Αναρτήσεις

Το χαρτάκι

Εδώ και ώρα έχω φάει τον κόσμο, να βρω ένα μικρό χαρτάκι που το χρειάζομαι πολύ. Που να ‘χει πάει το παλιόχαρτο και δε το βρίσκω; Έψαξα, γύρισα, συγύρισα, ανακάτεψα όλο τον κόσμο, πουθενά το χαρτάκι. Άνοιξα το πρώτο συρτάρι του γραφείου στην προσπάθειά μου να το βρω κι αντί γι’ αυτό, βρήκα εκεί μέσα όλες τις πρόσφατες αναμνήσεις μου. Από φωτογραφίες με αγαπημένα πρόσωπα, μέχρι συνδετήρες και αναπτηράκια που για μένα έχουν συναισθηματική αξία. Προχώρησα έπειτα στο δεύτερο συρτάρι που φυλάω τα ημερολόγια παλαιοτέρων ετών αλλά και του τρέχοντος. Ξεφύλλισα στα γρήγορα τις σελίδες τους, μπας και το έχω χώσει πουθενά εκεί μέσα αλλά τίποτα πάλι, άφαντο το χαρτάκι. Τράβηξα γρήγορα το τρίτο συρτάρι το οποίο έχω γεμίσει με καλώδια του υπολογιστή και αποθηκευτικά μέσα. Τίγκα στις δισκέτες και τα cd-rom με προγράμματα του υπολογιστή. Αποκλείεται, σκέφτηκα, να βρίσκεται εδώ. Τι δουλειά μπορεί να έχει ένα μικρό χαρτάκι ανάμεσα στη σαβούρα των ηλεκτρονικών μέσων. Έκανα ένα διάλειμμα να ξελαμπικάρει λ

Το νεκροταφείο

Εικόνα
Κηδέψαμε τον έρωτα μ’ έναν παπά που μοιάζει με το διάβολο και για ευχέλαιο τον φωνάξαμε πάνω στο μνήμα αλλοτινών υποσχέσεων σε τούτο ‘δω το νεκροταφείο δεν ζούνε πλέον οι ένδοξες μέρες μας μήτε και τα φιλιά που αργόσυρτα μοιράζαμε στα χείλη εδώ στα μνήματα κείτονται πια τα κίβδηλα λόγια του έρωτα και της αγάπης μύθοι με άσχημο φινάλε κάτω απ’ τα πόδια μας φυτρώσανε τα ψέματα και τα γλυκόλογα που μια εποχή μας έδιναν ζωή και λόγο για να υπάρχουμε. Τώρα μας πνίγουν τα όνειρά μας, δες τα, βλαστάρια φυτρωμένα που θα υψωθούν με τον καιρό ολοένα και θα πετάξουν μαύρα φύλλα και κλωνάρια μίσους εμείς κηδέψαμε τον έρωτα σε κάποια απόκρημνη πλαγιά της σκοτεινής Αβύσσου. γιώργος_κ *το ποίημα αποτελεί τον κεντρικό άξονα πάνω στον οποίο θα κινηθεί η νέα μου ποιητική συλλογή με τον τίτλο "Το νεκροταφείο".

Κομμάτια

Ο,τι κι αν πίνω, το θέλω κόκκινο ο,τι κι αν γράφω, το θέλω μαύρο ο,τι φοράω το θέλω γαλάζιο ο,τι κι αν βλέπω, θέλω να ‘ναι τα μάτια σου πιο πέρα τίποτα απ’ τους ορίζοντες της όρασής σου να περπατώ όπου κι αν τρέχεις ν’ ακολουθώ, όπου περνάς να υποκλίνομαι σ’ όσα υποκλίνεσαι και να λατρεύω ο,τι αγαπάς πιο πέρα τίποτα από τα μάτια σου άλλο δε θέλω, απ’ τη θωριά σου να ‘ναι ανθόσπαρτος ο δρόμος που πήραμε να ‘ναι πολύχρωμος, να ‘ναι ο δικός σου θέλω το όνειρο να ‘ναι ανεκτίμητο τόσο ασήμαντο, μα να ‘ναι δικό σου θέλω να βλέπω όσα ζούνε στα μάτια σου κι όταν πεθαίνουν, να κλείνω τα βλέφαρα θέλω ν’ ακούω όσα λένε τα χείλη σου κι αν δε μιλάνε, να κλείνω τα μάτια θέλω τα χείλη μου, πάνω στα χείλη σου σ’ ένα ποτήρι που σπάει σε κομμάτια ο,τι κι αν πίνω, το θέλω κόκκινο ο,τι κι αν γράφω, το θέλω μαύρο ο,τι φοράω το θέλω γαλάζιο ο,τι κι αν βλέπω, θέλω να ‘ναι τα μάτια σου. γιώργος_κ

Λεμονόκουπα Γη

Επέτρεψαν το κυνήγι σε όλη την Ελλάδα, ακόμα και στην Πελοπόννησο! Η φύση η όμορφη μητέρα που μας γέννησε νέα δροσερή, καταπράσινη και τώρα πεθαίνει ρυτιδιασμένη σαν σάπιο κουφάρι στην έρημο που την αφήσαμε στυμμένη. Το γράμμα προς την ΕΕ στην διεύθυνση του Μαύρου Γάτου: mavrosgatos.blogspot.com, διαδώστε το.
Notepad Spiral No 2 §21. ΑΜΑΡΤΗΣΑ κατάσαρκά σου μιαν αμέριστη ελπίδα. Τι θέλουν πάλι οι άνθρωποι και στάζουν ανάμεσά μας; Μήπως μου είπες· «Η ζωή βρέχει ακούραστα μια νύχτα ως το πρωί και το πρωί διψάμε»; Δεν με προειδοποίησες φωτιά και θαλπωρή. Όφειλες άραγε, πριν σβήσεις; Αμάρτησα κατάσαρκά σου. Μούσκεψέ με απελπισία. §22. ΦΕΡΝΕΙΣ τη νύχτα του ομώνυμου φονιά και υποκύπτεις στ’ ανοιχτά επίθετά σου. Συντάσσονται ένα γύρο τα βουνά με σκοτεινές προθέσεις. Παράκτιες σκιές και τα μεγάλα μάτια της δύσης κουκουβάγιας ματώνουν· «τόσο αλάτι, τόσο αλάτι κι ούτε ένα κύμα δικαιοσύνη, μέσα σ’ αυτή τη δολοφόνα υγρασία». Φέρνεις τη νύχτα του ομώνυμου φονιά. Γλώσσα δεν πρόκειται να βρέξω στων πληγών σου τη θαλάσσια σημασία. §23. ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ίσως να το ξέρεις κατάκαρπα πως, όταν δυσχερείς, φεύγεις, αφήνεσαι ή σε αφήνουν. Πολύ μετά, αρχίζει το χλοερό μαρτύριο της σοδειάς· όταν κι η ξηρασία καταντά έστω μια κίτρινη ελπίδα. Θα έπρεπε ίσως να ξαφνιάζεις κατάριζα πως όταν αδρανείς, ξεχνιέσαι, χάνεσαι ή σε χά

Νεα διεύθυνση e-βιβλία

Τελικά η Wordpress έκλεισε την σελίδα με τα e-βιβλία. Χαρακτηριστικά πριν λίγες μέρες χτύπησε σε μια μέρα πάνω από 4000 επισκέψεις και κάποιος φαίνεται "κατάγειλε" την όλη μας προσπάθεια. Επειδή όμως δεν μπορώ να ενδώσω στις πιέσεις των εκδοτικών οίκων που κατακλέβουν τον κόπο των δημιουργών για να τα βάζουν στην τσέπη τους δίνοντας μόνο ψίχουλα στους δημιουργούς και επειδη η μόρφωση πρέπει να δίνεται δωρεάν και απλόχερα (είμαι της γνώμης ότι οι λογοτέχνες είναι λειτούργημα) εντός 48 ωρών έχει ξαναστηθεί ολόκληρη η σελίδα (αν και λίγο βιαστικά), αυτή τη φορά στο blogger (εκεί νομίζω ότι τα πράγματα θα είναι πιό εύκολα) στο πείσμα όλων αυτών που θέλουν να περιορίσουν την διάδωση της γνώσης. Θα παρακαλέσω λοιπόν τους φίλους που έχουν blog να διορθώσουν τα link του e-βιβλία. H νέα μας διεύθυνση είναι: http://e-vivlia.blogspot.com Διαδώστε το σε όλους και ενημερώστε τους για την νέα διεύθυνση. Σε λίγες μέρες θα είμαστε πάλι στους γνώριμους ρυθμούς!

ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ

ΤΟ 40ΝΘΗΜΕΡΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ ΘΑΝΑΣΗ Κ. ΚΩΣΤΑΒΑΡΑ ΘΑ ΤΕΛΕΣΘΕΙ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ 25 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2007 ΣΤΙΣ 11.30 Π.Μ. ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΝΑΟ ΤΟΥ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟΥ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ ΠΗΓΗ: www.poeticanet.com

Μια αγκαλιά το Χειμώνα

Εικόνα
Τι να κρατήσω για μένα; Τα πήρες όλα. Στα έδωσα. Έμεινα λειψός από ψυχή κι αισθήματα. Κουράγιο για να συνεχίσω το ταξίδι. Τώρα ξέρω ν’ αγαπώ ο,τι μου έμαθες ν’ αγαπάω. Μα μου λείπει ακόμα η φωνή σου, όπως μίλαγε και τριγύριζε γύρω-γύρω απ’ τ’ αυτιά μου. Ζήσαμε κάτι έντονο είπες, που μόνο οι δυο μας γνωρίζουμε. Μετά αντίο. Ήρθε ο Χειμώνας. Είναι μάλλον ο πιο αργόσυρτος Χειμώνας που έχω ζήσει. Τώρα κλαίω. Γιατί δεν έχω κάτι ωραιότερο να κάνω. Τώρα τραβάω γραμμές σ’ ένα άδειο τετράδιο, προσπαθώντας να το γεμίσω. Το χέρι δε βρίσκει τις λέξεις. Το στόμα δε βρίσκει τα λόγια. Νιώθω άφωνος. Είμαι μια στήλη άλατος, ένα άγαλμα που δεν μπορεί να κινηθεί. Ένα κουφάρι, που δεν μπορεί να τρέξει να σ’ αγκαλιάσει όπου κι αν είσαι. Τώρα η αγκαλιά μου δεν έχει χρώματα. Όλα εκείνα τα κοριτσίστικα χρώματα που τη γέμιζαν. Τι να κρατήσω για μένα; Μονάχα το μαύρο μου έμεινε να φοράω. Ζωγραφίζω καπνούς και τσιγάρα. Δωμάτια νοσοκομείων στη μέση του πουθενά, με χειρουργημένους ασθενείς στην καρδιά. Με ορούς στα

Ειρωνεία

Εικόνα
Τι τραγική ειρωνεία σου χάριζα ένα κόκκινο φιλί την κάθε ημέρα σου χάριζα ένα κόκκινο τριαντάφυλλο στην αγκαλιά σου για να ‘ρθει ο Χειμώνας την αγκαλιά μου να ‘βρει αδειανή κι όλα αυτά που σου ‘μαθα όσα σου άφησα στερνά για να θυμάσαι να ‘χουνε γίνει τώρα άψυχα και τίποτα να μη θυμίζει τις ωραίες μέρες τώρα που αστράφτει και βροντά και κλαίει ο ουρανός να μη μπορώ στα χέρια μου να σφίξω τη ζωή σου να μη μπορώ να τραγουδήσω για τα μάτια σου μήτε και των φιλιών, τη γλύκα των χειλιών σου τι τραγική ειρωνεία εμείς που αγαπηθήκαμε σαν άγνωστοι να παραμένουμε άγνωστοι εμείς που ερωτευτήκαμε τυχαία στην τύχη ν’ αποθέτουμε τις λιγοστές ελπίδες για να σμίξουμε. γιώργος_κ

Η αγάπη μας

Εικόνα
Η αγάπη μας δυο περιστέρια λευκά με μια ψυχή. Ο έρωτάς μας δυο αηδόνια τραγουδάνε γλυκά με μια φωνή. Η φιλία μας παντοτινή μάτια που μιλούν στη σιωπή. Η καρδιά μας γεμάτη ρόδα και χαμόγελα. Η ζωή μας θάνατος του εγώ αρχή του εμείς. 16/5/07 elenitheof
Notepad Spiral No 2 §18. ΚΑΠΟΤΕ ΚΑΠΟΤΕ νομίζω πως το χώμα έχει το χρώμα των μαλλιών μου. Δεν σκέφτομαι τον θάνατο και ούτε γέρασα ακόμη τόσο βαθιά. Μαύρα μαλλιά το χώμα, ρίζες σκοτεινές αρπάζουν, σφίγγουν, καρτερούν μια χαίτη που γεννήθηκε νωθρή, αλλ’ ονειρεύεται συχνά τον άνεμο στην πέτρινη καρδιά της. Ύστερα έρχεται όλο το πράσινο της απόγνωσης. Λαχανιάζει προς τα πάνω μια γαλήνη απίστευτα βαθιά. Έκανες τα χορτάρια να είναι σαν τα μαλλιά. Σκέφτομαι συνέχεια τον θάνατο: γερνάω τόσο βαθιά, τόσο βαθιά. §19. ΓΑΥΓΙΖΕΙ ο σκύλος το σκοτάδι που καθεύδεις με δρασκελιές ομίχλη. Ούτε η πηγή που επιμένει να συγκρατεί έναν χείμαρρο στον ψίθυρό της, ούτε τα δέντρα που διστάζουν μια θύελλα στο ανάστημά τους, ούτε το αόρατο τριζόνι που χαράζει δέκα δάχτυλα κομματιασμένο ύπνο στην αγρύπνια της φωνής του, γνωρίζουν το ζεστό σου ανάμεσά μας. Μια ορεινή φαμίλια φως κι ένα σκυλί γαλήνη σπιτική οι μέτοχοί σου. §20. ΜΕ δάκρυ χιόνι γράφεται η λήθη, αλλά ποιος κρατάει γη και ουρανό στα δυο του χέρια, αν όχι

Νίκος Ξυλούρης - Μπήκαν στην πόλη οι οχθροί

Από την ταινία του Νίκου Κούνδουρου "Τα τραγούδια της φωτιάς" (1975) με τη συναυλία της μεταπολίτευσης στο στάδιο Καραϊσκάκη.

Γιώργος Σεφέρης - Δήλωση κατά της Δικτατορίας

Φορος τιμης στο Πολυτεχνειο

Σώστε το κόκκινο τριαντάφυλλο απ’ το θάνατο!

Εικόνα
Πάντοτε φοβόμουν το μαύρο μα λάτρευα το κόκκινο του έρωτα και της αγάπης κι όταν κάποιες στιγμές με ρωτούσαν ποιο χρώμα σου έρχεται στο μυαλό; απαντούσα «το κόκκινο» σαν τα κόκκινα τριαντάφυλλα έτσι όπως τα θαύμαζα τυλιγμένα σε μια ανθοδέσμη, φρεσκοκομμένα μ’ ένα ροζ φιογκάκι, στο περιτύλιγμα ενώ εσύ αγαπημένη βρισκόσουν επάνω σε δεκάδες βιβλία που μιλούσαν για σχέσεις και έρωτες κι αγάπες μα γνώρισες τόσο, το κόκκινο το γέννησες, το ‘μαθες, το φορούσες το αγάπησες, το ζωγράφισες, το ‘νιωσες και τ’ άφησες πάνω στα χείλη του, να σε θυμάται κι όταν κάποια στιγμή το νοστάλγησες το γεύτηκες πάλι, στα ξένα τα χείλη έτσι όπως σου ανοίγουν μια πόρτα για να περάσεις και πριν πατήσεις το έδαφος σου στρώνουνε κόκκινο χαλί ύστερα σ’ αφήνουν να δοκιμάσεις όλα τα παράνομα, στο θεωρείο σου σου επιτρέπουν να απολαύσεις μέχρι τον απαγορευμένο καρπό αγόρασα ένα τριαντάφυλλο, να στο χαρίσω μα μαράθηκε στο γυάλινο βάζο και μαύρισε - να το ‘βλεπες πως ξεράθηκε - σκλήρυνε, πέτρωσε, πάγωσε, νέκρωσε κι ύστερ

Γράφω για μένα...

Εικόνα
Γράφω για μένα, όχι για σένα. Για μένα, γραμμή-γραμμή, λέξη-λέξη, τελεία-τελεία, φύλλο το φύλλο. Φταίει το μελάνι, λένε. Περσινό σύννεφο πέταξε πάνω απ’ το σπίτι μου και με θυμήθηκε. Εσύ όχι. Στις άκρες είναι η ζωή, στις μύτες. Στις ακρογωνιασμένες νύχτες των φεγγαριών, στις απόκρημνες πλαγιές των ορεινών σχηματισμών είναι η ζωή. Στα λυπημένα μάτια των γλάρων, στους μοναχικούς ακροθαλάσσιους φάρους, στις νυχτωδίες φεγγαριών που σβήσανε, στις μελωδίες των ήλιων που ανέτειλαν είναι η ζωή. Στα βράχια ξεχασμένων θαλασσών, στα τελευταία δάκρυα πιερότων που αναζητήσανε τον έρωτα. Γράφω για μένα, όχι για σένα. Για μένα, άγνωστη, λατρεμένη σόλα, ενός τυχαίου ελεεινού παπουτσιού που τα μπαλώματά του είναι εμφανή σε όλο το μήκος της επιφάνειάς του. Γράφω για μένα, έτσι αδικημένα. Ξεκινώ κι ολοκληρώνω με την αδικία στα μάτια να ζωγραφίζει χαμένους θαλασσινούς παραδείσους. Έτσι αρχίζω κι έτσι τελειώνω. Τελειώνω. Γράφω για μένα. Κάποια τα έσκισα, τα γκρέμισα, τα άφησα μισά. Κάποια τα ξεκίνησα λανθα

Μαύρος Κρίνος

Αφιέρωμα Ένα μικρό δείγμα από τα επαναστατικά μου ποιήματα στο πολιτικό - αντιεξουσιαστικό ιστολόγιο του Μαύρου Κρίνου. Το κίνημα του Μαύρου Κρίνου στοχεύει, μέσα από την ελευθερία του διαδικτύου, στην αφύπνιση των συνειδήσεων ενάντια στον φιλελευθερισμό και τον καπιταλισμό. Ποίηση του Γιώργου Κόκκινου "ΣΚΕΨΕΙΣ ΕΝΟΣ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΟΥ"

Κι εγώ θα σ' αγαπάω κάθε μέρα...

Εικόνα
"...κι αν τα χείλη με δικάσουν θα τα φιλήσω πάλι και πάλι μέχρι να ματώσουν θα τα φιλώ κι ύστερα θα κολυμπήσω στον πύρινο εφιάλτη σου αρκεί να είμαι μαζί σου..." Γιώργος Σ. Κόκκινος από το Ημερολόγιο 2008 "Κι εγώ θα σ' αγαπάω κάθε μέρα..." των εκδόσεων Εμπειρία Εκδοτική που μόλις κυκλοφόρησε μεταξύ πολλών νέων, αλλά και γνωστών ποιητών ανθολογούνται οι εξής: Γιώργος Σ. Κόκκινος Ευτυχία Καπαρδέλη Τάσος Δενελάβας Τάσος Λειβαδίτης Στράτος Πολίτης Νέστορας Πουλάκος Αλέξανδρος Ακριτίδης Θοδωρής Βοριάς Γιώργος Σεφέρης Γιάννης Ρίτσος Κική Δημουλά Νικολέττα Παπατόλη Κώστας Καρυωτάκης Θανάσης Κ. Κωσταβάρας Μαρία Ψωμά Μαριγώ Αλεξοπούλου Γιώργος Χ. Παπαδάκης Στρατής Πασχάλης Νίκος Γκάτσος Οδυσσέας Ελύτης Αργύρης Χιόνης Μαρία Σκουρολιάκου Σπύρος Αραβανής Μηνάς Δημάκης Μαρία Πολυδούρη Ειρήνη Α. Ούτσικα Νίκος Καββαδίας Γιώργος Πήττας κ.α. Χρόνια τώρα, κάθε μέρα μας ξεκινά και μ’ ένα ποίημα για την αγάπη. Λόγια ερωτικά, λόγια μοναδ

Ένας Γερμανός, ένας Τούρκος κι ένας Έλληνας

Εικόνα
Ένας Γερμανός, ένας Τούρκος κι ένας Έλληνας ποιητάδες εξαίρετοι κι οι τρεις μιλούσαν κάποτε, για το κόκκινο το χρώμα ο Γερμανός λεγόταν Βολφ Ναζίμ ο Τούρκος και Γιάννη φώναζαν τον Έλληνα μιλούσαν κάποτε, για το κόκκινο το χώμα το κόκκινο, εκείνο του αγρού τα κόκκινα τα πέταλα της παπαρούνας το κόκκινο το αίμα που ξεχύθηκε την κόκκινη, τη ρόδινη καρδιά μας τα κόκκινα παντζούρια των σπιτιών για τα κόκκινα φανάρια των αστών και τις κόκκινες σημαίες των Εθνών μιλούσαν για το ΚΟΚΚΙΝΟ του αγώνα μ’ ένα στόμα, μια φωνή, κλαμένοι σα μια γερή και δυνατή γροθιά, ενωμένοι μιλούσαν για τις κόκκινες Ελπίδες μας ο Γιάννης, ο Βολφ, μα κι ο Ναζίμ υπήρξαν κάποτε κι οι τρεις φυλακισμένοι και με την ίδια τη ζωή ερωτευμένοι ο Γερμανός, ο Τούρκος και ο Έλληνας επαναστάτες ήσανε κι οι τρεις τρανοί ως ποιητάδες, μα κι αντάρτες μιλούσαν κάποτε, για ολάκερες τις κόκκινες μιλούσαν τότε, για του κόσμου τις αλήθειες. γιώργος_κ ~~~ Αφιέρωμα στον Γιάννη Ρίτσο στο σημερινό φύλλο του Ριζοσπάστη: Γιάννης Ρίτσος, ο σύγχ
Notepad Spiral No 2 §15. ΠΟΣΟ ΓΑΛΑΖΙΟ, σκέφτομαι, σπατάλησες για να ξεφύγω το αίμα στις φλέβες μου; Τώρα φοβάμαι αυτόν ψεύτικο ουρανό κι αυτόν τον ψεύτικο ήλιο. Μια φυλλωσιά και λίγο φως θ’ αρκούσε. Μια φυλλωσιά και λίγο φως. Ό,τι ίσως περίσσευε απ’ όλο αυτό το κόκκινο στις φλέβες μου που ακόμη δεν μπορώ να το ξεφύγω. §16. ΣΤΕΚΕΣΑΙ ΑΣΚΟΠΑ, εμποδίζεις μιαν ομίχλη ακόμη πιο άσκοπη: σχεδόν σιωπή ξεπαγιασμένη σε λόγια που προσπάθησαν να ζεσταθούν με μια αγκαλιά υγρή απελπισία. Είμαι η ρίζα σου, κρυώνω άσκοπα μέσα μου κι η νύχτα τριγυρίζει με δύσβατα όνειρα κι απόκρημνους ψιθύρους, τα σκοτεινά φυλλώματά σου. §17. ΑΝ μιαν ώρα από κείνες που ανήκουν το ίδιο στον θάνατο και στην ελευθερία, δραπέτευες πού θα κατέφευγες; Μπροστά εγώ αναίτιος σαν βράχος. Πίσω εγώ απρονόητος σαν νερό. Γύρω η ζωή σαν αλάτι σε πληγή. Και φως, ω, πόσο φως η φυλακή σου. ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ

Τρίτος Παγκόσμιος - Βασίλης Παπακωνσταντίνου

Ελευθερία

Δεν έχω λόγω να υπάρχω σ’ έναν κόσμο που δε με χρειάζεται δεν έχω λόγο να φωνάζω σε αυτιά που παραμένουν κλειστά και τη σημαία που κρατούσα μια ζωή την κομματιάζω αφού το σύστημα το ίδιο μ’ έχει κάνει ένα γρανάζι στα δικά του τα σκατά και τα λοιπά τα λόγια, περιττά άλλη φωνή πια δεν υπάρχει για να εκφράσω με το στόμα τη δική μου αλήθεια. Ελευθερία είναι να έχεις ένα κομμάτι χαρτί κι ένα μολύβι και να γράφεις, να γράφεις, να γράφεις ο,τι σου κατεβαίνει στο κεφάλι χωρίς να σκέφτεσαι τίποτα χωρίς να νιώθεις καμιά ενοχή για τίποτα χωρίς να λογοκρίνεις τον ίδιο τον εαυτό σου χωρίς να νιώθεις τύψεις για όσα έκανες ή απέφυγες να κάνεις ελευθερία είναι να γράφεις, όχι να σκέφτεσαι γιατί το ασυνείδητο λειτουργεί πολλές φορές ως σύμμαχος των ατομικών σου δικαιωμάτων. γιώργος_κ

Μια πανέμορφη νύχτα...

M ια φορά κι έναν καιρό , τα αστέρια του ουρανού, όλα τα αστέρια, συμφώνησαν με το φεγγάρι ν’ απλώσουν την μακρινή γοητεία τους στο στερέωμα για να χαρίσουν στη γη την πιο όμορφη νύχτα. Σκορπίστηκαν στα μαύρα πέπλα της , δημιούργησαν σχηματισμούς, άστραψαν με όλη τους τη δύναμη φεγγοβολώντας την πιο μαγευτική ασημί τους λάμψη στα μάτια του πλανήτη. Στη γη, τα πλάσματα αποκαμωμένα, απογοητευμένα, μια μέρα ακόμα πιο φθαρμένα, κινούσαν να βρουν τις φωλιές, τα καταφύγια, τα στρώματα και τα παγκάκια τους να κοιμηθούν τον ύπνο τους. Όμως εκείνη η νύχτα, ήταν μια νύχτα αλλιώτικη, πλανεύτρα, ξελογιάστρα, πανέμορφη, που στολισμένη τον πανέναστρο και φεγγαρολουσμένο θόλο της, έκλεψε απόψε τον ύπνο τους. Τα αστέρια χαμογελούσαν με την ευτυχία που απόψε θα πρόσφεραν δώρο στις ζωές εκεί πέρα…Κάποια χύθηκαν σε φωτεινή τροχιά για να γίνουν ευχές μα και φτάνοντας στη γη ν’ ακούσουν τι είχαν τα γήινα πλάσματα να πουν σ’ εκείνη τη νύχτα… Στην κορυφή ενός βουνού βρήκαν ένα λύκο να ουρλιάζει

Περσινό καλοκαίρι

Εικόνα
Σε θυμάμαι να τρέχεις να διασχίζεις τους δρόμους με βαλίτσες στους ώμους μια δερμάτινη τσάντα στο χέρι να χωρά η ζωή μου κι η δική σου επάνω μου πιάστηκε μα ξεστράτισε σε θυμάμαι να τρέχεις να μου κλείνεις το μάτι πονηρά και τα χείλη να σμίγουν με φιλιά σου τώρα ξέχασα, σε ξεπέρασα δε μου λείπει η φωνή των χειλιών η πνοή, δε μου λείπει τ’ άγγιγμα σου τ’ αθώο που ξυπνά και νεκρό, δε μου λείπει τώρα ξέχασα, δεν επέστρεψα ούτε σ’ ένα απ’ τα μέρη που οι δυο μας το γράψαμε μαύρο, περσινό καλοκαίρι χθεσινό μεσημέρι σε θυμάμαι να φεύγεις. γιώργος_κ

Σύλβια Οκαλιόβα - Σταυρακάκη

Εικόνα
Μια παρουσίαση του συγγραφικού της έργου από παρουσιάσεις του διαδικτύου Βιογραφικό σημείωμα - εργογραφία Η Σύλβια Οκαλιόβα γεννήθηκε στην Μπρατισλάβα της Σλοβακίας και σπούδασε δημοσιογραφία. Από το 1986 ζει και εργάζεται στην Ελλάδα. Απασχολήθηκε συνολικά σε 25 διαφορετικές ειδικότητες ως υπάλληλος, ανάμεσά τους αυτή της δημοσιογραφίας, του φωτορεπόρτερ και του διερμηνέα. Έγραψε στα Ελληνικά το δοκίμιο «Ο καινούργιος άνθρωπος είναι βαθιά ερωτευμένος», το μυθιστόρημα «Την πρώτη φορά», το παιδικό μυθιστόρημα «Περιπέτειες στο φανταστικό κάστρο», το δοκίμιο «Ζάπινγκ σε ιδέες του μέλλοντος», ενώ μετέφρασε από τα Σλοβάκικα τα λαϊκά παραμύθια του τόπου καταγωγής της «Παραμύθια από τη Σλοβακία» και τέλος μετέφρασε προς τα Σλοβάκικα το βιβλίο του Μίμη Ανδρουλάκη «Σκιές». Έχει μια κόρη 19 ετών σήμερα που σπουδάζει κι εκείνη δημοσιογραφία σε Ελληνικό πανεπιστήμιο, ενώ η Σύλβια νιώθει πολίτης του κόσμου και δηλώνει Αριστερή. «Ο καινούργιος άνθρωπος είναι βαθιά ερωτευμένος» Εκδόσεις Δελφίνι, 1993

Μαρία

Εικόνα
Λοιπόν μη διαμαρτύρεσαι εσύ επέλεξες να κλείσεις τις οδούς της επικοινωνίας ανάμεσά μας φρούρια να πάρεις μια νυχτιά το δρόμο της φυγής να κλείσεις και τα μάτια να μην ακούς καμιά απ’ τις τελευταίες μου λέξεις ακόμα βγαίνει απ’ τα χείλη μου η αγάπη μα εσύ, μια κέρινη κούκλα, δε τη νιώθεις κι ο έρωτας, πουλί, που πια δε φτερουγίζει γιατί κοκάλωσες, τι να ‘χεις πάθει; δύναμη δεν έχω πια στα χείλη, μόνο για τ’ όνομά σου η Μαρία μου, η Μαρία μου Μαρία μου, Μαρία μου Μαρία, Μαρία, Μαρία, Μα .. κι άλλο κουράγιο δεν υπάρχει κι αντί να φέρεις το αθάνατο νερό στον πεθαμένο έρωτά σου, κοίτα ήπιες τ’ αμίλητο νερό και δεν προφέρεις λέξη κι ούτε ένας φθόγγος δε γεννιέται απ’ τη μιλιά σου που να ‘σαι τώρα αγαπημένη; σε ποια βιτρίνα, οι θνητοί, να ακουμπούν τα υπάρχοντά σου και του κορμιού που λάτρεψα, τα πλούσια τερτίπια ανάμεσά μας, φρόντισες, να εγκαταστήσεις σύνορα κι όμως τα σύνορα η αγάπη δε τα ξέρει πετά σαν άγριο πουλί πάνω απ’ τα σύρματα σαν την ψυχή μου που κρατάς φυλακισμένη λοιπόν μην απο
Notepad Spiral No 2 §12. ΑΠΕΧΘΑΝΕΣΑΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ εκτός από το άλλο που ήσουν πάντα πράσινα και γαλανά. Ανέχεσαι τα πάντα εκτός από το ανυποχώρητα μεγάλο που θα’ σαι όταν μείνω μοναχός. «Τι νόημα έχουν» -σαν να λες- «οι αποστάσεις, αν κάποτε δεν γίνεται να ελπίσεις δυο βήματα επιστροφή; Όταν η νύχτα απλώνεται μ’ εκατομμύρια πέτρες -τι σημασία έχει αν είναι φωτεινές- δεν έχει νόημα ο δρόμος, το λαχάνιασμα, ο ιδρώτας. Αν δεν καταρρεύσεις ένα δέντρο δροσιά, αν δεν απελπιστείς ένα ποτάμι δίψα, πώς θα υπάρξεις οδοιπόρος;» Ναι, αλλά δεν βγαίνει νόημα έτσι. Από καιρό τα όνειρά μου είναι φωτιές κι εγώ βαρέθηκα να τριγυρίζω το σκοτάδι. §13. ΚΙ Ο ΑΕΤΟΣ στα ορεινά φτερά του ελπίζει ένα τέλος πεδινό. Κουρνιάζει στη φωλιά του κι απορεί βαθιά στο βλέμμα του πώς στέρεψε η πηγή τόσων ανέμων το ακάματο ξερόχορτο ποιο πρόβατο θ’ αναπολεί σε βράχο μηρυκαστικό και ύψος χλοερό; Με ορεινά φτερά ζεσταίνει ο αετός την άπνοια της πληγής του. Δεν είσαι εσύ ο κυνηγός; Ελέησέ με την φτερούγα ενός απόκρημνου θανάτου.

Η ζωή μας

Εικόνα
Η ζωή μας είναι, ένα μπουκάλι με πετρέλαιο που το πίνουμε γουλιά-γουλιά τις νύχτες, με πασατέμπο στάλα τη στάλα το πίνουμε, στο μπαλκόνι μονάχοι κοιτάζοντας τα νυχτοπούλια στο ύπαιθρο κι ύστερα δίνουμε μια, με τον αναπτήρα και του βάζουμε φωτιά να γίνει πυροτέχνημα η ζωή μας είναι ένα ρέμα δίχως τρεχούμενο νερό ένα ξερό ποτάμι είναι η ζωή, που τρέχει ο αγέρας εκεί που κατουράνε ζώα είναι η ψυχή μας εκεί που αυτοκτονούνε οι αυτόχειρες παρθένοι εκεί που μόλις πέσει ο ήλιος ανάποδα μαζεύονται τα σκουπιδιάρικα αντάμα με τ’ αποφάγια, απ’ τα πλουσιόσπιτα των Αθηνών εκεί κοιμόμαστε και ξυπνάμε κι ονειρευόμαστε εκεί μαθαίνουμε για τον έρωτα, μέσα σε γκρεμούς που με την πρώτη στραβοτιμονιά μας φεύγει το τιμόνι απ’ τα χέρια και πέφτουμε, ολοένα πέφτουμε η ζωή μας ειν’ ένα δυστύχημα με το αυτοκίνητο που καρφώνεται απάνω σε μια μάντρα με περικοκλάδες που καρφώνεται στα σίδερα της Εθνικής και γίνονται ένα με τον άνθρωπο μέσα στα αίματα είναι πάντα η ζωή μας σε διαδρόμους νοσοκομείων, ανάμεσα στα ρά

Επανάσταση λόγου η blogologia

Διαβάζω στον Old boy ότι το καλύτερο αντικαταθληπτικό είναι ο νους. Τώρα λοιπόν κατάλαβα γιατί σκέφτομαι με τις ώρες. Φιλοσοφώ. Καταλάβετε. Δεν διαβάζω άχριστα φιλοσοφικά κατασκευάσματα άλλων, σκέφτομαι. Έχω σκεφτεί ένα σωρό καλά πράγματα. Και είμαι καλά. Κάποια στιγμή θα γίνουν η Συνέχεια του έργου μου. ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΞΕΡΩ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ. Και να γράφω. η ανθρωπότητα περνάει το κατόφλη από το μύθο στον λόγο ως Όλον. Επιτέλους ξέρουν ΌΛΟΙ όχι μόνο τη γραφή αλλά το να γράφουν αυτό που σκέφτονται. Πόσα χιλιάδες blog? Αυξάνονται με γεωμετρική ταχύτητα. Η ποσότητα περνάει σε νέα ποιότητα. ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ το λεει η διαλεκτική. Τι γράφουν στην Αφρική...;

Το νέο Σύμβολον του φραπέ

Εικόνα
εκ της σημερινής Ελευθεροτυπίας Πιστεύω εις έναν φραπέ, αφρώδη, παγοκράτορα, ρουφηχτόν εκ καλάμου σπαστής, εις στομάχους πάντων ερριμμένον. Και εις εν αφρόγαλα, λευκόν, πηχτόν, του καφέ συνοδόν, και λιπογενές το διά τον καφέ ποιηθέντα προ πάντων καπουτσίνο. Milk εκ βοός, αφρόν αληθινόν, εκ μίξερος ηλεκτρικού χτυπηθέντα, ου γεννηθέντα, ομοχρήσιμου του φραπέ δι' ου το όμμα ορθάνοιξε. Τον δι' ημάς τους ανθρώπους και διά την ημετέραν εργασίαν φυτρωθέντα εκ καφεοδένδρων και μαζευθέντα εξ άρρενος εργάτου και ηγοράσθη εξ εταιρείας και εσυσκευάσθη. Αγορασθέντα τε υπό ημών εντός μικρής σακουλίτσας ή κουτιού ή βαζακίου Και ετοιμάσθη κατά τας πρώτας ώρας τας πρωινάς. Και εισέπεσε εντός ποτηρίου και εζαχαρώθη εκ κουταλιάς τού γλυκού. Και πάλιν άφρισε μετά δόξης τσίτα κάνων κοιμητούς ώστε χουζουρίου έλθη το τέλος. Και εις το ρεύμα το πάγιον, το χρήσιμον, το μιξεροκινόν, το εκ της δεής παραγόμενον το συν ψυγείου και θηκών συνεργαζόμενον, ώστε παρασκευαζόμενον, παγακίων και υδάτων ψυχρών. Εις

Ευγονική των γιορτών

Πορτοκαλιά μπολιασμένη με Πασχαλιά Καλοκαίρι τα Χριστούγεννα Όπωρο που ωριμάζει το φθινόπωρο Ολιβια from Olive

Ήρθες απ' τα όνειρά μου

Εικόνα
Κωστάκη μου, καρδιά μου ήρθες απ’ τα όνειρά μου ένας πρίγκιπας γλυκός σαν άγγελος αγνός. Ποτέ να μην ξεχάσεις τα όμορφα αισθήματα γλυκά να τα εκφράζεις. Ποτέ να μην αλλάξεις την όμορφη αγάπη σου γλυκά να αγκαλιάζεις. Ποτέ μη διαγράψεις τ’ όνομα της αγάπης στην καρδιά σου να διαβάζεις. 30/10/07 elenitheof

Καθωσπρέπει

Εικόνα
Η ζωή μου είναι μια μπάλα που όλο τρέχει κάποιοι βρέθηκαν στο δρόμο και την κλώτσησαν οι πληγές μου πόσο μάτωσαν, δε ρώτησαν κι η ψυχή μου, αν τους βαστά κι αν τους αντέχει περιθώρια δεν υπάρχουν για μπαλώματα πήρα προίκα απ’ την πίκρα τα διπλώματα κι όλο τρέχω και γυρνώ στις κατηφόρες ένα μέρος να πλαγιάσω ψάχνω ώρες φαίνεται πως ξέχασες τ’ αγέρι στα μαλλιά τις Κυριακές που άλειφε τα χείλη η δροσιά ο ήλιος μοσχοβόλαγε τ’ αγέννητα φιλιά σου και στων ματιών τις άκρες κυλούσε η πεθυμιά φαίνεται πως χάθηκα για πάντα απ’ τη θωριά σου τα χέρια μου ζωγράφισαν ρόδινα τα φτερά σου απ’ όπου κι αν περάσαμε, τα χνάρια μας ζεστά τη χαραυγή που σ’ έντυσα λευκόχρυσα φιλιά η ζωή μου είναι μια μπάλα που όλο τρέχει κάποιοι βρέθηκαν στο δρόμο και την άρπαξαν τα όνειρά μου πόσο ράγισαν, δεν άργησαν κι η ψυχή μου ένα χαλί στα καθωσπρέπει. γιώργος_κ

Αίνιγμα

Είμαι ένα πορτοκαλί πορτοκάλι που ωριμάζει το χειμώνα. Για να γεννηθεί σαν κόκκινο αυγό στο κόσκινο το Πάσχα. Τι είμαι;

Αφιερωμένο

Εικόνα
Μαράζωσε το κόκκινο τριαντάφυλλο, Μαρία στο τραπεζάκι πάνω, όπως τ’ αφήσαμε κι όσο εμείς γλυκό φιλί ανταλλάσσαμε, ζήλεψε γεμίσαμε δροσιά τον ήλιο κι όλα τ’ αστέρια ανάψαμε τώρα που φέγγει η αγάπη μας, πιο δυνατή απ’ τον ήλιο τι βλέπεις Μαρία; “ αν μ’ αγαπάς, θα ‘ρθεις θα ‘ρθεις αν μ’ αγαπάς κι όπου θα πάω, θ’ ακολουθάς αρκεί να μ’ αγαπάς ” ήταν στα χείλη στολισμένη η αγάπη κι απ’ το ποτήρι έσταζε ροδόσταμο κι αστρόνερο ήταν κρυμμένο το φεγγάρι απ’ την καρδιά μας και η πνοή μου βάλσαμο, στα κουρασμένα μάτια του εμείς κινήσαμε, λουλούδι μου για ένα ταξίδι πιο μακρύ από τ’ αστέρια εσύ τριαντάφυλλο γαλάζιο κι εγώ ένα κόκκινο ηλιοτρόπιο να σε φωτίζει κι έχει το χρώμα γαλανό, με πιτσιλιές πινέλου η οροφή του και δε μας νοιάζει πιότερο, παρά στον έρωτά μας να ‘χει δροσιά το πρωινό που θα ξυπνούμε χαράματα να σμίγουμε στο ΕΝΑ τη μαγεία κι έχει το χρώμα καστανό, στα μάτια και στα χείλη που όταν ματώσουν γίνονται τριαντάφυλλα στο πάθος και δε μας μέλλει η ζωή, αν γίνει μερτικό τους παρά μονάχα τ

Ανάλαφρα

Θέλω να ξαπλώσω ανάσκελα στα βουνά να βλέπω τα σύννεφα να περνάνε να νιώθω ανάλαφρα στο σπίτι μου τη φύση θέλω να πετάω χωρίς ύλη στο γρασίδι Ανάλαφρα όμορφα

να το θυμάσαι..

Εικόνα
Θέλω να γράψω απόψε.. νοιώθω την ανάγκη να βγάλω όσα δεν τόλμησα ποτέ πέρασα από λόφους πολλούς μόνος και κατάφερα ν’ ανέβω βουνά να μένω μόνος και να βγάζω απ’ το σώμα μου τ’ αγκάθια θυμάμαι το παρελθόν και πονάω ακόμα Τόλμησα ν’ αγγίξω τα όνειρά σου χωρίς να έχω δικαίωμα χωρίς να σκεφτώ παραδομένος σ’ αυτό που νοιώθω Πήρες τη σκέψη μου.. τη λογική μου πήρες νερό απ’ τη δροσιά μου και την έκανες μπαλάντα πήρες κομμάτια απ’ τη ζωή μου και τα έκανες στοίχο.. ερωτικό.. πήρες στα δυο σου χέρια την ψυχή μου κι έβαλες το στόμα σου κοντά πολύ κοντά Μου έδωσες ανάσα και πήρα ζωή μου έδωσες ζωντάνια και με γέμισες ξεκλείδωσες αισθήματα με κοίταξες στα μάτια και έγινα φωτιά με κέρασες γλυκό κρασί.. και μέθυσα χαρά ακούω.. καμπάνες αγγέλων σε ρυθμούς ροκ αγγίζω.. χέρια βελούδο.. και τρέμω μυρίζω.. ρόδα απ’ το σεντόνι σου και κλείνω τα μάτια γεύομαι.. τη δροσιά των ονείρων σου.. και ριγώ βλέπω.. της ψυχής σου τα μάτια.. και δακρύζω από χαρά σε λατρεύω.. να το θυμάσαι.. shades

Γράμματα στην αγαπημένη

Εικόνα
Αισθάνομαι την ανάγκη, έπειτα από τόσο καιρό και αφού η επικοινωνία μέσω των ποιημάτων μας είναι η μόνη λύση επικοινωνίας που απέμεινε, να έρθω σε επαφή μαζί σου. Πρώτα για να μάθω τι κάνεις κι αν είσαι καλά. Έχω καιρό να μάθω νέα σου, σου θυμίζω ότι εσύ θέλησες να διακόψουμε τελείως την επικοινωνία που είχαμε και φρόντισα να συμβάλλω σ’ αυτό με το να μην απαντώ στα μηνύματά σου στο κινητό. Υποθέτω πως έχεις χαράξει νέους δρόμους στη ζωή σου, πιθανόν να ασχολείσαι αποκλειστικά με τις σπουδές τώρα, ίσως να έχει προκύψει κάποια νέα γνωριμία, ίσως πιο αρεστή στους γονείς σου από μένα, πάντως από τα νέα ποιήματά σου που κατά περιόδους διαβάζω και σχολιάζω, φαίνεται να διατηρείς ακόμα στις αποθήκες των συναισθημάτων σου, λίγη τελευταία αγάπη για τον πρώην σύντροφό σου. Πίστεψέ με, αισθάνομαι τα ίδια. Δεν σε ξεπέρασα, δύσκολα θα σε ξεχάσω, πάντα θα σε θυμάμαι όπως σε γνώρισα και σε καμιά περίπτωση δε θα ήθελα να σε συναντήσω διαφορετική στο μέλλον. Ο χρόνος και ο καιρός περνάνε μικρή μου ανε

Blondie - The Dream's Lost On Me

Το αθάνατο νερό

Εικόνα
“Είναι αργά! Άσπλαχνος ο χάροντας, πέρασε την ψυχή απ’ το λιβάδι της λησμονιάς. Τώρα τη φόρτωσε στο σάπιο σκαφίδι και στον Άδη την κατεβάζει. Καμιά ελπίδα δεν υπάρχει, παρά μονάχα μια. Αδύνατον όμως να πραγματοποιηθεί. Μονάχη σωτηρία, το αθάνατο νερό! ... Μην απελπίζεσαι όμως, όποιος αγαπά τόσο δυνατά όσο εσύ, να ξέρεις, η αγάπη του έχει δύναμη. Θα γίνει σύντροφος κι οδηγός σου. Στηρίξου λοιπόν στον έρωτά σου! Σήκω με θάρρος, ώρα είναι να πηγαίνεις ... Μη νοιάζεσαι για το νεκρό, κανένας δε θ’ αγγίξει το κουφάρι του. Όπως τον άφησες, έτσι και πάλι θα τον βρεις…” Το αθάνατο νερό Ένα συναρπαστικό παραμύθι με θέμα την αγάπη και την αυταπάρνηση… Δέσποινα Λελέκου - Τατάκη Σελίδες: 165 ISBN: 960-89288-2-6 Εκδόσεις Μπατσιούλας

ταξιδεύει...

Εικόνα
Γράφω, όταν κάτι μου λέει “γράψε” “σε χρειάζομαι”, για σένα ο πόνος καταγράφεται στα έργα δίχως μολύβια και μελάνι χαρίζεις την ψυχή σου ολότελα όταν πονάς κι όταν αγαπάς, χαρίζεις απλόχερα το φιλί σου δίχως να προσμένεις να το πάρεις πίσω το χαρίζεις κι αυτό ταξιδεύει, ταξιδεύει όπως ταξιδεύουν τα γράμματα του μυαλού δεμένα πάνω στην πλάτη του ανέμου όπως ταξιδεύουν τα καράβια στις μακρινές θάλασσες όπως μετακινούνται τ’ αστέρια στο στερέωμα δίχως γραμματόσημα και λευκό φάκελο απλά ταξιδεύουν για να φτάσουν σε μάτια μαύρα, σαν αποξηραμένα δαμάσκηνα ψημένο καλαμπόκι πάνω στο παγκάκι μας ξεραμένα δάκρυα στο λευκό χαρτί, μες στη νύχτα και στα χέρια το “αντίο” να μυρίζει κάρβουνο όταν αγαπάς, χαρίζεις απλόχερα το φιλί σου δίχως να περιμένεις κόκκινα χείλη να σε γλυκάνουν τα μεστωμένα κεράσια τον δεκαπενταύγουστο “σ’ αγαπάω” σου λέω και στέλνω φιλί θα ‘ρθει να στο φέρει λευκό περιστέρι κράτα το φυλαγμένο, δίχως αντάλλαγμα δε μοιάζει φιλί απ’ τα χείλη που λάτρεψες είναι μεθυστικά τα φιλιά σ
Notepad Spiral No 2 §8. ΜΕ βασανίζουν τα βουνά, γιατί χιονίζει λευκό σαν πρόσχαρη αγκαλιά, πέρα μακριά τους. Εγώ θα πρέπει να μετρώ ήλιους, ιδρώτες, δάκρυα και θανάτους, πάντα εδώ· λίγο πιο εδώ και το παραμικρό πουλί θα με συντρίψει. Ωστόσο, διατηρώ ακόμη μια διέξοδο σ’ εκείνη τη βαθιά διαδρομή που γύρισα από το δριμύ ψύχος της απουσίας σου. Και λέω κάθε πρωί· «Με τόση συννεφιά ψυχών, ίσως στο τέλος να χιονίσει». §9. ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ ΜΕ. Αρκεί να ν’ αναπαυτώ κάτω από δέντρο με σκιά κι ας έχει ξεψυχήσει δίπλα ποτάμι, ας έχει σκάψει το νερό τάφους όσα τα βότσαλα που το κρατούσαν. Θα δροσιστώ ένα φύλλο παγωνιά, μια ρίζα καλοκαίρι θα χορτάσω. Θέλω να φύγω άπρακτος από έναν κόσμο δραστικό. Εκχώρησέ μου μια νέα αναίτια φυλακή, τιμώρησέ με λήθη. §10. ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΠΕΘΑΝΕΙ ούτ’ ένα δάκρυ. Κι αυτόν που θρήνησες, σε ξένα στήθη έχεις ματώσει. Πώς ξέρεις πια παραφορά θα μ’ εκχωρήσει μια νύχτα ασήμαντη στον θάνατό σου; Δεν ξύπνησες ποτέ μέσα σε νύχτα ασβέστη ούτε κομμάτιασες τα χέρια σου ζητώντας να μην αγγίξ

Μοβ

Μοβ η πανσέληνος απόψε, γράφει μοβ και βιολετί τα όνειρά μας τα λουλουδάκια ροζ μπορντό τα πέταλα του τριαντάφυλλου μοβ η βραδιά μας και η ζωή, μελάνι που αργοσβήνει κατρακυλά στο φως, το χρώμα αργοπεθαίνει θέλω να πω δεν ξημερώνει πια για μας ένα ηλιόλουστο πρωινό, σαν όλα τ’ άλλα οι μέρες μοιάζουν ένα πένθιμο σεντόνι μοβ τα φεγγάρια μας, φεγγάρι μου και των πουλιών το χρώμα μοβ δεν μεγαλώνουν πουθενά κόκκινες παπαρούνες εμείς χαθήκαμε σε μια νυχτιά μήτε πολύχρωμα τριαντάφυλλα θα δεις ν’ ανθίζουν θέλω να πω είμαστε αστέρια, αστέρι μου, που αργοπεθαίνουν ένα μπορντό λουλούδι, στο γαλάζιο ουρανό ένα θα σου πω έπαψαν πλέον οι αγάπες, να ζουν παντοτινά δίπλα στ’ αστέρια γράφεις τώρα τ’ όνομά μου γλυκό το βράδυ απόψε, άδεια η αγκαλιά μου στο πένθος ντύθηκαν τα δάκρυά μας δεν ξημερώνει πουθενά.

Θρήνος για το καμένο δάσος

Εικόνα
Όταν ήμουνα παιδί όλα τα καλοκαίρια παίζαμε μαζί πιασμένοι απ' τα χέρια. Ήσουν ο παράδεισός μου ήμουν ο άγγελός σου που γράφοντας υμνούσε την ομορφιά σου μαζί με τα πουλάκια τραγουδούσε τη χαρά σου για τα δώρα που μου χάριζες! Το άξιζες που σε κράτησα παντοτινά μες στην αγκαλιά μου. Η παιδική καρδιά μου ποτέ της δεν ξεχνά τα μελωδικά κελαηδήματα των πουλιών τα δροσερά πρωινά τα ηλιοβασιλέματα, μαγεία των ματιών που ο ήλιος κρυβόταν πίσω απ' τα βουνά. Κι εσύ με τα πεύκα και τα έλατα να μου δίνεις το οξυγόνο της ζωής. Μέχρι του κόσμου τα πέρατα είσαι η χαρά κάθε ψυχής. Με ποια λόγια τώρα να θρηνήσω τις στάχτες που έμειναν; Με πόσα δάκρυα να πενθήσω τα δέντρα σου που κάηκαν και πέθαναν; Με ποιο τρόπο να τιμωρήσω την κακία των ανθρώπων που έπεσαν πιο χαμηλά απ' το επίπεδο των ζώων; Εκεί στον ουρανό ψηλά άνθρωπε, σήκω το κεφάλι ο Θεός σου χάρισε την πλάση για να την φροντίζεις. Κάποτε στο χώμα θα καταλήξεις στα παιδιά σου μην την αφήσεις καταστραμένη και καμένη. 21/8/07 elenith

Ευπρόσδεκτος Εκτοχιασμός

Εικόνα
glitter-graphics.com Ξεκίνησα παρέα με μένα και τον εαυτό μου. Δεν πέρναγα κι ωραία, μα είχα τ' όνειρό μου. Μου έκοψες το δρόμο και μ' έφερες στα μονοπάτια. Καρτέρεψες τον τρόμο και του ΄κλεισες τα μάτια. Και πάμε, όλο πάμε με φόρα ως της ζωής την άκρη. Χαμόγελα σκορπάμε. Στεγνώνουμε το δάκρυ. Ρ.: Τώρα πια που σ' αγαπώ θα πω: "Να, το φεγγάρι το φορώ παλτό!"

Για σένα...

Εικόνα
Δεν σ’ έχω δει ακόμα κι η σκέψη κάνει βόλτες ποιος ξέρει που να ‘σαι σε βλέπει η θάλασσα, ο ήλιος τα βότσαλα Η σάρκα μου σε ζητάει επίμονα το μυαλό μου ζητά τη συντροφιά σου το χέρι μου ψάχνει το δικό σου τα χείλη μου αναζητούν τα δικά σου η αγκαλιά θέλει τη δική σου Το βράδυ να βλέπαμε την πανσέληνο σε μια τέλεια επαφή σωμάτων ρυθμικών κινήσεων και στεναγμών μέσα στην ατελείωτη μουσική των κυμάτων, του αγέρα και των δέντρων Βλέποντας τον ήλιο να ανατέλλει βουτώντας θεόγυμνοι στην υγρή αγκαλιά της θάλασσας κρατώντας ψηλά στα χέρια τον ήλιο Θα ‘ρθεις.. θα ‘ρθεις μωρό μου. Shades

..μη φύγεις

Εικόνα
Χαίρομαι που δεν σ’ έχω δει ποτέ Γιατί κοιτώ τα σύννεφα χωρίς να κινδυνεύω να πάρουν τη μορφή σου Ονειρεύομαι κι αυτό είναι τόσο μαγικό Γιατί μπορώ να σε φωνάζω χωρίς να κινδυνεύω να μ’ ακούσεις Μόνο να νιώθεις την ψυχή μου Γιατί μπορώ να σ’ ΑΓΑΠΩ χωρίς να κινδυνεύεις να γίνεις μνήμη Και να σ’ έχω ζωγραφιά στα όνειρά μου Η ΑΓΑΠΗ δεν έχει μάτια… ...έρχεται..σε αγγίζει.. ..σε ταρακουνά.. Σου προσφέρει χωρίς να ζητά... ..και φεύγει... ..μη φύγεις. Shades

Μια μελωδία.

Εικόνα
Ένα τραγούδι από καρδιάς μια μελωδία αλλιώτικη έβγαλες απόψε απ' τα χείλη σου. Μια μελωδία σαν φωνή γνώριμη με παρακινεί να συνεχίσω να σ' αγαπάω πιο πολύ. Μια μελωδία που κυλάει πάνω μου και οι σταγόνες τις μουσικής βρέχουν την καρδιά μου. Ένα τραγούδι από καρδιάς μια μελωδία ερωτική έβγαλε απόψε η καρδιά σου. MyPlace @ 17/10/2007

Όταν σ’ ανταμώσω...

Εικόνα
Όταν σ’ ανταμώσω δε θα σε κοιτάξω στα μάτια θα σφίγγονται, θα τσούζουν όχι απ’ τα δάκρυα απ’ την κακία του κόσμου θα σφίγγονται σα γροθιά στο στομάχι απ’ την αδυναμία θα τσούζουν σαν οινόπνευμα στις πληγές γι’ αυτό σου λέω, έλα πάμε να προλάβουμε το τρένο που περνάει έξω απ’ την πόρτα μας πάμε να πιάσουμε την τελευταία ηλιακτίδα που σφηνώθηκε στους βρόγχους του φωταγωγού στο πηγάδι που ξεπλύναμε τις αμαρτίες μας ξεπλύνανε τα βρωμισμένα χέρια τους τ’ αφεντικά θα ντρέπομαι να σε κοιτάξω στα μάτια όταν σ’ ανταμώσω γι’ αυτό θα τα ‘χω κατεβασμένα σα ρολά σε υπόγειο γκαράζ ανάμεσα στα μηχανόλαδα και τα υγρά των φρένων μην τρομάξεις θα με γνωρίσεις, απ’ τα δάκρυα. γιώργος_κ