνε δάκρυα το ίδιο κάνω κι εγώ και μου λείπεις το ίδιο σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ μη μου κλαις δεν αξίζει να κλαις δεν πιστεύω σε θαύματα μα ένα θαύμα, η αγάπη ας το κρίνει σωστό μη μου κλαις συ και γω, εμείς οι δυο μάθαμε ν’ αγαπάμε μάθαμε να πονάμε σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ μη μου κλαις το ίδιο σου ‘πα και χθες δε γυρίζουν το χρόνο πως τα δάκρυα, δε φέρνουν πίσω το χωρισμό μη μου κλαις δεν αξίζουμε δάκρυα συ και γω, εμείς οι δυο κι ας μου λείπεις το ίδιο σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ. γιώργος_κ

Σπιρτόκουτο

Εικόνα
Φέρτε πίσω την αγάπη μου που χάθηκε και μαζί της, φέρτε πίσω τη ζωή μου μες στα χέρια της ο έρωτας μ’ ανάστησε δέκα άγγελοι, ξενύχτησαν μαζί μου τώρα μόνος λιώνω σαν παλιό σπιρτόκουτο πεταγμένο στο δρομάκι που τη βρήκα κι αν τα μάτια της αστράφταν στο ψιλόβροχο του φιλιού ήταν και του έρωτα η γλύκα ποιος να το ‘λεγε πως θα ‘μοιαζα απόμακρο σκοτεινό, βαθύ σημάδι στην ψυχή της κι ούτε κάποιο περασμένο Σαββατόβραδο να μην τύλιξα τα χέρια, στο κορμί της ποιος θα ξέρει να μου πει, τώρα που χάνεσαι και ποιο πέλαγο ατενίζει ο λογισμός σου σαν πουλί έχεις φτερούγες, μα δεν πιάνεσαι μήτε ακούω πια τον ήχο απ’ τη φωνή σου δε γνωρίζω ν’ ανεμίζουν τα μαλλάκια σου σαν πανιά σ’ ένα σκαρί που μας χαρίσαν καπετάνισσα ονειρεύομαι τα χάδια σου όπως πλάθαμε τα όνειρα που σβήσαν φέρτε πίσω την αγάπη μου που χάθηκε και γι’ αντάλλαγμα, χαρίζω την ψυχή μου κομματιάστε τη, κρεμάστε τη και κάψτε τη μια ζωή ας είναι η αγάπη μου μαζί μου. γιώργος_κ

Βάλε χρώμα...

Εικόνα
Ακούς τη σκιά που στη σκέψη σου μπαίνει ακούς τη φωνή που χαϊδεύει τ` αυτί σου Ακούς στο κεφάλι σου δίπλα μια ανάσα ακούς τη βροχή που κρατώ μακριά σου Όνειρο είναι γλυκιά μου κοιμήσου αχχ τι τέλειος πίνακας θεέ μου ζωγραφιά των αγγέλων θυμίζει μη ξυπνάς θέλει χρώματα ακόμα shades

Για όταν θα γυρίσεις

Εικόνα
Αστράφτει. Φοβάμαι. Φοβάμαι μόνος. Κράτα με στην αγκαλιά σου, να μην κρυώνω απ’ τ’ αγιάζι. Μη μιλάς. Άκου. Αστράφτει, χωρίς ν’ αστράφτουν τα μάτια σου. Που είσαι; Μίλα μου. Πες ένα γράμμα, το πιο όμορφο. Φώναξε. Μίλα μ’ ένα ηχηρό Άλφα ή ρώτα με, μ’ ένα Έψιλον. Πες μια λέξη, την πιο ωραία. Κι ας λείπεις. Δε θα μιλήσω. Θα μιλάει η σιωπή μου. Θα λέει τα πάντα. Θα σε κοιτάω ν’ αστράφτεις. Τη στέκα στα μαλλιά σου, που ‘ναι γιομάτη διαμάντια. Που είσαι διαμάντι μου; Δεν άλλαξα. Γέρασα. Μεγάλωσαν τα νύχια μου. Αγριέψαν τα μαλλιά μου. Ασπρίσανε τα γένια μου. Καμπούριασα. Πίνω την τελευταία γουλιά απ’ την Ursus, να θυμάμαι τα χείλη σου. Κεράσια. Με μέθαγαν, κεράσια κι αμβροσία, έναν Αύγουστο. Μαζεύαμε κεράσια απ’ τις κερασιές με τα πανέρια σου. Που κρύβεις τα πανέρια σου; Πάρτα να μαζέψουμε τα τελευταία απ’ το δρόμο. Ρώγες που κύλισαν στον κατήφορο, την ώρα που ανηφορίζαμε. Μάτια που σφράγισαν τις παραισθήσεις. Χείλη που πάγωσαν το χρόνο. Λέξεις που σκότωσαν το συναίσθημα. Χέρια π’ ανάστησαν τη
Notepad Spiral No 2 §2. ΟΧΙ ΤΑ ΦΥΛΛΑ αρχαία αυτού του δέντρου, ο άνεμος αρχαίος που τα κινεί. Ούτε κι εσύ απουσία. Πληγώνεις με κοπάδια νύχτες δόντια, χτυπάς πριν με ανάσες σκοτεινές. Δεν βλέπω στόμα, δεν βλέπω χείλη, δεν βλέπω πρόσωπο ούτε λάμψη του καταπρόσωπο θανάτου. Είσαι, λοιπόν, τόσο βαθιά πληγή, που φτάνει ένα δέντρο για ν’ ανοίξεις; §3. ΦΤΑΝΕΙ ένα δέντρο. Η ζωή μπορεί να περιμένει ωσότου δάσος. Κατάμαυρα πουλιά χοροπηδούν τα ματωμένα ράμφη τους, δολοφονούν τη νύχτα με φτερά μεταλλικά. Κατέχεις το μυστήριο του θανάτου, όμως δεν έχεις μάτια σαν φωτιά ούτε μαλλιά σαν τα κλαδιά. Έχεις το χώμα σου κι εγώ μια ρίζα. §4. ΞΕΦΛΟΥΔΙΖΩ τις μέρες μου: η σάρκα πικρή, ο χυμός αλμυρός. Δεν μπορώ να ελπίσω ούτ’ ένα κουκούτσι γαλήνη. Το δέντρο απ’ όπου έκοψα το κάτεργό μου έχει τη ρίζα οργή. Ξέχασα, λες, τον καρπό που δίνει ευμάρεια και προσπαθώ να ζήσω τους νεκρούς. Μα ποιός σ’ ακούει, αφού εγώ μιλώ την γλώσσα των τυφλών, θρηνώντας ένα δέντρο κτήνος; ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ

Για τον Κώστα μου

Εικόνα
Δος μου φιλί σα γλυκό σταφύλι από τα γλυκά σου χείλη απ' τη μοναξιά μου χωρίζω σα ρόδο κοντά σου ανθίζω . 12/10/07 elenitheof Υ.Γ. Κάντε κλικ στην εικόνα για να δείτε την κίνηση.

Αναμονή μου

αναμένω. Σε σχήμα απόλυτου αυγού εγώ. Μαζί με τα χρυσά σαντάλια μου. Εσύ δεν πρέπει να ξέρεις μόνο να διαισθάνεσαι.

Σε είδα χθες

και είσαι ωραίος. Πολύ.

Τα κομμάτια μου.

Εικόνα
Θα τα μαζέψω τα κομμάτια μου και θα φύγω. Δεν με χωράει άλλο αυτός ο τόπος. Θα τα μαζέψω τα κομμάτια μου σ' ένα άδειο κουτί. Θα τα βάλω σ' άλλο ράφι του μυαλού μου. Άδεια η ζωή μου χωρίς την παρουσία σου. Θα τα μαζέψω τα κομμάτια μου και θα περιμένω το παζλ να φτιάξεις. Μαρία Σ. on 9/10/2007 @ myplace.pblogs.gr

Μαρτυρικός χορός

Εικόνα
Δε θα περνώ ποτέ, μπροστά απ’ την αυλή σου γιατί φυτρώσανε αγκάθια, εκεί που γνωριστήκαμε εκεί που δώσαμε το πρώτο μας φιλί, με μάτωσαν δε θα με δεις ποτέ, να εισβάλλω στη ζωή σου γιατί με ξέσκισαν τ’ αγριεμένα σκυλιά, εκεί που περπατήσαμε κι εκεί που ενώσαμε τα χέρια, στην αγάπη, τα ‘κοψαν τώρα στις φλέβες μου, κυλάει αίμα απ’ το δικό σου μενεξεδί αιμοπετάλια, μπερδεύονται σε χρώμα πορφυρό τ’ άκουσες; τα δέντρα στήσανε μαρτυρικό χορό και κλαίνε με ρετσίνια στις θάλασσες, τα κύματα υψώνονται έξι μέτρα και των βουνών οι κορυφές, τρυπήσανε τα σύννεφα τα ‘μαθες; τα πρωινά πουλιά, μου κελαηδούν “Μαρία” μα εσύ θα είσαι μόνο μια ιστορία που γράφανε, όπως σβήνανε, τα φώτα της νυχτιάς τ’ αρχοντικά στενά, θ’ αντιλαλούν “Μαρία” μα εσύ θα είσαι μόνο μια εμπειρία που γνώρισα, σαν άνοιξαν, τα φύλλα της καρδιάς. γιώργος_κ

Είναι Κυριακή

Εικόνα
“...σε φιλώ γιατί, είναι Κυριακή κι η χαρά μεγάλη, στου γιαλού τα κάλλη σ’ αγαπώ γιατί, είναι μια γιορτή κι ειμ’ ένα ποτάμι, που ξοπίσω πάλι δε θα ξαναρθεί...” παράπεσα σε πέλαγο του Οκτώβρη με πλάκωσε βαθιά μελαγχολία απόψε η μοναξιά με συντροφεύει μόνο χωρίς την ευγενή σου παρουσία ξεκίνησα να γράφω για τους μήνες που βγάζανε καρπούς οι κερασιές τα κόκκινα φιλιά με τις ευθύνες μόνοι που παίρνουν στα κρυφά οι εραστές κι ο στίχος είχε άρωμα λεμόνι για χρώμα το βαθύ πορτοκαλί στις λέξεις παιχνιδίζανε οι πόνοι μόνοι να λένε η μοναξιά τι προκαλεί απ’ όλα τα συμπτώματα της θλίψης ανίατο ειν’ ένα κι ορφανό αυτό που παγιδεύει το μυαλό μόνο στη θέα της προχωρημένης σήψης “...σε φιλώ γιατί, είναι Κυριακή κι η χαρά μεγάλη, στου γιαλού τα κάλλη σ’ αγαπώ γιατί, είναι μια γιορτή κι ειμ’ ένα ποτάμι, που ξοπίσω πάλι δε θα ξαναρθεί...” γιώργος_κ

Στο κατώφλι της μοναξιάς μου

Εικόνα
Στο κατώφλι της μοναξιάς μου ευωδιασμένα σχοίνα κεντούν στους βράχους με πύρινα χρώματα ανατολής τ' όνομά σου. Από την αφόρητη συμβατότητα του κόσμου έλα να με πάρεις στο μεταίχμιο της γης να με πας, μην αργείς. Στις παρυφές τ' ουρανού θα συναντήσουμε το κράσπεδο του Παραδείσου. Χάρισέ μου ψιχίο αιωνιότητας το φιλί σου απ' τα βάθη της ψυχής σου. Τα δάκρυά μου θα φωτίζουν τη θλίψη της γης που ζητά λίγα ψίχουλα στοργής. 12/6/07 elenitheof Υ.Γ. Κάντε κλικ στην καρδιά για να δείτε τ' όνομά του.
Εικόνα
Notepad Spiral No 2 §1. ΝΥΧΤΩΝΕΙ. Κάπου μακριά, ένα δέντρο σαλεύει με τ’ αρχαία του φύλλα μιαν ακατόρθωτη ψυχή. Γιατί φυσάει κι όταν φυσάει: κατάσαρκα εσύ. Έρχεται νύχτα πορφυρή, σκοτάδι φλόγα. Θ’ αφουγκραστώ. Ίσως ακούσω έναν λυγμό ευχαριστώ πού δεν σε ξέχασα κατάστηθά μου. Αφουγκράζομαι κι ακούω: «Καταραμένε, με ξέχασες: υπάρχεις την άσπονδη απώλειά μου». ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ

Άνθρωπος στη θάλασσα

Εικόνα
Άγχος, ακρίβεια, αποξένωση, πλήξη, βαρεμάρα, επιθυμία, λαχτάρα, προσμονή, φίλεμα, φιλί, λύπη, καημός, πίκρα, δάκρυα, ανασφάλεια, υπερένταση, αρρώστια. SOS. SOS. Άνθρωπος στη θάλασσα. Άνθρωπος στη θάλασσα. Η πένα είναι η πενία του πνεύματος. Θα προτιμήσω ξανά τον παλιό μου μαύρο μαρκαδόρο. Τούτη που αγόρασα, γράφει χειρότερα κι από φτηνιάρικο μολύβι του supermarket. Εκτός του ότι η γραφή της είναι θολή σα λιμνάζον ύδωρ, παχιά σαν πρασινόμυγα του Αυγούστου, αδιευκρίνιστη, άχαρη, απρόσωπη, χωρίς λογική συνέχεια και γεμάτη ανακολουθίες, χύνει θαμπό μελάνι απ’ την αμπούλα και θυμίζει κάτι σε νοτισμένο τζάμι στην καταιγίδα. Ελαφρύ blue, σαν τα γαλανά Ισπανικά μάτια σε μια καταγάλανη παραλία του Ειρηνικού. Σχώρα με. Δε βρήκα μαρκαδόρο που να με εκφράζει για να σου γράψω το τελευταίο γράμμα. Ανυπομονώ να το διαβάσεις. Ν’ ανοίξεις το φακελάκι βεβιασμένα, να ρουφήξεις το περιεχόμενο σε κλάσματα του δευτερολέπτου, όπως έκανες και μπροστά μου. Αλήθεια, πως έμαθες να διαβάζεις τόσο γρήγορα και να α

Κώστας + Ελένη = Love

Εικόνα
Κ ράτα με κοντά σου τρυφερά Ω ς τ' αστέρια να με πας Σ της αγάπης τη χώρα Τ όσο που μ' αγαπάς Α γκάλιασέ με τώρα Σ ' αγαπώ τρελά. + Ε λα και φίλα με γλυκά Λ έγε μου λόγια τρυφερά Ε ίναι σημαντικό για μένα Ν α με κοιτάς στα μάτια Η καρδιά μου χτυπά για σένα. = LOVE 5/10/07 elenitheof

Είσαι ό,τι έχω ονειρευτεί

Εικόνα
Είσαι ό,τι έχω ονειρευτεί ένας άγγελος που ήρθε στη γη το χαμόγελό μου στη ζωή το βάλσαμο για κάθε πληγή. Είσαι ό,τι έχω φανταστεί ένα όνειρο που 'χει πραγματοποιηθεί ο δρόμος που στον παράδεισο με οδηγεί μια σκάλα που στα ουράνια με ωθεί. 26/7/07 elenitheof

Ο ήχος

Εικόνα
Σταμάτησα ν’ ακούω τη μουσική τον ήχο της φωνής σου, που με δάκρυζε το γέλιο σου, σημάδια όπως μου χάραζε στα μάτια και τα χείλη το πρωί σταμάτησα να νιώθω την αφή στα χείλη μου, λευκές χιονονιφάδες η αγάπη μου, δεν κοίταζε παράδες μα στέγη δε θα βρει να κοιμηθεί στ’ αυτιά μου υπήρχε πάντα αυτός ο ήχος που βγάζαν απ’ τον πόθο, οι χορδές σου τις νύχτες, που κρατιόσουν στα φτερά μου και μ’ έτσουζε καυτός ο στεναγμός ο ήχος περιφέρεται ακόμα αγέρι, που φωλιάζει στα μαλλιά μου στο στόμα, το λαιμό και τα φιλιά μου ροδόσταμο, που δεν μπορεί να πιει τη μια τον παρασέρνει ένα ποτάμι στου έρωτα, το πρώτο το στεφάνι καράβι, που ζυγώνει ένα λιμάνι και ραίνει με λουλούδια η χαραυγή την άλλη τον ξορκίζει μια νεράιδα με μάγια, μια πολύχρωμη βεντάλια στο πρόσωπο, μ’ αγέρι τον χτυπάει σε ύπνο ταπεινό να βυθιστεί σταμάτησα ν’ ακούω μουσική κι απώλεσα τον ήχο απ’ τη φωνή σου λησμόνησα όσα πέρασα μαζί σου μ’ ακόμα η πληγή μου αιμορραγεί στ’ αυτιά μου υπήρχε πάντα αυτός ο ήχος που μου έδινε το ερέθισμα να

Ευτυχώς, έζησα την ασχήμια μικρή

Διαβάζοντας ένα blog, ένιωθα ασχήμια άσχημη και είπα ευτυχώς έζησα την ασχήμια μικρή, και μίσος και παράφορες νότες, κακοφωνία δεν μου χρειάζεται πια, στον ήλιο στρέφω το πρόσωπό μου, λιάζοντας σαν sunflower, θυμήθηκα και εγώ πάλεψα κάποτε, εκείνος νόμιζε μαζί του, αλλά εγώ μόνο με το εαυτό μου, δεν θα 'θελα να μπάζω τα νύχια μου στο δέρμα, αίμα στις πληγές, ασχήμια δεν την μπορώ, ευτυχώς, είχα όμορφα παιδικά χρόνια. Παίζοντας πόλεμο και ινδιάνους. Μεγαλώσαμε.

Ώρες και ώρες

Δεν ήρθε η ώρα μα σκοτείνιασε νωρίς στο προσωπό μου δεν ανάβει ούτε αστέρι... Φταίει η νύχτα που δεν ήρθες να με βρεις ή φταίει το όνειρο που μ'άφησε το χέρι; Δεν ήρθε η ώρα το Χειμώνα να δεχθώ μα έξω η Άνοιξη συννέφιασε και βρέχει... Στης εποχής σου το λαβυρινθο γυρνώ, κι ο Ήλιος λάμπει μες στο βλέμμα αυτής που σ'έχει. Δεν ήρθε η ώρα κι όμως έτοιμη εγώ δίχως βαλίτσες δίχως όνειρα κι ελπίδα... Μπορεί στη θάλασσα του πόνου να πνιγώ μπορεί και πάλι να σκληρύνω σα λεπίδα. #Ώρες και ώρες τριγυρνώ για να σε βρω ώρες και ώρες βρίσκω μόνο τη σκιά σου... Κι είναι το πάτωμα απ'τα δάκρυα υγρό που όσο κι αν τρέχω είμαι ακόμα μακριά σου. Ώρες και ώρες σε θυμάμαι κι είσαι εδώ ώρες και ώρες μπαίνεις μες στην άγκαλιά μου... Στρέφω το βλέμμα μου μα λίγο πριν σε δω... Γίνεσαι στάχτη κι υπογράφεις την φωτιά μου.# Athanasia G.